Του Αντιναυάρχου ε.α. Βασίλειου Μαρτζούκου ΠΝ, επίτιμου διοικητή Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, αντιπροέδρου ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.
Κατά καιρούς διαμορφώνεται αρνητικό κλίμα κατά αποστράτων αξιωματικών οι οποίοι ερωτώμενοι από ποικιλία ΜΜΕ, διατυπώνουν την άποψή τους, επί διεθνολογικών, εθνικών και κυρίως στρατιωτικών θεμάτων. Το αρνητικό κλίμα κορυφώνεται όταν οι απόστρατοι αξιωματικοί στις αναλύσεις τους διαφωνούν με τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές. Ο αποκλεισμός και το «σιωπητήριο» αποτελεί προφανώς εσφαλμένη και αντιδημοκρατική επιλογή. Οι δημοσιολογούντες απόστρατοι δικαιούνται να διαφωνούν με παρρησία και ευπρέπεια, ως ελεύθεροι πολίτες, ενθυμούμενοι πάντοτε την σημασία του κύρους των θεσμών τους οποίους έχουν ηθική κατ’ ελάχιστον υποχρέωση να προστατεύουν. Για τους τυχόν ασχημονούντες αποστράτους άλλωστε είναι δυνατόν να εφαρμόζεται η σχετική νομοθεσία.
Η καλόπιστη και τεκμηριωμένη κριτική δεν υπονομεύει απαραιτήτως την εκάστοτε στρατιωτική ή πολιτικής ηγεσία, αντιθέτως θα πρέπει αυτή να εξετάζεται, κατ’ αρχήν καλοπροαίρετα. Για λόγους αξιοπιστίας θα ήταν σκόπιμο τα ΜΜΕ να προσκαλούν βάσει βιογραφικών και δευτερευόντως βάσει της τηλεθεάσεως προκαλουμένης από τυχόν συστηματικό και οξύ καταγγελτικό λόγο, από κομματικά στρατευμένη ιδιοτέλεια ή από τάση θωπείας των ώτων της κοινής γνώμης.
Η μακρά απουσία από τις ΕΔ (π.χ. πέραν της εικοσαετίας) ενός αποστράτου δεν ακυρώνει την αξιοπιστία των απόψεών του εάν αυτός διατηρεί επαφή με τις εξελίξεις (διεθνολογικές, γεωπολιτικές, τεχνολογικές, στρατιωτικές κ.λπ.) αλλά αντιθέτως, υπό προϋποθέσεις, την ενισχύει αφού η πολυετής βιωματική του εμπειρία συνδυάζεται με την πολυτέλεια του ελευθέρου χρόνου (για σκέψη και σύνθεση) την οποία στερείται ο εν ενεργεία αξιωματικός, λόγω πολλαπλών υποχρεώσεων. Θα ήταν δραματικά ελλιπής η δημόσια ενημέρωση με αποκλειστική παρουσία πολιτικών, καθηγητών, διπλωματών, με απουσία αποστράτων αξιωματικών.
Οι εκάστοτε στρατιωτικές ηγεσίες, με την αρωγή των επιτελικών τους οργάνων, έχουν την θεσμική εξουσία διοικήσεως των ΕΔ και την υποχρέωση παροχής εισηγήσεων και στρατιωτικής συμβουλής προς την πολιτική ηγεσία. Δεν θα έβλαπτε να λαμβάνουν υπ’ όψιν οι εν λόγω ηγεσίες, την κριτική και τις προτάσεις επιλεγμένων αποστράτων ή και δεξαμενών σκέψεως, κατά άτυπο και μη δεσμευτικό τρόπο. Για ένα έθνος που βαρύνεται με σφάλματα επιλογών κατά το παρελθόν και που απειλείται άμεσα η κυριαρχία και τα κυριαρχικά του δικαιώματα σε Ελλάδα και Κύπρο, ουδείς περισσεύει ενώ τα περιθώρια διχαστικών μηνυμάτων και διλημμάτων είναι μηδενικά.
Στην ελληνική πραγματικότητα υπάρχει κατά καιρούς ασυνέχεια απόψεων τόσο μεταξύ διαδόχων σχημάτων ηγεσίας όσο και μεταξύ στελεχών της αυτής ηγεσίας. Υπάρχουν τέλος και στρατιωτικές ηγεσίες που δεν εισακούσθηκαν από τις πολιτικές ηγεσίες τους (δεν εξηγείται διαφορετικά η επί εικοσαετία ουσιαστική εγκατάλειψη των ΕΔ της χώρας). Κατά συνέπεια ουδείς ευρίσκεται υπεράνω κριτικής υπό το όρο αυτή να ασκείται υπεύθυνα, βάσει των εθνικών συμφερόντων αλλά ταυτόχρονα με τόλμη και δίχως αναστολές. Το σύνηθες επιχείρημα «τα εν οίκω μη εν Δήμω» δεν ισχύει διότι οι περισσότερες «αποκαλύψεις» είναι λεπτομερώς γνωστές στους αντιπάλους και μόνη ανενημέρωτη παραμένει η φορολογούμενη κοινή γνώμη. Όταν η πολιτεία λαμβάνει οριστικές αποφάσεις, η όποια μέχρι τότε αρνητική κριτική έχει ήδη καταγραφεί και άπαντες πορεύονται υπό τα νέα δεδομένα, ενώ οι καλοπροαίρετοι διαφωνούντες εύχονται νοερά να διαψευσθούν οι ανησυχίες τους.
Το ελληνικό κράτος, σε σχέση με έτερα Δυτικά κράτη, κατέχει πιθανότατα αρνητικό ρεκόρ στην εκμετάλλευση αποστράτων αξιωματικών (π.χ. στην κυβέρνηση, κρατικό μηχανισμό, τεχνολογικές εταιρείες, διοίκηση, εκπαίδευση κ.λπ.) οι οποίοι αποστρατεύονται σε νέες σχετικά ηλικίες, διαθέτουν πολύπλευρη εμπειρία και η Πολιτεία έχει δαπανήσει τεράστια ποσά στην εκπαίδευσή τους. Οιαδήποτε τάση ευσχήμου «διαζυγίου» των αποστράτων αξιωματικών από τα ΜΜΕ, δεικνύει ανασφάλεια, ενώ κάθε προσπάθεια αποκοπής του ομφάλιου λώρου μεταξύ εν ενεργεία και αποστράτων αποτελεί καταδικασμένη ουτοπία, δεδομένου ότι οι δεύτεροι αποτελούν τους μέντορες, διδασκάλους και πρότυπα των εν ενεργεία, με ότι αυτό σημαίνει για τους ακατάλυτους βιωματικούς δεσμούς των.