Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε στην Θεσσαλονίκη τη σημαντική και έκτακτη αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων μας, μετά από ένα θερμότατο καλοκαίρι που μόλις είχαμε περάσει με τις τουρκικές προκλήσεις. Σύμφωνα με τον ίδιο αποφασίστηκε η αγορά 4 φρεγατών πολλαπλού ρόλου όπως και η αναβάθμιση των 4 φρεγατών ΜΕΚΟ. Στην πορεία των ημερών μάθαμε ότι η αναβάθμιση των ΜΕΚΟ εκτιμάται περίπου στα 400 εκατομμύρια δολάρια, άρα θα είναι μια ικανοποιητική ανακαίνιση τους ενώ για όλο το πρόγραμμα θα μπορούσαν να διατεθούν 5 έως 5,5 δισεκατομμύρια. Στη συνέχεια ο υπουργός Εθνικής Άμυνας και ο πρωθυπουργός είπαν πως η απόφαση θα παρθεί εντός του πρώτου εξαμήνου του 2021, ενώ ανακινήθηκε έντονα η «ενδιάμεση λύση», δηλαδή η αγορά ως «πακέτο» των νέων φρεγατών με παραχώρηση μεταχειρισμένων σκαφών από ένα ξένο Πολεμικό Ναυτικό, ενώ η αναβάθμιση των ΜΕΚΟ θα συνδυαστεί για λόγους ομοιοτυπίας με την αγορά των νέων.
Μητσοτάκης στη Βουλή: Αποφασίζουμε για φρεγάτες μέχρι τον Ιούνιο
Και κάπου εδώ ετοιμαζόμαστε να σκοντάψουμε. Ή πιο σωστά να βάλουμε τρικλοποδιά στον εαυτό μας. Ας ξαναδούμε λίγο τι ακριβώς ετοιμαζόμαστε να κάνουμε: Αρχικά να πάρουμε μια απόφαση που θα καθορίσει τη μορφή του στόλου μας για τα επόμενα 40 χρόνια. Καθώς οι νέες φρεγάτες θα υπηρετήσουν τουλάχιστον τόσο, ενώ οι αναβαθμισμένες ΜΕΚΟ και τα πλοία ενδιάμεσης λύσης θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον μια δεκαετία ή ακόμη καλύτερα μια δεκαπενταετία ζωής μπροστά τους. Ταυτόχρονα προγραμματίζουμε να διαχειριστούμε το μεγαλύτερο – σε αξία- αμυντικό πρόγραμμα που έχει ποτέ αποφασίσει η χώρα μας. Επίσης να διερευνήσουμε όλες τις πιθανές παραμέτρους χρηματοδότησης αυτού του προγράμματος, και τις επιπτώσεις του στον προϋπολογισμό μας γενικότερα, στον αμυντικό προϋπολογισμό ειδικότερα και βέβαια λαμβάνοντας υπόψη το ιδιαίτερα ασταθές οικονομικό κλίμα της εποχής.
Και αυτά θα τα κάνουμε στους επόμενους λίγους μήνες; Σε 4-5 μήνες (ή σε 6 ή σε 7); Σε λίγους μήνες θα αξιολογήσουμε 6 προτάσεις, δηλαδή τη γαλλική, την αμερικανική, τη βρετανική, την ολλανδική, τη γερμανική, και την ιταλική; Θα μελετήσουμε τις τεχνικές και αμυντικές προδιαγραφές 6 τελείως διαφορετικών μεταξύ τους πλοίων και δεκάδων διαφορετικών οπλικών και ηλεκτρονικών υποσυστημάτων, σε συνδυασμό με τις επίσης διαφορετικές προτάσεις αναβάθμισης των ΜΕΚΟ; Θα συνυπολογίσουμε στο ίδιο ελάχιστο διάστημα (και εντός πανδημίας) τις πιθανές λύσεις παραχώρησης άλλων σκαφών, με τελείως διαφορετικά χρονοδιαγράμματα από κάθε πρόταση; Θα ζητήσουμε διευκρινήσεις, θα κάνουμε επισκέψεις σε ξένα ναυπηγεία, στα ίδια τα σκάφη (όσα από αυτά είναι σε λειτουργία και δεν αποτελούν προτάσεις μελλοντικής ναυπήγησης); Θα μελετήσουμε καταναλώσεις, αποδόσεις, επιδόσεις, θα ζητήσουμε αλλαγές, προσαρμογές, θα κάνουμε συγκρίσεις με τις τουρκικές εξελίξεις στον δικό τους στόλο, θα εκτιμήσουμε τις ανάγκες πληρωμάτων, τα χρονοδιαγράμματα μετάβασης σε νέους τύπους, μετεκπαίδευσης, και σταδιακής απόσυρσης των παλαιότερων μας πλοίων, σε όλα τα πιθανά σενάρια και παραλλαγές;
Μήπως στο ίδιο διάστημα θα μελετήσουμε τις επιπτώσεις που θα έχει μια μερική ναυπήγηση στην Ελλάδα; Καθώς ο πρωθυπουργός στην ίδια ομιλία εξαγγελίας της αναβάθμισης του στόλου μας, είχε μιλήσει για «αμερικανικά κεφάλαια που θα επενδύσουν στα Ναυπηγεία της Ελευσίνας» και για «τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά όπου σύντομα εισέρχεται στρατηγικός επενδυτής» λέγοντας πως αυτές οι εξελίξεις μαζί με τον νέο στόλο και την αγορά των Rafale είναι: «οι τολμηρές απαντήσεις, όχι μόνο στις ανάγκες της συγκυρίας αλλά και στις προκλήσεις της ιστορίας».
Μόνο που σχεδόν έξη μήνες μετά, και στα Ναυπηγεία Ελευσίνας και στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει συμβεί. Αντίθετα έχουν δημιουργηθεί νέες και σοβαρές εμπλοκές, οι εγκαταστάσεις συνεχίζουν να εκφυλίζονται, με νέα χρέη και μπερδεμένα ιδιοκτησιακά και νομικά ζητήματα να ανακαλύπτονται.
Επαναλαμβάνουμε το ερώτημα: Πως ακριβώς θα πάρουμε την απόφαση για τις νέες φρεγάτες, την αναβάθμιση των ΜΕΚΟ και για την παραχώρηση πλοίων μέσα στους επόμενους λίγους μήνες; Με ποια στοιχεία; Με ποιες δυνατότητες ανάλυσης; Με ποιες πληροφορίες; Πως θα μελετηθούν οι χιλιάδες σελίδες των προσφορών, οι οποίες ακόμη έρχονται (όπως η ιταλική που έφτασε την τελευταία στιγμή). Πως θα συγκριθούν μεταξύ τους; Δεν αμφιβάλλουμε για την ποιότητα των στελεχών που θα μελετήσουν όλα αυτά, αμφιβάλλουμε για το αν έχουν το χρόνο να καταλήξουν σε μια απόφαση τόσο κρίσιμη εντός τόσο μικρού χρονικού διαστήματος. Όταν μάλιστα δεν υπάρχει αντίστοιχο διεθνές παράδειγμα, λήψης απόφασης τέτοιου μεγέθους σε τόσο λίγο χρόνο. Όταν μάλιστα άλλες χώρες, πιο πλούσιες από εμάς, με καλύτερες ναυπηγικές υποδομές από εμάς, μελετούν αντίστοιχα προγράμματα χρόνια.
«Μα υπάρχει πιεστική ανάγκη» θα θυμίσει κανείς. Πράγματι καιγόμαστε για νέα σκάφη, τόσο λόγω εκφυλισμού των δικών μας όσο και από πλευράς τουρκικών ναυπηγήσεων. Αλλά ό,τι και να επιλέξουμε, νέα φρεγάτα στο Αιγαίο πριν το 2024-25 δεν θα δούμε, καθώς τόσο θα κάνει να κατασκευαστεί και να παραδοθεί κάποια. Και αν επιμείνουμε στην εγχώρια ναυπήγηση, επίσης θα πρέπει να έχουμε μια καθαρότερη εικόνα για το μέλλον των δικών μας ναυπηγείων και όχι τη θολή που έχουμε τώρα. Και αν θέλουμε να δούμε πόσα κεφάλαια μπορούμε να διαθέσουμε, θα πρέπει το υπουργείο Οικονομικών να προλάβει να κάνει τις απαραίτητες προβλέψεις (εκεί και αν χρειάζεται χρόνος) και τις αναγκαίες διαπραγματεύσεις.
Το συμπέρασμα: Υπάρχει σοβαρή πιθανότητα η μεγάλη απόφαση για τον στόλο των επόμενων χρόνων μας να παρθεί μέσα σε ασφυκτικά χρονικά πλαίσια που εμείς θα έχουμε -γιατί άραγε- επιβάλλει στον εαυτό μας. Με ρίσκο που δεν μπορεί τώρα να εκτιμηθεί. Όσο και αν εμείς, οι παρατηρητές, μελετητές και ενδιαφερόμενοι θέλουμε να παρθεί μια απόφαση γρήγορα, όσο και αν αγωνιούμε να δούμε ένα στιβαρό στόλο στο Αιγαίο, όσο και να το θέλουν πρώτα από όλους μας, οι αξιωματικοί και τα πληρώματα του Ναυτικού μας, οι πέντε, έξι, επτά μήνες δεν φθάνουν. Ειδικά όταν η διαδικασία εμφανίζεται τόσο σύνθετη (ή και μπερδεμένη). Καθώς μοιάζει με διαγωνισμό αλλά δεν είναι διαγωνισμός. Καθώς κάποιες προτάσεις είναι καλύτερα προετοιμασμένες γιατί ήταν σε επικοινωνία με το Ναυτικό μας από προηγούμενες διαπραγματεύσεις. Καθώς άλλες προτάσεις εφόσον το κύριο κριτήριο επιλογής είναι “το καλύτερο όπλο” βγαίνουν από το κάδρο, αλλά ξαναμπαίνουν αν το κριτήριο “ενδιάμεση λύση” προκριθεί ως σημαντικό. Άλλες προτάσεις είναι καθαρά εμπορικές, άλλες συνοδεύονται από διεθνή στήριξη, άλλες είναι υπαρκτές, άλλες σχέδια επί χάρτου, δηλαδή με μεγάλες ανομοιότητες και ανισότητες μεταξύ τους. Και δεν μας ενδιαφέρει βέβαια μήπως αδικηθεί κανένα ναυπηγείο του εξωτερικού, αλλά σίγουρα μας ενδιαφέρει να κάνουμε εμείς την καλύτερη επιλογή, εφόσον έχουμε καταρτίσει μια σαφή ομάδα κριτηρίων και με συγκεκριμένες ποσοστώσεις βαρύτητας το καθένα, στην τελική απόφαση.
Καλύτερα λοιπόν να δοθεί ένα εξάμηνο παράταση (τουλάχιστον), καλύτερα να μελετηθεί εντατικά και να παζαρευτεί ακόμη πιο σκληρά η τελική μας επιλογή παρά να εμφανιστούμε σε κάποια χρόνια από σήμερα να προσπαθούμε να επιλύσουμε προβλήματα που δεν είχαμε προβλέψει, καθυστερήσεις που δεν είχαμε διαβλέψει, ακυρώσεις και αναβολές που δεν είχαμε μετρήσει, υπερκοστολογήσεις που δεν θα αντέχουμε. Από αυτά άλλωστε έχουμε ήδη πικρή πείρα και μας έχουν κοστίσει σοβαρά σε αμυντική ικανότητα. Τέτοια λάθη δεν πρέπει να ξαναγίνουν.
Συγνώμη!!! Αλλά ακούω για φρεγάτες εδώ και δύο με τρία χρόνια!! Δύο χρόνια σχεδον συζητάμε μόνο με τους Γάλλους!! Και τώρα είναι η ποιο σωστή ώρα γιατί τώρα μας δίνουν πολλά και τώρα μπορούμε και εμείς να δώσουμε λίγα χρήματα!!! Μετά από έξη μήνες δεν ξέρει κανείς αν θα μπορούμε αν θα μας αφήσουν να αγοράσουμε και θα λέμε γιατί?? Απλά αφήνω τις λίγες μου σκέψεις!!