Δύσκολη το ερώτημα του τίτλου. Το εξηγούμε. Το Πολεμικό μας Ναυτικό έχει, όπως όλες οι Ένοπλες Δυνάμεις μας, ένα συγκεκριμένο αντίπαλο μπροστά του. Δεν έχει δηλαδή την προσέγγιση μιας Γαλλίας ή Ιταλίας, που σχεδιάζουν τις δικές τους εξοπλιστικές ανάγκες και τακτικές με βάση πολλά σενάρια μάχης και ποικιλία αντιπάλων. Εμείς το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να κοιτάμε ανατολικά και ξέρουμε και τι θα αντιμετωπίσουμε σήμερα αλλά κυρίως, και εδώ το θέμα του άρθρου, αύριο.
Ειδικά στο ναυτικό πεδίο λοιπόν πως οργανώνει η Τουρκία το δικό της πλάνο μάχης; Με όσα παρακολουθούμε την τελευταία δεκαετία μπορούμε να περιγράψουμε τους βασικούς νέους άξονες της και μετά βέβαια να αναλύσουμε το πως το δικό μας Ναυτικό παρακολουθεί σε τακτική και στρατηγικό προγραμματισμό έναντι αυτού του αντιπάλου, αλλά και το πως μπορεί να βελτιώσει τη δική του μαχητική ικανότητα.
Α. ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ. Είναι ίσως η κύρια σύγχρονη στόχευση του Τουρκικού Ναυτικού. Το οποίο παρατάσσει ήδη στο Αιγαίο τις «κλασικές» φόρμες φρεγάτας-πυραυλακάτου-υποβρυχίου, που έχει και η Ελλάδα, αλλά έχει προσθέσει εκείνη που λέγεται κορβέτα, στη μορφή της κλάσης ADA, ένα πλοίο με επαρκές οπλισμό αλλά σαφώς με ελλείψεις. Τι άλλο όμως φέρνει η Τουρκία στα επόμενα χρόνια;
Αρχικά τα αντιτορπιλικά ΤF-2000, με ιδιαίτερα βαρύ οπλικό φόρτο (64 κελιά κάθετης εκτόξευσης, 16 αντιπλοϊκούς πυραύλους), προσθέτοντας μια μονάδα που δεν είχαμε ποτέ στην περιοχή μας. Ένα δηλαδή πλοίο αναφοράς και κυριαρχίας περιοχής, πραγματική ναυαρχίδα και όχι απλώς ονομασμένη έτσι ανάμεσα από ισότιμα πλοία, όπως μέχρι σήμερα έκαναν Ελλάδα και Τουρκία. Επίσης τις μεγάλης εγχώριας προστιθέμενης αξίας φρεγάτες κλάσης Istanbul, αλλά και τα υποβρύχια Type 214 TN, πιο βελτιωμένα από τα ελληνικά, καθώς είναι πιο πρόσφατης σχεδίασης, που θα ενσωματώσουν και ποικιλία τουρκικών ηλεκτρονικών και τορπιλών.
Ξεκινά το πρόγραμμα ενός σχεδόν 100% τουρκικού αντιτορπιλικού TF-2000;
Πέρα από αυτά, έχουμε ήδη τα πρώτα δείγματα από μικρά μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας, τα οποία θα είναι οπλισμένα, τόσο με μικρούς πυραύλους επιφανείας-επιφανείας UMTAS και ρουκέτες Cirit (τα ULAK και άλλα παρεμφερή) αλλά και μεγαλύτερα, που είναι στο σχεδιαστήριο. Με προοπτική να εξοπλιστούν με αντιπλοϊκούς πυραύλους cruise, όπως τους νέους CAKIR με εμβέλεια περίπου 100 χιλιόμετρα. Αυτή η επιλογή όμως, των μη επανδρωμένων, αλλάζει το ναυτικό πεδίο μάχης καθώς το μικρό μέγεθος και το ελάχιστο ηλεκτρομαγνητικό/θερμικό ίχνος των σκαφών, ο βαρύς φόρτος μάχης για το μέγεθος τους, το αναλώσιμο τους χωρίς πολλές σκέψεις, φέρουν και τη λογική «καμικάζι» επίθεσης, αλλά και την πολλαπλότητα παρουσίας του Τουρκικού Ναυτικού σε θαλάσσιες ζώνες με πολλαπλασιαστική τελική ισχύ.
Σχεδόν έτοιμο το μη επανδρωμένο σκάφος Ulaq, προβληματίζει πιθανή έκδοση με αντιπλοϊκούς πυραύλους
Ακόμη η Τουρκία έχει ήδη εμφανίσει στο Αιγαίο ένα ειδικό πλοίο ηλεκτρονικού πολέμου-συλλογής πληροφοριών, το Ufuk, ενώ μεγάλος άγνωστος παραμένει το ελικοπτεροφόρο-ελαφρύ αεροπλανοφόρο Anadolu. Που είναι σχεδόν έτοιμο αλλά αναζητά ρόλο, με προς το παρόν ανακοινωμένη την πρόθεση να φιλοξενήσει επιθετικά ελικόπτερα Sea Cobra και μη επανδρωμένα Bayraktar TB3 και MIUS. Δηλαδή δύο ιδιαίτερα σκάφη που αυξάνουν αλλά μη ακόμη υπολογίσιμα, τη ναυτική ισχύ και κυρίως την τουρκική δυνατότητα να οργανώσει πιο σύνθετα πολεμικά σενάρια στη θάλασσα.
Παραδόθηκε το κατασκοπευτικό σκάφος Ufuk στο Τουρκικό Ναυτικό, μακρύ χέρι της ΜΙΤ;
Β. ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΕΡΙΑΣ ΑΠΕΙΛΗΣ ΓΙΑ ΠΛΟΙΑ. Μέχρι χθες η εναέρια απειλή για σκάφη επιφανείας ήταν από πλευράς Τουρκίας η χρήση από τα F-16 της, γνωστών κατευθυνόμενων πυρομαχικών, με κινητήρα ή χωρίς. Ισραηλινά βλήματα Popeye εμβελείας 70 χιλιομέτρων, τα βλήματα πλεύσης JSOW, οι συλλογές βομβών JDAM/Paveway, οι πύραυλοι αντιραντάρ HARM, οι cruise AGM-84 SLAM-ER των 200+ χιλιομέτρων. Πλέον σε αυτά προστίθενται οι εγχώριας κατασκευής πύραυλοι cruise SOM με πολεμική κεφαλή 230 κιλών και εμβέλεια στα 200 χιλιόμετρα (ήδη σε παραγωγή) αλλά και οι CAKIR που μόλις πρωτοπαρουσιάστηκαν ως σχέδιο υπό γοργή εξέλιξη, με εμβέλεια 150 χιλιόμετρα (λόγω άφεσης από ύψος).
Αλλά και εδώ έχουμε νέες πλατφόρμες: Τα μη επανδρωμένα Bayraktar TB2 και τα υπό ανάπτυξη βαρύτερα ΤΒ3, τα δικινητήρια Akinci και Aksungur, τα μονοκινητήρια ΑΝΚΑ, όπως και το υπό ανάπτυξη μη επανδρωμένο τζετ MIUS ή ΚΙΖΙLELMA όπως πλέον λέγεται. Με τα παραπάνω να μπορούν να μεταφέρουν από μικρά πυρομαχικά MAM έως πυραύλους cruise SOM και CAKIR, αλλά και πακέτα ηλεκτρονικού πολέμου, επισκόπησης και στοχοποίησης. Και με ικανότητα, ειδικά με τους πυραύλους cruise να είναι επικίνδυνα, αλλά και εκτός εμβελείας των ελληνικών αντιαεροπορικών δυνατοτήτων, ακόμη και των ASTER 30 που θα φέρουν οι νέες φρεγάτες μας FDI.
Να προσθέσουμε εδώ τα πλοία ναυτικής συνεργασίας: Όσο η Ελλάδα αναμένει τα 5 P-3 Orion να αναβαθμιστούν (ας μην ανοίξουμε παραπάνω το θέμα) η Τουρκία ήδη διαθέτει ATR-72 MPA τοπικά αναβαθμισμένα αλλά και CASA CN-235 πάλι με τοπική τεχνογνωσία και συστήματα.
Δίπλα σε όλα τα παραπάνω να σημειώσουμε πως η Τουρκία έχει ιπτάμενα τάνκερ KC-135R (που η χώρα μας δεν έχει κανένα) αλλά και ιπτάμενα ραντάρ Boeing 737 Peace Eagle, που κι αυτά μπορεί να εξυπηρετήσουν σε σενάρια επίθεσης αέρος-επιφανείας.
Γ. ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΚΟΡΕΣΜΟΥ. Με τις νέες τουρκικές φρεγάτες Istanbul να προορίζονται να φέρουν έως και 16 βλήματα κατά πλοίων επιφανείας ATMACA, άλλα τόσα τα υπό σχεδίαση αντιτορπιλικά, συν την πανσπερμία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών και σκαφών επιφανείας οπλισμένων με αντίστοιχα όπλα cruise, η Τουρκία εμφανίζεται να στοχεύει στην μαζική χρήση τους στη θάλασσα. Βλήματα που ναι μεν η τουρκική σχεδίαση/κατασκευή μπορεί να μας «ανακουφίζει», ότι δεν θα είναι κορυφαίων επιδόσεων, με το μειονέκτημα όμως αυτό να εξαφανίζεται από τον όγκο πυρός που προσφέρει η μαζική εκτόξευση τους.
Τουρκία: Ο αντιπλοϊκός ATMACA θα μπει σε όλα τα πλοία του Ναυτικού, αντικαθιστά τους Harpoon
Το σενάριο εδώ είναι φανερό: Μια υπερπολύτιμη για την Ελλάδα φρεγάτα του ενός δις ευρώ να δέχεται ταυτόχρονα επίθεση με πυραύλους cruise, από αεροπορικά μέσα εκτός βεληνεκούς των πυραύλων της και από μη επανδρωμένα ή μικρά σκάφη επιφανείας, που δεν θα εντοπίζει, καθώς θα είναι «κάτω» από τον ορίζοντα του ραντάρ της. Δηλαδή να βλέπει μια «άφιξη», σχεδόν μαζί χρονικά, 6-8-10-12 βλημάτων με υψηλές υποηχητικές ταχύτητες από διαφορετικές κατευθύνσεις. Στην καλύτερη περίπτωση ακόμη και να τα αποφύγει όλα αυτά σε μια μανιώδη εξαπόλυση κάθε βλήματος, δολώματος, αντιμέτρου και με χρήση ισχυρών παρεμβολών, θα απομείνει «γυμνή» κρίσιμων αμυνών, οπότε θα αναγκαστεί να υποχωρήσει, μην αντέχοντας επανάληψη.
Το πιο προβληματικό στο παραπάνω σενάριο; Πως μπορεί να γίνει με χρήση αποκλειστικά μη επανδρωμένων σκαφών (άρα χωρίς ανθρώπινο κόστος-ρίσκο για την Τουρκία) αλλά και με μακρινές βολές που θα στηρίζονται σε καλή στοχοποίηση, μιας και η «απέναντι» πλευρά έχει και εδώ το πλεονέκτημα. Και αν φαίνεται υπερβολικό το σενάριο 8 ή 10 ή παραπάνω πυραύλων μαζί, να θυμίσουμε πως ένα μη επανδρωμένο, π.χ. Akinci, προβλέπεται μόνο του να φέρει έως 4 πυραύλους cruise.
Να προσθέσουμε ακόμη πως η Τουρκία έχει δηλώσει πως «κυνηγά» την ανάπτυξη υπερηχητικών βλημάτων cruise (που κατατάσσονται στην κατηγορία των πολύ δύσκολα ανασχέσιμων). Ενώ ήδη έχει εγχώριας κατασκευής υποστρατηγικό πυροβολικό με πυραύλους μεγάλης εμβελείας (Bora, Yildirim, ATACMS, ρουκετοβόλα Kasirga, MLRS) που μπορεί -υποβοηθητικά- να χρησιμοποιηθούν και κατά ναυτικών στόχων, όχι μόνο πλοίων αλλά και αγκυροβολίων, τοπικών λιμένων, δεξαμενών ανεφοδιασμού, ναυτικών παρατηρητηρίων κ.λπ.
Υπερηχητικό «δόλωμα» ανέπτυξε η Τουρκία, σχεδιάζει πολυχητικούς πυραύλους
Δ. ΣΑΦΗ ΕΙΚΟΝΑ ΠΕΔΙΟΥ ΜΑΧΗΣ. Δεν το τονίζουμε αρκετά, αλλά η Τουρκία επενδύει εδώ και χρόνια σε συστήματα μεγάλης ακριβείας, 24ωρης χρήσης και πολλαπλών επιλογών επισκόπησης, στοχοποίησης και επικοινωνιών. Στο θαλάσσιο χώρο έχουμε ήδη αναφέρει για τις πολλές πλατφόρμες μη επανδρωμένων, που έχουν και άλλο βασικό ρόλο πέρα από την επίθεση. Όπου πετώντας για δεκάδες ώρες φέροντας φορτίο με κάμερες ή και ραντάρ, επιτρέπουν παρακολούθηση μεγάλων θαλάσσιων ζωνών. Ήδη τα τουρκικά Akinci έχουν πετύχει ρεκόρ υψομέτρου στα 40.000 πόδια, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι η συνεχής πτήση στα 30-35 χιλιάδες με φορτίο δορυφορική επικοινωνία και κάμερες είναι δυνατή.
Επίσης η Τουρκία ήδη διαθέτει σημαντικό δορυφορικό «όγκο». Οι δορυφόροι επισκόπησης Gokturk 1 και 2 είναι ήδη σε λειτουργία και αναμένεται ο Gokturk 3, ενώ η διακριτική ικανότητα των παραπάνω εκτιμάται από 2,5 μέτρα έως κάτω από ένα μέτρο, άρα ικανοί να διακρίνουν κάθε ναυτική πλατφόρμα. Ενώ οι 5 σε λειτουργία δορυφόροι τηλεπικοινωνιών Turksat, προσφέρουν κρυπτογραφημένη δορυφορική επικοινωνία, και προγραμματίζονται και άλλοι για εκτόξευση.
Έτσι η Τουρκία διαθέτει ήδη μια σαφώς καλύτερη εικόνα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, έχοντας αναπτύξει και δικά της συστήματα διοίκησης και ανάλυσης πληροφοριών επισκόπησης, όπως και συλλογής σημάτων.
Ένα νέο ναυτικό πεδίο μάχης
Τι συνάγουμε από τα παραπάνω; Πως η Άγκυρα δημιουργεί σταδιακά, με ορατά βήματα ένα νέο πεδίο μάχης στη θάλασσα. Παρατάσσοντας περισσότερες πλατφόρμες εκτόξευσης, με περισσότερα όπλα, με καλύτερες επικοινωνίες και στοχοποίηση, με ποικιλία επιλογών επίθεσης, που δεν εξαρτάται πλέον αποκλειστικά από μεγάλες μονάδες ή από επανδρωμένα, που έχει περιθώρια επιθέσεων «αυτοκτονίας», με μεγάλη αλληλοσυμπλήρωση μέσων.
Ακόμη μιας και πολλά από τα συστήματα που περιγράψαμε παραπάνω, τόσο όπλα, ηλεκτρονικά όσο και σκάφη, είναι εγχώριας παραγωγής, μπορεί να τα παράγει σε ποσότητες άγνωστες στην Ελλάδα. Αλλά και μιας και αρκετά από αυτά είναι μικρά σε μέγεθος (τα μη επανδρωμένα), μπορούν να εγκατασταθούν σε νέες βάσεις εξαπόλυσης, σε πρόχειρες δομές, σε μη εύκολα εντοπίσιμες τοποθεσίες. Ανατρέποντας έτσι τα ελληνικά σενάρια περί «αποκλεισμού» των τουρκικών Ναυστάθμων και «κλεισίματος των Δαρδανελίων».
Τι προσδοκά έτσι η Τουρκία και τι επιδιώκει να έχει συγκροτήσει μετά μια περίπου δεκαετία; Ένα ναυτικό πόλεμο που μπορεί να κλιμακωθεί απότομα σε υψηλότατης έντασης μαζικών κρούσεων, από αέρα, επιφάνεια και υποβρυχίως. Με καλό συντονισμό και εντοπισμό κάθε ελληνικής ναυτικής μονάδας η οποία δεν θα μπορεί να αποκρυβεί ή καμουφλαριστεί, με έντονη πίεση από νέα μέσα και όπλα, χαμηλού κόστους αλλά υψηλής επιθετικής απόδοσης, άρα πολύ πιο «value for money». Με δυνατότητα πολλών επιλογών σε εμβέλειες- φορτία-πλατφόρμες, μα και ισχυρό απόθεμα οπλικών συστημάτων, που θα αντιπαρέρχονται την high-tech ελληνική απάντηση, που θα αυτοπεριορίζεται λόγω υψηλού κόστους, άρα αδυναμία μαζικής προμήθειας.
Τι απαντά στα παραπάνω το Ελληνικό Ναυτικό; Προς το παρόν ανιχνεύουμε μια στρατηγική η οποία επικεντρώνεται στην αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων μεγάλων ναυτικών μονάδων με νέες, υψηλότερης απόδοσης φρεγάτες και κορβέτες, αλλά και με αναβάθμιση των ΜΕΚΟ. Αυτό είναι απόλυτα ορθό, καθώς από κάπου πρέπει να ξεκινήσει -και προφανώς από τον πυρήνα του- η αναδημιουργία του Ναυτικού μας. Ακόμη έχουμε σωστές κρίσιμες αγορές όπως οι νέες τορπίλες, που θα αποδώσουν στα υποβρύχια μας την αιχμή που τους αξίζει.
Ο φόβος; Λόγω οικονομικής στενότητας (μιας και οι παραπάνω επιλογές ήδη φαίνεται να εξαντλούν 5,5 δις εύρω που είχαν προϋπολογιστεί) να μείνουμε εκεί ή κάπου εκεί. Το οποίο είναι υψηλό ρίσκο. Καθώς αν ανανεώσουμε-αναβαθμίσουμε τις μεγάλες μονάδες μας και δεν προχωρήσουμε σε νέα βήματα τόσο εξοπλιστικά όσο και ποικιλίας επιχειρησιακής δράσης, κινδυνεύουμε να εγκλωβιστούμε σε ένα δόγμα ναυτικής μάχης που έχει ήδη ξεπεραστεί, ως κυρίως αντιπαράθεση μεγάλων μονάδων μεταξύ τους.
Βέβαια η ελληνική πλευρά έχει πλέον εντάξει το αεροναυτικό σκέλος στο δικό της δόγμα, διαθέτοντας 90 αεροεκτοξευόμενους SCALP. Το ζήτημα εδώ είναι πως η δική μας Πολεμική Αεροπορία παραμένει δεσμευμένη στον κύριο στόχο της, να αντικρούσει και να σαρώσει την Τουρκική, και με επικουρικό-δευτερεύοντα ρόλο την προστασία του Στόλου μας και το κυνήγι του Τουρκικού. Αντίθετα οι Τούρκοι εισάγουν ένα μεγάλο αεροναυτικό πακέτο με τα μη επανδρωμένα τους, πέρα δηλαδή από τη δική τους Αεροπορία.
Ανησυχητικό το συμπέρασμα; Σαφώς. Αναγνωρίζουμε πως στα όσα γράφουμε υιοθετούμε το χειρότερο σενάριο, εκείνο δηλαδή που προϋποθέτει πως η Τουρκία θα πετύχει τους δικούς της εξοπλιστικούς στόχους στη θάλασσα. Δηλαδή θα ρίξει στο νερό και μεγάλα σκάφη όπως το TF-2000 και θα εξοπλίσει τις φρεγάτες Istanbul με εγχώρια όπλα και θα κατασκευάσει σημαντικές ποσότητες από μη επανδρωμένα και πυραύλους cruise.
Και πως θα τα καταφέρει να αναπτύξει σε πλήρη λειτουργικά συστήματα την ποικιλία εγχώριων συστημάτων που ετοιμάζει, όπως το ναυτικό πυροβόλο 76 χιλιοστών, το σύστημα κάθετης εκτόξευσης MDAS, το αντιαεροπορικό πυροβόλο Gokdeniz, το κύριο ραντάρ CAFRAD, τα σόναρ για τα υποβρύχια της κ.λπ. Αλλά ο σχεδιασμός έτσι γίνεται. Μελετάς την πρόθεση του αντιπάλου και ετοιμάζεσαι για τη δυσμενέστερη εκδοχή του, και όχι την πιο «βολική».
Θα είναι το 2023 έτοιμο το τουρκικό σύστημα κελιών κάθετης εκτόξευσης για το Ναυτικό τους;
Οφείλουμε όμως να αναφέρουμε τη θετική για την Ελλάδα εξέλιξη μεσοπρόθεσμα, πάλι στηριζόμενη σε κάποιες συμβάσεις. Έτσι η παραγγελία των φρεγατών FDI έχει δοθεί και θα αποδώσει το 2028 τρία πλήρη σκάφη (αν όλα πάνε καλά). Αν εντός του 2022 λήξει και η αναζήτηση κορβετών, έως το 2030 λογικά θα έχουμε παραλάβει τουλάχιστον 3 από αυτές, ενώ θα έχει έως τότε ολοκληρωθεί και η αναβάθμιση των ΜΕΚΟ (προϋπόθεση εδώ η αναβίωση του ελληνικού ναυπηγικού τομέα, που θα αναλάβει όλες αυτές τις εργασίες).
Άρα κάπου στο 2030, μόλις οκτώ χρόνια από σήμερα, ο Στόλος μας θα έχει τουλάχιστον 6 ή 7 νέα σκάφη -ποντάρουμε ότι θα γίνει και η παραγγελία της 4ης FDI- και 4 αναβαθμισμένα. Την ίδια εποχή η Τουρκία θα έχει παραλάβει, υποθέτουμε, 3 φρεγάτες Istanbul (η μια είναι σε φάση αναμονής οπλισμού), ίσως το πρώτο αντιτορπιλικό TF-2000 και θα έχει ολοκληρώσει την αναβάθμιση των 4 δικών της ΜΕΚΟ, κλάσης Barbaros και θα έχει εξοπλίσει/βρει ρόλο για το Anadolu. Οπότε έως τότε η ισορροπία στο Αιγαίο κάπως διατηρείται, από εκεί που φοβόμαστε την πλήρη, εις βάρος μας, ανατροπή.
Ξεκινά ο εκσυγχρονισμός των τουρκικών φρεγατών Barbaros, αλλά με διάφορες «εκπτώσεις»
Από εκεί και πέρα όμως η Τουρκία έχει δηλωμένη πρόθεση για παραγωγή και άλλων αντιτορπιλικών, δηλαδή την 3η φάση του προγράμματος MILGEM (εθνικό πλοίο), συν τις όποιες εξελίξεις έχει δρομολογήσει. Εμφανίζεται έτσι με τις τρέχουσες παραγγελίες ελληνικών πλοίων το οριακό σημείο ανισορροπίας εξοπλισμών-τακτικών να μετατοπίζεται κάποια χρόνια. Πάντα με την υποσημείωση της μαζικής χρήσης μη επανδρωμένων από την Τουρκία, που κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει την έκταση της απόδοσης τους στο κοντινό μας θαλάσσιο περιβάλλον.
Υπερτονίζουμε τον προβληματισμό μας. Αν δεν σχεδιάσουμε από σήμερα νέα βήματα για το Ναυτικό μας και ειδικά εκείνα που θα μπορούν να αντιμετωπίσουν τις νέες, πιο σύνθετες, πιο μαζικές τουρκικές απειλές, θα «ξεμείνουμε» σε λίγα χρόνια με ένα στόλο ανανεωμένων μεγάλων μονάδων γενικής χρήσης, συν τον καταδρομικό στολίσκο των πυραυλακάτων συν τα υποβρύχια μας Type 214 των αρκετών πλέον ετών. Δηλαδή μια οργάνωση στόλου ίδια ως λογική με εκείνη του 1980, 1990, 2000, προφανώς πιο σύγχρονη.
Ενώ παραμένει το πάγιο ελληνικό πρόβλημα: Τα περιορισμένα κονδύλια για εξοπλισμούς, που όσο και να αυξηθούν και να αποστραγγιστούν από άλλες δαπάνες, δεν μπορούν να εξισωθούν με εκείνα της Τουρκίας. Η οποία ωφελείται και από μια σημαντική πλέον τοπική παραγωγή σκαφών επιφανείας, που έχει από πίσω της οργανωμένα ναυπηγεία (όχι ένα και δύο…), τεχνογνωσία, συστηματική αντιγραφή γνωστών δυτικών όπλων και μετεξέλιξη τους, καινοτομικές ιδέες, ισχυρή γενικότερα αμυντική βιομηχανία και πάνω από όλα σταθερή-διαχρονική στόχευση στην ανεξαρτησία αμυντικών προμηθειών.
Τι θα μπορούσε να γίνει; Να μερικές ιδέες-προτάσεις, χαμηλού (συγκριτικά) κόστους προς συζήτηση:
1. Προμήθεια όσο το δυνατόν φθηνότερων και «μικρών» παράκτιων πλατφορμών αντιπλοϊκών όπλων. Π.χ. τα τηλεχειριζόμενα οχήματα JLTV με δύο πυραύλους NSM που ήδη δοκιμάζει το Σώμα των Αμερικανών Πεζοναυτών. Δηλαδή ένα μικρό τροχοφόρο με ένα πολύ επικίνδυνο πύραυλο που μπορεί να ταχθεί οπουδήποτε σε παράλια ζώνη και να ελέγξει μεγάλες θαλάσσιες εκτάσεις. Ευκίνητο και πολύ πιο «βολικό» από τις παράκτιες συστοιχίες Exocet που ήδη διαθέτει η χώρα μας, πιο εύκολο να αποκρυβεί.
Δοκιμές φόρτωσης ρομποτικού οχήματος εκτόξευσης πυραύλων NSM από τους Αμερικανούς Πεζοναύτες
2. Μετατροπή των περιπολικών ανοιχτής θαλάσσης του Λιμενικού, των τριών Sa’ar 4,5 και του «Γαύδος», σε φορείς αντιπλοϊκών πυραύλων, έστω δύο ανά σκάφος, με λήψη δεδομένων από μεγάλες μονάδες του ΠΝ, στις οποίες τα σκάφη αυτά θα προσκολλώνται ως «εξαρτήματα» τους. Η μετατροπή θα πρέπει να είναι η ελάχιστα απαραίτητη και να γίνει εγχώρια. Γενικότερα, πρέπει να συζητήσουμε και τον συντονισμό των αγορών πλοίων του Λιμενικού, όπου μπορούν να αξιοποιηθούν και ευρωπαϊκά κονδύλια, ώστε αυτά τα σκάφη να έχουν το ελάχιστο τονάζ-δομή να «σηκώσουν» αντιπλοϊκούς. Μαζί βέβαια με κατάργηση των όποιων κλαδικών στεγανών, που θα επιτρέψουν την μεγαλύτερη συνεργασία Λιμενικού-Πολεμικού Ναυτικού σε καθαρά πολεμικά καθήκοντα.
To Λιμενικό πρωτοπορεί, τοποθετεί τηλεχειριζόμενους πύργους όπλων της Elbit στα νέα του Περιπολικά
3. Παρόμοια με το άνω, μετατροπή όσων κανονιοφόρων του Ναυτικού αντέχουν δομικά και σε διάρκεια ζωής, σε φορείς αντιπλοϊκών όπλων. Δεν νοείται σκάφη των 400-500 τόνων όπως π.χ. τα Osprey 55, να περιορίζονται σε οπλισμό πυροβόλων (και με ποικιλία μάλιστα, 76 χιλιοστών συν 40αρι Breda, συν 20άρια) και να μην αντικαθίστανται κάποια από αυτά με 2 πυραύλους κατά σκαφών επιφανείας.
4. Μελέτη της λογικής των arsenal ship, δηλαδή σκαφών μεταγωγικών, εμπορικών, ταχυπλόων ακτοπλοΐας, γενικώς οτιδήποτε μεταχειρισμένου υφίσταται στην ελληνική αγορά. Και πάλι εδώ με τη λογική μεταφοράς αντιπλοϊκών φόρτων με διαχείριση από μια μεγάλη μονάδα του Ναυτικού. Σε αυτά τα σκάφη, όπως ήδη έχουμε γράψει (δείτε το παρακάτω άρθρο), δεν χρειάζεται καν η εγκατάσταση κελιών κάθετης εκτόξευσης, αρκεί η φιλοξενία κοντέινερ με εκτοξευτές. Όπου αυτά τα πλοία θα εντάσσονται σε φάσεις κρίσης, σε στολίσκο με τις πολεμικές μονάδες, με μόνο ρόλο το «άδειασμα» των φόρτων τους, που θα το κάνουν και πρώτα, ώστε να μην εξαντληθεί εκείνος των μεγάλων μονάδων.
5. Για τα παραπάνω απαιτείται προφανώς ένα ενιαίο αντιπλοϊκό βλήμα, ώστε να υπάρχει μια ομοιοτυπία. Θα είναι π.χ. το ισραηλινό LORA που είναι μια λογικού κόστους επιλογή, ή κάτι άλλο.
Πολυεργαλείο: Ισραηλινοί βαλλιστικοί πύραυλοι LORA (και) κατά πλοίων
6. Αγορά μερικών προσιτών UAV με ικανότητα μεγάλης παραμονής στον αέρα για θαλάσσια επιτήρηση. Λύσεις εμβαλωματικές, όπως η ενοικίαση που κάνουμε τώρα, δεν είναι μακροπρόθεσμες. To ισραηλινό Hermes 450 είναι μια λύση, αλλά γενικώς σε όλο τον κόσμο αναπτύσσονται μικρομεσαία UAV που αναζητούν ένα συμπαραγωγό-αγοραστή, με παρεμφερείς επιδόσεις. Δεν χρειαζόμαστε κάτι κορυφαίο, αλλά ένα όχημα που να μπορεί να μείνει πάνω από 10 ώρες στον αέρα και να φέρει ένα αξιοπρεπές φορτίο επισκόπησης και επικοινωνίας.
7. Την αναζήτηση κατασκευής ενός “εθνικού” φθηνού περιφερόμενου πυρομαχικού (το έχουμε ξαναγράψει αυτό), το οποίο να έχει και ναυτική εκδοχή με μεγαλύτερη εμβέλεια. Ώστε εξαπολυόμενο από μικρές ναυτικές πλατφόρμες, αλλά και νησιά, ξερονήσια, φουσκωτά ειδικών δυνάμεων κ.ο.κ., να παρενοχλεί και να απειλεί συνεχώς τον τουρκικό στόλο, ειδικά στο “πυκνό” του Αιγαίου.
8. Αν αποφασισθεί η διατήρηση των F-16 Block 30, που έχουν ακόμη ώρες χρήσης μέσα τους, μετατροπή τους σε κυνηγούς UAV. Όπου ως μετατροπή βέβαια εννοούμε μόνο το ρόλο. Το πάντα γρήγορο F-16 με ότι παλαιάς τεχνολογίας πύραυλο αέρος-αέρος έχει απομείνει στο ελληνικό οπλοστάσιο, είναι αρκετό για να καταρρίψει τα διάφορα τουρκικά UAV. Εκπαίδευση χρειάζεται, ώστε οι πιλότοι μας να αναγνωρίσουν το προφίλ χρήσης των συγκεκριμένων στόχων και να εξελίξουν μια τακτική ταχείας προσέγγισης τους (την οποία βέβαια δεν μπορεί να κάνουν τα ελικοφόρα εκπαιδευτικά Texan). Αυτή την πρόταση την παρουσιάζουμε με επιφύλαξη, καθώς το κόστος διατήρησης των Block 30 είναι σημαντικό, αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε σε ένα ελληνοτουρκικό πόλεμο τα μαχητικά πρώτης γραμμής να απασχολούνται και με την πανσπερμία των τουρκικών μη επανδρωμένων, που θα εμφανιστούν κατά πολλές δεκάδες. Αν βρεθεί κάτι κοντά τους και είναι δυνατή/απαραίτητη η κατάρριψη τους ναι, αλλιώς θα είναι δευτερεύων στόχος. Οπότε τα «τριαντάρια» F-16, ίσως δώσουν μια μέση λύση για αρκετά χρόνια, μέχρι την απόσυρση τους.
Προς συζήτηση τα παραπάνω αλλά με κοινό το πνεύμα. Την με πολλά στάδια επαύξηση της επιθετικής δυνατότητας του Ναυτικού μας, ως συμπλήρωμα των μεγάλων πλοίων, τη βελτίωση των τηλεπικοινωνιών και της στοχοποίησης του, τη δυνατότητα αντιμετώπισης των νέων εναέριων απειλών. Ο δρόμος παραμένει μακρύς και η παραγγελία φρεγατών και κορβετών είναι το μεγάλο μεν, αλλά μόνο πρώτο βήμα.