Ο Ολλανδικός στόλος εγκλωβίζει και κατανικά τον Βρετανικό στα νοτιοανατολικά παράλια της Αγγλίας επιφέροντάς του μεγάλες αλλαγές στο βρετανικό ναυτικό.
Βρισκόμαστε στα μέσα του 17ου αιώνα και ο ναυτικός ανταγωνισμός μεταξύ Βρετανίας και Ολλανδίας για τον έλεγχο των εμπορικών οδών από και προς τις αποικίες κορυφώνεται. Η Βρετανία έχει μόλις βγει από έναν αιματηρό και καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο το προηγούμενο έτος και αναζητούσε τρόπους αναβίωσης της οικονομίας της που θα βασιζόταν στο εξωτερικό εμπόριο. Στον ίδιο τομέα, όμως, δραστηριοποιείτο και η μικρή πλην εξαιρετικά ενεργή και τολμηρή Ολλανδική Ομοσπονδία των 7 Ενωμένων Επαρχιών, που αποτελούσε την ισχυρότερη ναυτική δύναμη στην Ευρώπη, εκείνη την περίοδο. Με τις δύο χώρες σε άμεση γειτνίαση, ο ανταγωνισμός εξελίχθηκε σε πόλεμο επιβίωσης, όπου το μέγεθος και ο πληθυσμός δεν είχαν τόση σημασία, όσο η εφευρετικότητα και η ναυτοσύνη. Θα ήταν ο πρώτος από τέσσερις μεγάλους Αγγλο-Ολλανδικούς πολέμους που απλώνονταν χρονικά μέσα στα επόμενα 130 χρόνια.
Όλος ο πόλεμος διεξήχθη στη θάλασσα, χωρίς οι αντίπαλοι στρατοί να συναντηθούν ποτέ με στέρεο έδαφος κάτω από τα πόδια τους, σε μια σύγκρουση που τους έφερνε σχεδόν ισοδύναμους. Η νίκη των Βρετανών στο Kentish Knock, μια νίκη στα σημεία που προκάλεσε την νευρική κατάρρευση του Ολλανδού ναυάρχου, είχε εξουδετερώσει προσωρινά την Ολλανδική ναυτική παρουσία κι έστειλε τις μαχητικές ναυτικές μοίρες σε αποστολές στη Βαλτική και στη Μεσόγειο, αφήνοντας τα μεγάλα πλοία πίσω για επισκευές με μειωμένα πληρώματα. Ωστόσο, οι Ολλανδοί, υπό τη διοίκηση του υποναυάρχου Μάαρτιν Τρόμπ, συγκέντρωσαν 88 πολεμικά, 5 πυρπολικά και συνόδευσαν ένα μεγάλο εμπορικό κονβόι με ασφάλεια από τα Ολλανδικά λιμάνια στα ανοιχτά.
Αφήνοντας μια δύναμη 16 πολεμικών να τα συνοδεύει, ο Τρόμπ στράφηκε βόρεια σε αναζήτηση των Βρετανών. Ο βρετανικός στόλος υπό τον ναύαρχο Ντρέηκ αιφνιδιάστηκε αλλά κατόρθωσε να ανοιχτεί στη θάλασσα κινούμενος βόρεια με τους Ολλανδούς να τους ακολουθούν. Στο στενό όρμο του Ντάνγκενες τους πρόλαβαν. Η σύγκρουση αργά το απόγευμα μέσα στο σκοτάδι με τα βρετανικά πλοία να εξέρχονται ένα ένα και να εμπλέκονται με τα ολλανδικά, τα οποία με μεγαλύτερη ισχύ πυρός και χέρια στα ρεσάλτα λόγω των μεγαλύτερων πληρωμάτων, επικρατούσαν.
Η νίκη των Ολλανδών τους χάρισε προσωρινά την κυριαρχία στη θάλασσα της Μάγχης ενώ επέφερε τεράστιες αλλαγές στην οργάνωση του βρετανικού ναυτικού. Στο εξής όλα τα πλοία θα τίθονταν υπό τις εντολές καπετάνιων του ναυτικού, βλέποντας την απροθυμία πληρωμάτων και καπετάνιων επιταγμένων εμπορικών να εμπλακούν και να ρισκάρουν το πλοίο τους, η διοίκηση του στόλου χωριζόταν σε μοίρες για καλύτερη διεύθυνση, ενώ Γενικές Οδηγίες και κανονισμοί συντάχθηκαν από το ναυαρχείο παγιώνοντας την εξουσία του ναυάρχου στη διοίκηση του στόλου. Στο εξής, οι Βρετανοί θα κέρδιζαν τις περισσότερες μάχες στη θάλασσα αλλά αυτό ώθησε τους Ολλανδούς να αποφεύγουν τη σύγκρουση με τα πολεμικά πλοία και να στραφούν σε μικρές επιδρομικές ομάδες με ελαφρά πλοία, ορισμένες από αυτές οργανωμένες από πειρατές στην έμμισθη υπηρεσία των Επαρχιών, που επιτίθονταν στα ακάλυπτα εμπορικά πλοία μειώνοντας τη ροή προμηθειών προς τα μητροπολιτικά νησιά και φέρνοντας τις τύχες του πολέμου σε ισορροπία. Ο πόλεμος θα έληγε δύο χρόνια μετά σε μια ισορροπία με πολλή δόση επιθυμίας για εκδίκηση και από τις δύο πλευρές. Οι διαφορές τους θα μεταφέρονταν στον επόμενο γύρο, 12 περίπου χρόνια μετά.