Το σύστημα NMESIS (Navy Marine Expeditionary Ship Interdiction System) των Αμερικανών Πεζοναυτών αποτελεί μια νέα και σημαντική προσθήκη στο οπλοστάσιο τους, ιδιαίτερα για επιχειρήσεις σε παράκτιες περιοχές και νησιά. Το συγκεκριμένο κάνει χρήση ευκίνητων τηλεχειριζόμενων οχημάτων ξηράς (τύπου JLTV), ώστε να εκτοξεύει πυραύλους Naval Strike Missile (NSM), οι οποίοι έχουν σχεδιαστεί για να εμπλέκουν και να καταστρέφουν ναυτικούς στόχους.
Η πρώτη μονάδα NMESIS ενεργοποιήθηκε πρόσφατα στη Χαβάη ενώ θα ακολουθήσουν και άλλες, σε μια γενικότερη προσαρμογή δόγματος σε επιχειρήσεις στον Ειρηνικό Ωκεανό, όπου υπάρχουν χιλιάδες μικρά νησιά. Τα οποία προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν ως ορμητήρια τέτοιων μονάδων, για αποκλεισμό πρόσβασης μεγάλων ζωνών στην περίμετρο τους.
Οι πύραυλοι NSM είναι αντιπλοϊκοί με ιδιαίτερες δυνατότητες stealth. Το σύστημα κατεύθυνσης συνδυάζει GPS και αδρανειακό σύστημα πλοήγησης, για χαμηλή πτήση πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, οπότε είναι ιδιαίτερα δύσκολος στόχος για τα αντιπυραυλικά συστήματα των πλοίων, ενώ δεν μπορούν να παρεμβληθούν, καθώς στην τερματική φάση επίθεσης χρησιμοποιούν υπέρυθρο αισθητήρα κι όχι ραντάρ. Η εμβέλειά τους μπορεί να φτάσει τα 200 χιλιόμετρα ή και περισσότερο ανάλογα με τις συνθήκες και τις εκδόσεις του πυραύλου, προσφέροντας στους Πεζοναύτες τη δυνατότητα να χτυπήσουν ναυτικούς στόχους σε μεγάλη απόσταση από την ακτή.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, το Αιγαίο Πέλαγος με τα πολυάριθμα νησιά και βραχονησίδες του, αποτελεί ιδανικό περιβάλλον για την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος. Και εκεί η δυνατότητα να τοποθετούνται και να μετακινούνται ταχέως μικροί εκτοξευτές NSM, θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά τη στρατηγική άμυνας και αποτροπής της χώρας στο Αιγαίο. Με ένα δίχτυ πυρός υψηλής ευελιξίας, και με μικρή πιθανότητα προσβολής από εχθρικά μέσα.
Η μετακίνηση των εκτοξευτών με μικρά πλοία θα προσέθετε ένα ακόμα επίπεδο ευελιξίας και αιφνιδιασμού. Ένα μικρό ταχύπλοο σκάφος, με μια ράμπα, μπορεί να μεταφέρει γρήγορα αυτούς τους εκτοξευτές από το ένα νησί στο άλλο, δημιουργώντας μια δυναμική αμυντική στρατηγική, που δεν θα είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ανάπτυξη της. Κάτι που θα ενίσχυε την αποτρεπτική ισχύ της Ελλάδας αλλά θα ενέτεινε και το στοιχείο της αβεβαιότητας σε οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της.
Επιπλέον, η εφαρμογή του NMESIS στο Αιγαίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μέρος ενός ευρύτερου δικτύου αμυντικών συστημάτων. Συνδυαστικά με τα υπάρχοντα παράκτια συστήματα εξαπόλυσης πυραύλων Exocet, όπως και τους αντίστοιχους πυραύλους πάνω σε πλοία του Ναυτικού, θα προσφέρει την ικανότητα προσβολής εχθρικών πλοίων από πολλά βλήματα και από διαφορετικές διευθύνσεις.
Τα οχήματα JLTV (Joint Light Tactical Vehicle) που χρησιμοποιούνται από τους Αμερικανούς Πεζοναύτες ως πλατφόρμες εκτόξευσης (με δύο βλήματα επάνω στο σασί τους), έχουν κι αυτά πλεονεκτήματα, λόγω της ευελιξίας και της ταχύτητάς τους. Μπορούν να κινηθούν σε δύσβατα εδάφη, όπως βραχονησίδες, όπου κάθε πλεονέκτημα απόκρυψης και ευελιξίας είναι κρίσιμο. Βέβαια, υπάρχουν πολλοί και ενδιαφέροντες ανταγωνιστές του JLTV, αν για κάποιο λόγο το ΠΝ ή ο ΕΣ δεν επιθυμούν το συγκεκριμένο όχημα.
ΤHALES StrikeMaster
Το Thales StrikeMaster αποτελεί μια πρόταση για την ενίσχυση της αντιπλοϊκής ικανότητας του Αυστραλιανού Στρατού, ανάλογη με αυτή του NMESIS, συνδυάζοντας την τεχνολογία των εταιρειών Kongsberg Defence Australia και Thales Australia.
Η συνεργασία επικεντρώνεται στη δημιουργία μιας συστοιχίας StrikeMaster, η οποία περιλαμβάνει τρία κύρια οχήματα, όλα βασισμένα στο πλαίσιο του Bushmaster, ενός ανθεκτικού και ευπροσάρμοστου ελαφρά θωρακισμένου τροχοφόρου 4Χ4, που χρησιμοποιείται ευρέως από τον Αυστραλιανό Στρατό.
Το πρώτο όχημα είναι ο φορεάς εκτόξευσης για 2 πυραύλους NSM. Το δεύτερο είναι το κέντρο ελέγχου πυρός (FCC), και βασίζεται στην τεχνολογία που αναπτύχθηκε για το σύστημα NASAMS (National Advanced Surface-to-Air Missile System) της Αυστραλίας, αλλά προσαρμοσμένο για να ελέγχει τις επιχειρήσεις ενάντια σε ναυτικούς στόχους. Εδώ γίνεται ο έλεγχος των αισθητήρων, των εκτοξευτών, των πυραύλων και των συστημάτων επικοινωνίας. Και σε αυτή την περίπτωση το FCC έχει προσαρμοστεί για να χωρά στην τυπική έκδοση του Bushmaster, ενώ η ψύξη του γίνεται με το υπάρχον σύστημα κλιματισμού του οχήματος.
Το τρίτο όχημα, είναι ανεφοδιασμού, μεταφέροντας τέσσερις πυραύλους NSM για αναχορηγία. Κάθε πύραυλος είναι συσκευασμένος από το εργοστάσιο σε ένα Launch Missile Module (LMM) έτοιμο για εκτόξευση, με βάρος περίπου 900 κιλά. Το μεταφορικό όχημα αναμένεται να διαθέτει γερανό για την αφαίρεση των άδειων LMM από το όχημα εκτόξευσης και την φόρτωση των γεμάτων.
Η ανάπτυξη του StrikeMaster γίνεται καθώς υπάρχει ανάγκη για την παροχή πλήγματος μεγάλης εμβελείας στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, όπως και για την προβολή ισχύος στο ωκεάνιο περιβάλλον.
Αν η Ελλάδα στραφεί σε λύσεις όπως το NMESIS ή το StrikeMaster, θα πρέπει να αναπτύξει και σύγχρονη τακτική χρήσης τους, που θα περιλαμβάνει τη συχνή αλλαγή των τοποθεσιών των εκτοξευτών, τη συνεχή παρακολούθηση των ναυτικών κινήσεων του εχθρού και την ενσωμάτωση δεδομένων από διάφορους αισθητήρες για την αποτελεσματική καθοδήγηση των πυραύλων. Οπότε μιλάμε και για χρήση μη επανδρωμένων για στοχοποίηση, αλλά και για ένα σύγχρονο σύστημα επικοινωνιών και διαχείρισης μάχης.
Τέλος, τέτοια συστήματα λόγω της σημαντικής εμβελείας τους, μπορεί να προσφέρουν στην κάλυψη μεγάλων ναυτικών εκτάσεων κρίσιμης σημασίας για τη χώρα μας, είτε οριοθετημένων (εθνικά ύδατα) είτε διεκδικούμενων (ΑΟΖ στην ανατολική Μεσόγειο), προσφέροντας πέρα από επιχειρησιακό και πολιτικό επιχείρημα. Χωρίς βέβαια αυτό να ακυρώνει την ανάγκη για ισχυρό Ναυτικό, που θα ασκεί την πραγματική κυριαρχία σε κάθε σημείο.