Στη γνωστή κι ως ναυμαχία της Κεϋλάνης (η σημερινή Σρι Λάνκα), 180 αεροσκάφη του ιαπωνικού ναυτικού από τα αεροπλανοφόρα Akagi, Hiryu και Soryu επιτίθενται αιφνιδιαστικά και βυθίζουν πλοία του βρετανικού ναυτικού.
H επίθεση έγινε μετά την απώλεια της Σιγκαπούρης, τη βύθιση του θωρηκτού “Prince of Wales” και του καταδρομικού “Repulse”, γεγονότα που καταρράκωσαν το ηθικό των Βρετανών. Τις επόμενες εβδομάδες αναφορές για ιαπωνικές επιθέσεις αναστάτωναν τις φρουρές της περιοχής (χαρακτηριστικό είναι πως Βρετανός σκοπός ανέφερε απόβαση ιαπωνικών αμφιβίων σκαφών, όταν είδε μια χελώνα να βγαίνει στην ακτή της Κεϋλάνης).
Ωστόσο, οι Ιάπωνες κινούνταν πράγματι για να συντρίψουν τον βρετανικό στόλο των Ανατολικών Ινδιών, ο οποίος λόγω της ιαπωνικής προέλασης μεταφέρθηκε αρχικά στο λιμάνι του Κολόμπο και κατόπιν στο μικρό επίνειο του Τρινκομαλέ. Ομάδες τριών ιαπωνικών αεροπλανοφόρων κινούνταν 200 μίλια νότια της Κεϋλάνης υπό άκρα μυστικότητα. Στις 4 Απριλίου, καναδική αεράκατος Catalina εντόπισε τον ιαπωνικό στόλο και κατόρθωσε να στείλει μήνυμα για την παρουσία, τη θέση και την κατεύθυνσή του πριν καταρριφθεί από 6 Zero.
Ωστόσο, το αρχηγείο του βρετανικού στόλου δεν τέθηκε σε επιφυλακή, θεωρώντας το άλλη μια υπερβολική και ανακριβή αναφορά. Έτσι, όταν στις 07:30 το επόμενο πρωί της Κυριακής του Πάσχα 90 βομβαρδιστικά, 54 βομβαρδιστικά καθέτου εφόρμησης και 36 καταδιωκτικά επιτέθηκαν στο Κολόμπο και στις εγκαταστάσεις του, οι βρετανικές αρχές αιφνιδιάστηκαν πλήρως. Η επίθεση ακολούθησε το σχέδιο του Περλ Χάρμπορ του προηγούμενου Δεκεμβρίου (που επίσης έγινε ένα σαββατιάτικο πρωινό), με τον ίδιο διοικητή, τον πλοίαρχο Mitsuo Fuchida, πλαισιωμένο από πολλούς πιλότους που έλαβαν μέρος στην επίθεση της Χαβάης και με τα ίδια αεροσκάφη. Οι σταθμοί ραντάρ απέτυχαν να εντοπίσουν τα ιαπωνικά αεροσκάφη καθώς είχαν απενεργοποιηθεί για την προβλεπόμενη συντήρηση.
Ατυχώς για τους Ιάπωνες, το μεγαλύτερο μέρος του βρετανο-ολλανδικού στόλου βρισκόταν στην ατόλη Addu (μια μυστική βάση ανεφοδιασμού του βρετανικού ναυτικού στα νησιά Μαλδίβες 700 μίλια νοτιοδυτικά), οπότε τα ιαπωνικά αεροσκάφη βύθισαν τα επιδρομικό (μετασκευασμένο εμπορικό) HMS Hector και το παλιό αντιτορπιλικό HMS Tenedos, ενώ επιτέθηκαν σε εγκαταστάσεις, κτίρια, αεροδρόμια και ό,τι άλλο μπορούσαν να βρουν (ούτε το φρενοκομείο της περιοχής δεν γλύτωσε, αφού οι Ιάπωνες βομβαρδιστές το πέρασαν για αποθήκες καυσίμων). Η βάση της RAF έχασε 27 καταδιωκτικά Hurricane, τα περισσότερα στο έδαφος ενώ καταρρίφθηκαν 5 ιαπωνικά αεροσκάφη. Το απόγευμα, ένα δεύτερο κύμα εντόπισε και βύθισε τα καταδρομικά “Dorsetshire” και “Cornwall”.
Παρά το ότι το χτύπημα δεν ήταν συντριπτικό, όπως στο Περλ Χάρμπορ, με τον βρετανικό στόλο Ανατολικών Ινδιών να παραμένει σχεδόν ανέπαφος, η επίθεση αιφνιδίασε και επέτεινε την πτώση ηθικού των Συμμαχικών δυνάμεων, που ήδη είχαν υπομείνει πολλά.
Τέσσερις μέρες αργότερα, οι Ιάπωνες ξαναχτύπησαν, επιζητώντας να βρουν τον κορμό του βρετανικού στόλου, αυτή τη φορά στη βάση του Τρινκομαλέ στα νοτιοδυτικά της Κεϋλάνης. Και πάλι, όμως, η επιτυχία ήταν περιορισμένη, αν και βύθισαν το ελαφρύ αεροπλανοφόρο HMS Hermes, το αντιτορπιλικό HMAS Vampire και την κορβέτα HMS Hollyhock.
Η επιτυχία των Ιαπώνων δεν εντοπίζεται μόνο στις βυθίσεις πλοίων αλλά στην ικανότητά τους να σχεδιάζουν τολμηρές αποστολές και να τις εκτελούν με επιτυχία και σχεδόν ατιμώρητα. Η επιδρομή στο Κολόμπο είχε ακρίβεια βομβαρδισμού της τάξης του 90% που αφήνει κάποιες σκέψεις για την τύχη του βρετανικού στόλου, αν βρισκόταν στις βάσεις του, όπως ο αμερικανικός.
Για την επίθεση, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ είπε σε μια συνομιλία στην βρετανική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον:
“Κατ΄εμέ, η πιο κρίσιμη στιγμή του πολέμου και εκείνη που με αναστάτωσε περισσότερο ήταν όταν ο ιαπωνικός στόλος κατευθυνόταν στην Κεϋλάνη και στη βάση του Ναυτικού εκεί. Κατάληψη της Κεϋλάνης και ο επακόλουθος έλεγχος του Ινδικού ωκεανού καθώς και η πιθανότητα ταυτόχρονα να καταλάβουν οι Γερμανοί την Αίγυπτο θα είχε κλείσει τον κλοιό (της Ινδίας) και το μέλλον θα ήταν σκοτεινό”.