Του Αντιναυάρχου (ε.α.) Σπύρου Κονιδάρη (ΠΝ), Επίτιμου Υπαρχηγού Στόλου-MSEE
Στο άρθρο μου στην “Καθημερινή” της 27ης Σεπτέμβριου με τίτλο «Η νέα εξίσωση στο Αιγαίο» και σε ό,τι έχει να κάνει με την ελληνική βιομηχανική συμμετοχή από την παραγγελία των νέων φρεγατών, έγραφα ότι «θα έχει ενδιαφέρον τι θα προβλέπει η τελική συμφωνία». Αυτό γιατί, πέρα από τις πολλές χιλιάδες δημοσιεύσεων για το πρόγραμμα και τα εκατομμύρια των λεπτομερειών στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο για το τι ακριβώς (εξ)οπλισμό θα έχουν τα πλοία αυτά και το τι θα δοθεί ως συμμετοχή και επιστροφή σε ελληνικές εταιρείες, σημασία έχει το τι τελικώς θα περιλαμβάνεται σε μια σειρά από δύσκολες συμβάσεις μεταξύ της γαλλικής πλευράς, ήτοι των ναυπηγείων (Group Naval), της κατασκευάστριας των Κ/Β ASTER και EXOCET (MBDA), της Γαλλικής ΓΔΑΕΕ (DGA), του Γαλλικού Ναυτικού και της ελληνικής πλευράς (ΓΔΑΕΕ, Πολεμικό Ναυτικό, εταιρείες).
Στον τομέα αυτό ήλθε την επομένη (28/9) η ανακοίνωση του ΣΕΚΠΥ (Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού), η οποία σε πανηγυρικό τόνο χαιρέτιζε τη συμφωνία Ελλάδος-Γαλλίας, που, εκτός των άλλων θετικών, την χαρακτήριζε ως ιστορική ευκαιρία για την ανάπτυξη της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας. Παρέθετε δε μια σειρά από στοιχεία όπως ότι:
(α) Ο ΣΕΚΠΥ είχε οργανώσει -πριν από τη λήψη απόφασης- επαφές με όλους τους υποψηφίους.
(β) Ο ΣΕΚΠΥ έδειξε και άνοιξε τον δρόμο από τις 13/2/2020 με την υπογραφή Συμφώνου Στρατηγικής Συνεργασίας με τον GICAN (Γαλλικός σύνδεσμος Ναυτικών Κατασκευών και Δραστηριοτήτων στον οποίο συμμετέχουν η GROUP NAVAL, η THALES FR και η MBDA), το οποίο σηματοδότησε την έναρξη συνεργασίας των δύο συνδέσμων σε ευρωπαϊκά προγράμματα -αμυντικά και ασφαλείας- ανταλλαγής τεχνογνωσίας κτλ. Το σύμφωνο δε αυτό προωθεί πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας και των δύο χωρών.
(γ) Στόχοι της Ελληνικής πλευράς είναι να συμμετάσχει ουσιαστικά (ποιοτικά και ποσοτικά) τόσο στο πρόγραμμα των ελληνικών Φ/Γ όσο και στη διεθνή αγορά, καθώς επίσης και να συμπεριληφθεί στη διεθνή αλυσίδα υποκατασκευαστών-συνεργατών των γαλλικών εταιρειών και στην «εν συνεχεία υποστήριξη»-FOS (Follow on Support) των πλοίων και των πολύπλοκων συστημάτων τους σε όλο τον βίο τους.
(δ) Οι ίδιες απαιτήσεις πρέπει να τεθούν επιτακτικά και στην DASSAULT, κατασκευάστρια των μαχητικών Rafale, για τη διόρθωση της μη ελληνικής συμμετοχής στα πρώτα 18 αεροσκάφη.
(ε) Η πολύ καλή συνεργασία της Αμυντικής Βιομηχανίας με τη ΓΔΑΕΕ του ΥΠΕΘΑ αποτελούν την εγγύηση για την επιτυχία των στόχων μας.
(στ) «Ισχυρή Αμυντική Βιομηχανία σημαίνει ισχυρές Ε.Δ. και ισχυρές Ε.Δ. σημαίνει αποτροπή των πολέμων και διασφάλιση της Ειρήνης», όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ στην Έκθεση DEFEA (13/7/2021).
Μετά τον εφησυχασμό μου από την παραπάνω επιστολή, θεωρώντας ότι «έχουν γνώσιν οι φύλακες», άρχισαν οι προβληματισμοί από τα ακόλουθα:
- Αναφορές για εκτίμηση της ελληνικής συμμετοχής ως δύσκολης λόγω του «αισιόδοξου σχεδιασμού» και των «οικονομικών περιορισμών». Πιο συγκεκριμένα, ο «αισιόδοξος σχεδιασμός» αντανακλά μάλλον στο αυστηρά περιορισμένο χρονοδιάγραμμα κατασκευής/παράδοσης των πλοίων, οι δε «οικονομικοί περιορισμοί» αναφέρονται μάλλον σε περιορισμένα περιθώρια κέρδους για τις γαλλικές εταιρείες που δυσκολεύουν αναθέσεις έργων και κατασκευής υλικών στην Ελλάδα. Εκτός και αν αυτά (συμπεριλαμβανομένου του κόστους ανάπτυξης, κατασκευής από την αρχή και για πρώτη φορά των μεταφορικών κτλ.) είναι φθηνότερα (και παραδίδονται, φυσικά, σύμφωνα με το αυστηρό χρονοδιάγραμμα) από τα παραγόμενα από τις αντίστοιχες γαλλικές εταιρείες.
- Το μήνυμα του κΡοζολή, Προέδρου του ΣΕΚΠΥ, προς τα μέλη του την 7/10/2021 σύμφωνα με το οποίο : (α) διαβιβάζει επιστολή του Αντιναυάρχου (ε.α.) Α. Αλεξόπουλου, Γενικού Διευθυντού της ΓΔΑΕΕ, προς γαλλικές εταιρείες, από τις οποίες ζητείται να υλοποιήσουν ουσιαστικό πρόγραμμα εγχώριας (ελληνικής) συμμετοχής, και (β) ο κ. Ροζολής πιστεύει ότι ενέργειες σαν και αυτή είναι στη σωστή κατεύθυνση και, εφ’ όσον υλοποιηθούν τα όσα ζητούνται, θα οδηγήσουν στην ουσιαστική ανάπτυξη της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας προς όφελος τόσο των ΕΔ όσο και της Ελληνικής Οικονομίας.
- Σύμφωνα με την επιστολή (από 6/10/2021) του ΓΔ της ΓΔΑΕΕ προς τις εταιρείες NAVAL GROUP, THALES FR και MBDA:
* Με την υπογραφείσα ελληνογαλλική συμφωνία και με το μνημόνιο με τις NAVAL GROUP και MBDA oι δυο πλευρές δεσμεύονται να αναπτύξουν μια συνεργασία στα θέματα εξοπλισμών, διευρύνοντας όσο το δυνατόν περισσότερο μια βιομηχανική σχέση μεταξύ ελληνικών και γαλλικών εταιρειών.
* Η ΓΔΑΕΕ είναι υποχρεωμένη, σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία, να αναλάβει όλες τις απαραίτητες πράξεις για την εξασφάλιση της προμήθειας μέσω της ανάπτυξης εθνικής βιομηχανικής βάσης και καλεί τις τρεις γαλλικές εταιρείες σε μια σειρά από (σ.σ.: πολύ σημαντικές και σωστές) ενέργειες για το μέγιστο όφελος της ελληνικής βιομηχανίας και το μειωμένο κόστος τής δια βίου υποστήριξης των πλοίων στην Ελλάδα.
* Ζητά πληροφορίες για τις μέχρι σήμερα ενέργειες της γαλλικής πλευράς στην κατεύθυνση αυτή, καταλόγους με προγράμματα/συστήματα τόσο των νέων Φ/Γ όσο και άλλων προγραμμάτων σε σχέση με αντίστοιχες ελληνικές εταιρείες που έχουν ήδη επιλεγεί γι’ αυτά, καθώς και άλλες που σχεδιάζουν να απασχολήσουν/εμπλέξουν.
* Ζητείται από τη γαλλική πλευρά ο καθορισμός Ομάδας Εργασίας και Συντονισμού του έργου αυτού και η παρουσίαση του προγράμματος της ελληνικής βιομηχανικής συμμετοχής το συντομότερο δυνατόν και πάντως πριν από την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων.
Η εν λόγω επιστολή δείχνει ότι η ΓΔΑΕΕ γνωρίζει και διεκδικεί. Όμως δημιουργούνται ερωτήματα, μήπως οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τη γαλλική πλευρά είναι ακόμη σε προφορική μορφή, οπότε και απαιτείται τεράστια προσπάθεια από την ελληνική πλευρά ώστε να υλοποιηθεί μια αξιοπρεπής εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή, ιδιαίτερα λόγω της κατασκευής των πλοίων στη Γαλλία (ο μόνος τρόπος βεβαίως για να παραλάβει το ΠΝ τα πλοία στο απαιτούμενο χρονικό διάστημα).
Όμως, οι αγαθές προθέσεις και οι ευχές του ΣΕΚΠΥ και η επαγγελματική επάρκεια των στελεχών του ΠΝ, των ΕΔ και της ΓΔΑΕΕ δεν επαρκούν ώστε όλα τα επιθυμητά από την πλευρά μας να συμπεριληφθούν στις συμβάσεις που τελικώς θα υπογραφούν, μιας και οι συμφωνίες και τα μνημόνια συνεργασίας που υπογράφονται σε αυτές τις περιπτώσεις σε πολύ υψηλά επίπεδα είναι γενικόλογες και χωρίς συμβατική και νομική αξία. Ιδιαίτερα αν δεν δοθεί επαρκής χρόνος, δεν σχηματισθούν σοβαρές επιτροπές και δεν υπάρχει η διάθεση και από τις δύο πλευρές να ανθήσει αυτή η ελληνογαλλική συνεργασία στον τομέα της Αμυντικής Βιομηχανίας (εκτός από τον πολιτικό- διπλωματικό-στρατιωτικό).
Προς την κατεύθυνση αυτή απαιτούνται σοβαρές αποφάσεις και δράσεις ιδίως από την Ελληνική πλευρά. Θα αναφερθώ σε τρεις:
* Θα πρέπει η Κυβέρνηση, πριν καθορίσει οριστική ημερομηνία υπογραφής των Συμβάσεων, να έχει τη σύμφωνη γνώμη της ΓΔΑΕΕ που θα παρακολουθεί την πορεία των διαπραγματεύσεων (ως εκ της Ελληνικής Νομοθεσίας, όπως ο ίδιος ο Ναύαρχος Διευθυντής της γράφει). Θα πρέπει δηλαδή η Κυβέρνηση να προτάξει τις άριστες Συμβάσεις (πιθανόν και 3-5 αναλόγως του τρόπου υλοποίησης του προγράμματος των φρεγατών και των όπλων τους) έναντι της τήρησης ενός στείρου χρονοδιαγράμματος που πρέπει «με το ζόρι» να τηρηθεί. Οι Συμβάσεις αυτές θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τις δεσμεύσεις των υποψήφιων προμηθευτών προ της επιλογής τους, τις συχνές εξαγγελίες της Κυβέρνησης για την αναζωογόνηση της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας μέσω των εξοπλιστικών προγραμμάτων (κάτι για το οποίο δεν είναι καθόλου ευχαριστημένος ο Πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ) και των λόγων του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Γάλλου Προέδρου στις 27/9/2021.
* Απαιτείται η υποστήριξη της ΓΔΑΕΕ με την καλύτερη δυνατή στελέχωση από το ΠΝ αλλά και από άλλους Κλάδους με στελέχη με ειδικές σπουδές και εμπειρίες από διαπραγματεύσεις, συμβάσεις και παραλαβές σύνθετων οπλικών συστημάτων και πλοίων, κάτι για το οποίο μαθαίνω ότι βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο, τουλάχιστον από πλευράς ΓΕΝ.
* Απαιτείται η υποστήριξη της ΓΔΑΕΕ από την Κυβέρνηση και ιδιαίτερα από τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας, των οποίων οι υπουργοί, ως εκ των καθηκόντων τους, συμμετείχαν στις υπογραφές των Μνημονίων στη Γαλλία. Εξού και η αναφορά σε προηγούμενο άρθρο μου ότι δεν επιτρέπεται αυτοί να θεωρούν ότι ολοκλήρωσαν το έργο τους, αλλά τώρα θα πρέπει να πιέσουν υπέρ της μεγίστης δυνατής ελληνικής βιομηχανικής συμμετοχής και της μεταφοράς σύγχρονης τεχνολογίας στην Ελλάδα. Επίσης, πρέπει να ενεργήσουν υπέρ της ανάδειξης και προώθησης ελληνικής τεχνολογίας στην Ευρώπη, την οποία αναγνωρίζει η ΕΕ και διάφοροι σοβαροί φορείς της όπως η EDA (European Defence Agency) και η ESA (European Space Agency) καθώς και ευρωπαϊκές εταιρείες κολοσσοί (AIRBUS, THALES).
Όσοι επιλέξαμε εδώ και χρόνια αντί του καναπέ μας να ενοχλούμε τους εκάστοτε κυβερνώντες για την εγκατάλειψη και την απαξίωση των ΕΔ και των στελεχών της, είμαστε ευχαριστημένοι από τις ενέργειες της σημερινής κυβέρνησης για τον επανεξοπλισμό της χώρας απέναντι σε έναν άρπαγα και ύπουλο γείτονα. Αυτό βέβαια γίνεται με μεγάλο κόστος και σε βάρος άλλων αναγκών του λαού· για καλύτερη εκπαίδευση, υγεία, συντάξεις, ευκαιρίες και εργασία για τους νέους. Αλλά η Ελευθερία και η Εθνική Ανεξαρτησία θέλουν κάθε μορφής θυσίες και οι οικονομικές είναι απαραίτητες και σε περίοδο ειρήνης. Απαιτούνται ορθολογικοί εξοπλισμοί (και όχι για την υπογραφή απλώς συμβάσεων με ό,τι φαύλο έχει αποδειχθεί στο παρελθόν και φυσικά όχι μόνο στην Ελλάδα) για την αποτελεσματική αποτροπή ώστε να μην μας απομείνουν μόνο οδυνηρές επιλογές, όπως πόλεμος, νεκροί και κατεστραμμένη οικονομία, ήττα, εδαφικός ακρωτηριασμός, υποτέλεια.
Η σημερινή λοιπόν ικανοποίηση δεν μας αρκεί ούτε μας κατατάσσει στους χειροκροτητές της κυβέρνησης, απεναντίας μας επιβάλλει τη συνεχή κριτική των κακώς κειμένων και την κατάθεση επωνύμως και όχι με την «ασφάλεια» του ψευδωνύμου, των προτάσεών μας σε θέματα που ο καθένας μας έχει σπουδάσει, εντρυφήσει, εξασκήσει και «ιδρώσει τη φανέλα», την ελληνική φυσικά!
Βεβαίως, σε μια Δημοκρατία δεν μπορούμε να τα επιβάλουμε, αλλά ευελπιστούμε ότι έτσι συμβάλλουμε στον δημόσιο και υπεύθυνο διάλογο και στη ζύμωση για τη λήψη ορθών για τη χώρα αποφάσεων από τους κυβερνώντες. Ελπίζουμε και προσβλέπουμε σε τέτοιες αποφάσεις που θα παρθούν από επαρκείς και πατριώτες κυβερνώντες και όχι από όσους δηλώνουν παντογνώστες ή επικαλούνται την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος (και έχουμε αρκετούς τέτοιους στη Χώρα και μάλιστα ιδιαίτερα επικίνδυνους λόγω της αλαζονείας που αναπτύσσεται ταχέως και ακμάζει στους κυβερνητικούς θώκους).
Σε ό,τι αφορά στα κακώς κείμενα, συμπεριλαμβάνονται οι μηδενικές επιστροφές των ελληνικών χρημάτων (σε ελληνικές εταιρείες και στο πλαίσιο της βιομηχανικής συμμετοχής ή μεταφοράς τεχνολογίας στην Ελλάδα) τόσο για τη δημιουργία Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου Πτήσεων στην Καλαμάτα (από ισραηλινές εταιρείες) όσο και για τα πρώτα 18 Rafale από τη Γαλλία.
Σε προηγούμενη τοποθέτησή μου (6/9/2021) στο navaldefence.gr με τίτλο «Ανάγκη λήψης ορθολογιστικής απόφασης μακριά από οπαδικές πιέσεις», είχα αναφερθεί στο ακόλουθο: «Αντί να κατηγορούμε την κυβέρνηση για τις καθυστερήσεις στην ανακοίνωση του “Νικητή” του προγράμματος των νέων Φ/Γ, θα πρέπει να ελπίζουμε ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς στην Ελλάδα (και όχι μόνο η ΓΔΑΕΕ ή το ΠΝ) ολοκληρώνουν το “homework” τους ενόψει της συμφωνίας και της υπογραφής των Συμβάσεων», δηλαδή το μόνο που μετράει, και όχι τα λόγια τα μεγάλα στα… drinks, τις κάμερες και το Διαδίκτυο. Αν αυτό το homework της ελληνικής πλευράς αποδειχθεί ανεπαρκές, και μάλιστα με τη νικήτρια γαλλική πρόταση η οποία ήταν η πρώτη που ήλθε στο τραπέζι, την επεξεργαζόμαστε πάνω από 15 μήνες και βελτιώθηκε 2-3 φορές (για να μεταμορφωθεί το πλοίο από πλωτό «ραντάρ» με 16 μόνο κατευθυνόμενα βλήματα στη σημερινή μάχιμη διαμόρφωση με 32 K/B συν το πυραυλικό CIWS RAM), τότε μπορούμε να φανταστούμε σε πιο επίπεδο ήταν όλες οι άλλες «σοβαρές προτάσεις» και γιατί περίμεναν άπαντες την «Πολιτική Απόφαση».
Σε ό,τι αφορά στην ελληνογαλλική συμφωνία και τις λεπτομερείς συμβάσεις που θα ακολουθήσουν, φυσικά δεν μπορούμε να κατηγορούμε τη γαλλική πλευρά αν αυτή προσπαθεί να μεγιστοποιήσει το κέρδος της, εφόσον δεν υπάρχουν δεσμεύσεις.
Ιδιαίτερα αν εμείς:
* Εγκαταλείψαμε την Εθνική μας Άμυνα, τις ΕΔ και το Πολεμικό μας Ναυτικό για 15+ χρόνια και -προσφάτως εγερθέντες από τον λήθαργο- αφήσαμε επιτέλους την υψηλή… καφενειακή νοοτροπία τού… «θα το ρισκάρουμε».
* Αδιαφορήσαμε -ένεκα του πολιτικού κόστους- για την κατάσταση των ναυπηγείων μας, παρ’ ότι για τα 10 τελευταία χρόνια πληρώνουμε, πέραν των μισθών των εργαζομένων, και πρόστιμα. Αυτό για μεν τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά σημαίνει πάνω από 15 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο ως πρόστιμο στην ΕΕ επειδή δεν τα εκκαθαρίζουν οι ελληνικές κυβερνήσεις, τα δε Ναυπηγεία Ελευσίνας συντηρούνται την τελευταία 5ετία κυρίως με τα χρήματα του ΥΠΕΘΑ και του ΠΝ για την ολοκλήρωση των τελευταίων ΤΠΚ κλάσης ΡΟΥΣΣΕΝ, τα οποία μας έχουν ανέλθει σε πάνω από 200 εκατομμύρια ευρώ. Τα χρήματα αυτά τα χρωστάνε τα Ναυπηγεία Ελευσίνας στο ΠΝ μαζί με πολλά ακόμη σε τράπεζες και εργαζομένους. Και φυσικά τα χρήματα του ΠΝ (δηλαδή του Ελληνικού Λαού, ήτοι τα… ορφανά) θα είναι τα πρώτα που θα «κουρευτούν» για την όποια… εξυγίανσή τους.
* Θέλουμε λόγω της τουρκικής απειλής να πάρουμε τάχιστα τα σύγχρονα αυτά πλοία και μάλιστα από τη γραμμή παραγωγής των πλοίων του Γαλλικού Ναυτικού.
Εδώ όμως δεν πρόκειται για καθαρά εμπορικές συμφωνίες μεταξύ εταιρειών, αλλά για στρατηγική επιλογή και διακρατική σχέση στο ψηλότερο επίπεδο και μάλιστα με ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής μεταξύ των δυο παραδοσιακά φίλων Δημοκρατιών, Ελλάδας και Γαλλίας. Και στον Έλληνα εταίρο της και εν δυνάμει συμπολεμιστή της η γαλλική πλευρά επιβάλλεται να φερθεί με σεβασμό!
Ιδιαίτερα όταν η Γαλλία συνδέει το πρόγραμμα των ελληνικών φρεγατών με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Αμυντικής βιομηχανίας και στη συνέχεια με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Αμυντικής ολοκλήρωσης. Άραγε, με τα ελληνικά χρήματα οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν εντάσσονται στην πρώτη; Γεννάται επίσης το ερώτημα, αν υπάρχουν και άλλα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα για το άμεσο μέλλον στα οποία η Ελλάδα και η Γαλλία επιθυμούν να συμπορευτούν. Θα γίνει όμως και αυτό εκ νέου μόνο με τα χρήματα της Ελληνικής Δημοκρατίας;