Ο βρετανικός στόλος καθελκύει τη θωρακισμένη φρεγάτα HMS Warrior, ένα πολεμικό πλοίο που ξεπερνούσε οποιοδήποτε πολεμικό της εποχής του σε τεχνολογία, οπλισμό, θωράκιση σκάφους και ταχύτητα.
Ατμοκίνητο, με ικανότητα 14 κόμβων, θωράκιση 4,5 ιντσών σφυρήλατου σιδήρου που περιέβαλε μια ισχυρή “ακρόπολη” με επιπλέον 18 ίντσες ξύλο “τικ” και με 40 πυροβόλα των 121, 178 και 206mm, το 9.140 τόνων “Warrior” αποτέλεσε την απάντηση στο γαλλικό θωρακοφόρο “La Gloire” και ξεπεράστηκε μόνο από το επίσης βρετανικό HMS Devastation το 1871 (το πρώτο ωκεανοπόρο πολεμικό χωρίς ιστιοφορία).
Με την οριστική έκλειψη της γενιάς των ναυάρχων του Νέλσωνα, που έδειχναν δογματική εμμονή στην παραδοσιακή ναυπηγική τέχνη και απεχθάνονταν τους τεχνικούς πειραματισμούς, τα ναυτικά άρχισαν να εμπιστεύονται τις νέες τεχνολογίες και να εξελίσσονται με αλματώδεις ρυθμούς. Οι ατμολέβητες έγιναν συστατικό κομμάτι των νέων ναυπηγήσεων εκτοπίζοντας σταδιακά την ιστιοφορία. Κωπηλατοτροχοί αναπτύχθηκαν για την πρόωση, καθώς οι προπέλες δεν είχαν ακόμα αναπτυχθεί πλήρως ενώ η τεχνολογία των νέων οπισθογεμών πυροβόλων Armstrong και Paixhans και οι νέες εκρηκτικές οβίδες άνοιξαν νέα κεφάλαια στη βλητική σε θαλάσσιο περιβάλλον.
Τα τελευταία κεφάλαια “εξαργυρώθηκαν” στη Σινώπη λίγα χρόνια μετά, με την ολοκληρωτική πυρπόληση και καταστροφή του οθωμανικού στόλου από τον ρωσικό ενώ και ο βομβαρδισμός του ρωσικού ναυτικού φρουρίου στο Κίνμπουρν από τις αγγλο-γαλλικές μοίρες στη διάρκεια του Κριμαικού πολέμου, έδειξαν πως η εποχή των παλιών ξύλινων ιστιοφόρων είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Το σχέδιο, η φιλοσοφία και τα υλικά των νέων ναυπηγήσεων στο εξής θα άλλαζαν με ιλλιγγιώδεις ρυθμούς με υπερσύγχρονες σχεδιάσεις να καθελκύονται και να ξεπερνιούνται μέσα σε λίγα χρόνια.
Το 1857 το γαλλικό ναυτικό ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός θωρακισμένου ωκεανοπόρου πολεμικού, του “La Gloire”. Αυτό καθελκύστηκε το 1859 και αν και αποδείχθηκε φτωχό σε επιδόσεις πλεύσης και επιρρεπές σε βλάβες και με πολλά σχεδιαστικά λάθη, προκάλεσε σεισμό στη ναυτική αρχιτεκτονική και πυροδότησε έναν εξοπλιστικό πυρετό, που στην άλλη πλευρά της Μάγχης υλοποιήθηκε με την ταχεία σχεδιάση και κατασκευή του “Warrior”.
Το πλοίο αποτέλεσε πρότυπο για την εποχή και κόστισε το ιλιγγιώδες ποσό των 400.000 λιρών στερλίνων – κόστος διπλάσιο εκείνου ενός τυπικού παραδοσιακού ιστιοφόρου. Μεγαλύτερο κατά 40% από το γαλλικό πλοίο, το “Warrior” μαζί με το αδερφό του, το “Black Prince”, αποτέλεσαν τα μεγαλύτερα, ανθεκτικότερα, ταχύτερα και ισχυρότερα πολεμικά πλοία της εποχής τους, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια επιβεβαιώνοντας την πρωτοκαθεδρία της Μεγάλης Βρετανίας ως κυριάρχου δύναμης των ανοιχτών θαλασσών.
Αν και δεν έλαβε μέρος σε καμία ναυτική σύγκρουση -μεταφέροντας τη σημαία της αυτοκρατορίας σε κάθε κρίση και περιοχή εντάσεων για τα επόμενα 20 χρόνια- το “Warrior” έθεσε τις βάσεις για το άλμα προς τα εμπρός της ναυπηγικής εγκαινιάζοντας τεχνικές, όπως η τμηματική ναυπήγηση και η ενσωμάτωση σιδερένιων τμημάτων στην κατασκευή.
Το 1883 το HMS Warrior κρίθηκε πλέον ξεπερασμένο και αφού υπηρέτησε ως πλωτό σχολείο, στρατώνας, αποθήκη λαδιού και διοικητήριο, αποφασίστηκε να διαλυθεί. Η τύχη το έφερε να γλυτώσει το σκραπ το 1924, αφού οι τιμές της εποχής είχαν πέσει ασυνήθιστα χαμηλά για μέταλλο και διατηρήθηκε μέχρι που ευεργέτες του ναυτικού το διέσωσαν ως μνημείο ναυτικής αρχιτεκτονικής της Βικτωριανής περιόδου. Ύστερα από επίμονες προσπάθειες ανακαίνισης, σήμερα αποτελεί επισκέψιμο μουσείο στον όρμο του Πόρτσμουθ πλάι στο HMS Victory και στο Mary Rose.