Καθελκύεται στα ναυπηγεία του Newport News το USS Ranger (CV-4), το τρίτης γενεάς αμερικανικό αεροπλανοφόρο και το πρώτο που ναυπηγήθηκε εξαρχής ως τέτοιο. Τα προηγούμενα αμερικανικά αεροπλανοφόρα, κλάσης ‘Langley’ (CV-1) και ‘Lexington’ (CV-2 & CV-3) ήταν μετατροπές από καταδρομικά μάχης και η ναυπήγηση της υπερκατασκευής τροποποιήθηκε ώστε να χωρέσει στο δοκιμασμένο κύτος που όμως προοριζόταν για ένα πολύ διαφορετικό πλοίο.
Αναγνωρίζοντας τη χρησιμότητα του αεροπλανοφόρου για ένα ναυτικό που ήθελε να κυριαρχήσει στις ανοιχτές θάλασσες, το υπουργείο Ναυτικών των ΗΠΑ ενέκρινε τη ναυπήγηση ενός ειδικά σχεδιασμένου πλοίου για να φιλοξενεί και να εξαπολύει μια πτέρυγα αεροσκαφών.
To ‘Ranger’ αποτέλεσε ένα πείραμα από μόνο του. Ναυπηγημένο σε μια περίοδο που οι Μεγάλες Δυνάμεις προσπαθούσαν να αυτοπεριοριστούν σε ναυτικούς εξοπλισμούς υπογράφοντας τη Συνθήκη της Ουάσινγκτον (1922), το πλοίο όφειλε να τηρήσει ορισμένους περιορισμούς. Το Αμερικανικό Ναυτικό σε ό,τι αφορούσε στα αεροπλανοφόρα δεν έπρεπε να παρουσιάσει πλοία εκτοπίσματος μεγαλύτερου των 27.000 τόνων και όχι περισσότερα αεροπλανοφόρα που να ξεπερνούσαν το tonnage των 135.000. Ως τέτοιο, το ‘Ranger’ σχεδιάστηκε πολύ περιορισμένο στις διαστάσεις (μόλις 222,5 μέτρα μήκος και 15.000 τόνους εκτόπισμα), αφού μετά τα ‘Lexington’ (CV-2) και ‘Saratoga’ (CV-3) απέμεναν μόνο 69-70 χιλιάδες τόνοι για νέες κατασκευές και το Ναυτικό ζητούσε “οικονομία”. Έτσι, προκρίθηκε η ναυπήγηση μικρών αεροπλανοφόρων, που θα λειτουργούσαν ως εκπαιδευτικά σε θέματα σχεδιασμού και δόγματος επιχειρήσεων.
Η συνέχεια στο Military History