Ανταρσία εκδηλώνεται στα πληρώματα πέντε πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού και στις 1η και 2η Ταξιαρχίες του Ελληνικού Στρατού στη Μέση Ανατολή. Επιτροπές ναυτών και στρατιωτών θα καταλάβουν τα πολεμικά πλοία “Κρήτη”, “Ιέραξ”, “Πίνδος”, “Σαχτούρης” και “Αποστόλης” και τα κτίρια, όπου στέγαζαν το Γενικό Επιτελείο, την Επιμελητεία, το Υπουργείο Ναυτικών, το Αρχηγείο του Στόλου, το στρατόπεδο “Έλλη”, το Ελληνικό Ναυτικό Φρουραρχείο Αλεξανδρείας και τη Σχολή Νέων Δοκίμων.
Το κίνημα του Ναυτικού εκδηλώθηκε από τις οργανώσεις του ΕΑΜ: ΑΣΟ, ΑΟΝ και ΑΟΑ. Η πρώτη από αυτές, η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση είχε οργανωθεί μεταξύ των στρατιωτών και ναυτών και μετουσιώθηκε στις επιμέρους Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού και Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας. Οι οργανώσεις ξεκίνησαν δράση ανοιχτά ήδη από τις 25 Μαρτίου εκδηλώνοντας ανοιχτά την στήριξή τους στην ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, γνωστή ως “κυβέρνηση του βουνού”) με παραστάσεις επιτροπών στον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό και στον υπουργό των Ναυτικών Σοφοκλή Βενιζέλο, οι οποίοι τις απέρριψαν. Έτσι, από τις αρχές Απριλίου εκδηλώθηκαν κινήματα σε μονάδες (2ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού) και από τις 3 με 4 Απριλίου σε πλοία του Στόλου.
Ο πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός θα υποβάλει την παραίτησή του και η εξέγερση θα κατασταλεί από τις 7 Απριλίου, στα πλοία και κτίρια με επέμβαση αγημάτων και στις στρατιωτικές μονάδες με περιχαράκωση και διακοπή του ανεφοδιασμού. Η στάση του Ναυτικού και του Στρατού θα φέρουν μεγάλη αναστάτωση στις Ελληνικές Δυνάμεις Μέσης Ανατολής και θα ανακόψουν τόσο την προσπάθεια αναδιοργάνωσής τους (ήδη συγκροτείτο η 2η Ταξιαρχία Πεζικού, που όμως θα διαλυθεί συμπαρασύροντας και την παλιότερη 1η Ταξιαρχία), όσο και την εμπιστοσύνη και στήριξη της Βρετανικής κυβέρνησης προς της ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου.