Επιλογή FREMM–IT για τη νέα φρεγάτα FFG(X)
Στις 30 Απριλίου 2020 το Αμερικανικό Ναυτικό ανακοίνωσε την πρόταση που επικράτησε στο πρόγραμμα ανάπτυξης της νέας Φ/Γ FFG(X), αυτής των ιταλικών ναυπηγείων Fincantieri για μια έκδοση της γνωστής FREMM κλάσης Bergamini. Θα μπορούσε η παραπάνω επιλογή να παίξει κάποιο ρόλο στα ναυπηγικά σχέδια του Πολεμικού Ναυτικού για την απόκτηση σύγχρονων Φ/Γ με δυνατότητα Άμυνας Περιοχής;
Του Βασίλη Παπακώστα. Επιπλέον στοιχεια Φαίδων Γ. Καραϊωσηφίδης.
Το πρόγραμμα FFG(X) ξεκίνησε στις 10/07/2017 με την έκδοση πρόσκλησης παροχής πληροφόρησης-RfI (Request For Information), καθώς το US Navy είχε διαγνώσει ήδη από το 2014 το μεγάλο κενό που θα προέκυπτε στις μονάδες επιφανείας του μεταξύ της κλάσης LCS και της Arleigh Burke. Οι προσδοκίες τής (υπο-εξοπλισμένης) κλάσης LCS δεν εκπληρώθηκαν ποτέ και ήδη υπάρχουν σκέψεις για την απόσυρση 2+2 πλοίων από το 2021 (των δύο αρχικών Freedom και των δύο αντίστοιχων Independence), αφού η ηγεσία του παραδέχεται ότι αυτά αποτέλεσαν πλατφόρμες δοκιμών πάνω στις οποίες επιλύθηκαν πολλά από τα προβλήματα του προγράμματος Littoral Combat Ship (για πολλούς μάλιστα όχι όλα).
Αυτό που αναζητούσε το Αμερικανικό Ναυτικό στο πρόγραμμα FFG(X) δεν ήταν άλλο από τον διάδοχο της κλάσης O.H. Perry, δηλαδή μια Φ/Γ πολλαπλών ρόλων (Multi Mission). Το πλοίο με ισορροπημένο εξοπλισμό και οπλισμό, χαμηλό κόστος ανάπτυξης και κτήσης (ιδανικά στηριγμένο σε υφιστάμενη και αποδεδειγμένη σχεδίαση) και οικονομικό σύστημα πρόωσης θα έπρεπε να έχει δυνατότητα δράσης τόσο στην ανοικτή θάλασσα (blue water operation) όσο και σε παράκτιο περιβάλλον (littoral environment). Υπενθυμίζεται ότι το US Navy επιδιώκει τη διατήρηση στόλου 355 μονάδων, εκ των οποίων οι 52 θα είναι κατηγορίας SSC (Small Surface Combatant), που θα εισέλθουν σε υπηρεσία έως το 2035. Για να συμπληρωθεί ο αριθμός των 52 πλοίων (πέραν των υφιστάμενων-προγραμματισμένων 32 LCS), σχεδιάζει να αποκτήσει και 20 μεγαλύτερα πλοία μέσω του προγράμματος FFG(X). Υπογραμμίζεται ότι, παρά το γεγονός ότι έως το 2019 το US Navy θα έχει κατασκευάσει ή θα έχει παραγγείλει 35 LCS, η απαίτηση για 20 FFG(X) παραμένει!
ΕΠΙΣΗΜΟ: Η φρεγάτα FFG(X) του USN που ενδιαφέρει και το ΠΝ, την λέμε πλέον “Constellation Class”
Στην πρόσκληση RfI για την κλάση FFG(X) ανταποκρίθηκαν αρχικά οι κατασκευαστές των LCS Freedom και Independence, όσο και εταιρείες από την Ευρώπη μέσω αμερικανικών ναυπηγείων όπως η Fincantieri. Οι υποψηφιότητες αυτές και το πρόγραμμα FFG(X) στο σύνολό του δέχθηκαν έντονη κριτική στις ΗΠΑ, αφού οι προτεινόμενες φρεγάτες θεωρούνται τελικά μονάδες «High End», με κόστος που κυμαίνεται μεταξύ $1-1,5 δις και δεν συνάδουν με το νέο δόγμα του Αμερικανικού Ναυτικού για «High»-«Low End» πλοία, με τις απαιτήσεις για τα πρώτα να υπερκαλύπτονται από την κλάση DDG-51.
ThinkOfTheBox: Belh@rra ή FFG (X) για το ΠΝ; ποια είναι η καλύτερη λύση;
Έτσι η ηγεσία του, πριν υλοποιήσει το επόμενο βήμα και εκδώσει την πρόσκληση υποβολής προτάσεων-RfP (Request For Proposals), προχώρησε σε συζητήσεις με εγχώρια και ξένα ναυπηγεία, ώστε να διαμορφώσουν από κοινού ένα μέσο δυνητικό κόστος (Average Follow Ship Cost) για 2 έως και 20 μονάδες. Επιπλέον, μέσω της RFP καθόρισε προκαταβολικά τα συστήματα και όπλα της νέας σχεδίασης, τα οποία είναι όλα εγχώριας προέλευσης και θα παρασχεθούν ως GFE (Government Furnished Equipment). Τέλος, δόθηκε έμφαση στη δυνατότητα της κλάσης να περιλάβει μελλοντικές αναβαθμίσεις (Growth Margin) σε ποσοστό μέχρι και 5% χωρίς να απαιτείται βαριά μετασκευή του κύτους της σχεδίασης, ενώ ενσωματώθηκε η δυνατότητα εγκατάστασης σόναρ επί της γάστρας (Hull-mounted sonar).
Tο USN αποκτά ιταλικές FREMM σαν FFG(X), ποιες οι πιθανότητες να δούμε μια ελληνική FFG(X) HEL;
Η RfP εκδόθηκε την 20/06/2019 με προθεσμία την 22/08/2019 για την υποβολή τεχνικών προτάσεων και την 26/09/2019 για την υποβολή προτάσεων κόστους. Όπως έχουμε αναφέρει και παλαιότερα (Π&Δ 400, «Littoral Combat Ship, Υποψηφιότητα για το ΠΝ;»), οι προτάσεις προήλθαν από: τη (νικήτρια) Fincantieri μέσω της θυγατρικής της στις ΗΠΑ MMC (Marinette Marine Corporation), η οποία θα κατασκευάσει τα πλοία στο ναυπηγείο Marinette του Wisconsin, την AUSTAL με μια παραλλαγή της κλάσης LCS-2 Independence, το ναυπηγείο Bath Iron Works με μια παραλλαγή της κλάσης F100 της ισπανικής Navantia και το ναυπηγείο Huntington Ingalls με μια παραλλαγή της κλάσης Legend, που έχει αναπτυχθεί για την Αμερικανική Ακτοφυλακή.
Από τη διαδικασία αποσύρθηκε ως γνωστόν τον Μάιο του 2019 η Lockheed Martin, η οποία θα συμμετείχε με μια παραλλαγή της κλάσης LCS-1 Freedom. Ωστόσο, η LM συμμετέχει στην πρόταση της Fincantieri, καθώς είναι ο υπεύθυνος φορέας για τη λειτουργική ολοκλήρωση των συστημάτων (Systems Integrator) της νέας φρεγάτας. Επιπλέον, στο ναυπηγείο που θα κατασκευαστούν οι FFG(X) ναυπηγούνται τόσο οι LCS όσο και οι φρεγάτες MMSC (Multi-Mission Surface Combatant), δηλαδή η παραλλαγή των LCS για το Ναυτικό της Σαουδικής Αραβίας (και μια δυνητική υποψηφιότητα για το ΠΝ).
Αρχικός στόχος ήταν να επιλεγεί η βέλτιστη πρόταση έως τον Ιούλιο του 2020 και σε κάθε περίπτωση εντός του 2020, αλλά λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 αποφασίστηκε να επισπευστεί η διαδικασία. Έτσι, στις 30/04/2020 ανακοινώθηκε η πρόθεση για την ανάθεση του συμβολαίου DDC (Detail Design Construction) ύψους $795 εκατ., που αφορά το πρώτο πλοίο, με προαίρεση για επιπλέον εννέα μονάδες για την πρόταση της Fincantieri.
Για να αποφευχθούν οι… παρανοήσεις, το κόστος του DDC αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στη ναυπήγηση του πλοίου και δεν περιλαμβάνει τον εξοπλισμό GFE, που θα ανεβάζει το τίμημα ανά μονάδα στα $1.281.000. Το συνολικό ύψος του ναυπηγικού προγράμματος, εφόσον υλοποιηθούν οι προαιρέσεις, αναμένεται να φθάσει τα $5.576.105 χωρίς τον εξοπλισμό GFE και θα ολοκληρωθεί με την τελευταία παράδοση τον Μάϊο του 2035. Το υφιστάμενο κονδύλι για το 2021 ανέρχεται σε $1.053.000 και ο ετήσιος προϋπολογισμός μειώνεται σταδιακά έως το 2025 με μέσο κονδύλι $939,1 εκατ. στο μεσοδιάστημα.
Η νικήτρια σχεδίαση του διαγωνισμού είναι μια έκδοση της κλάσης Bergamini και ειδικότερα της παραλλαγής IT-ASW Virginio Fason. Η ναυπήγηση του πρώτου πλοίου, που ευσχήμως ονομάζεται «parent ship», θα ξεκινήσει το 2022 και η πρώτη παράδοση αναμένεται τον Οκτώβριο του 2026 (χρόνος κατασκευής 66 μήνες). Για το 2021 και το 2022 προγραμματίζεται η παραγγελία μίας μονάδας ετησίως, από δύο μονάδες τα οικονομικά έτη 2023 και 2024 και 3 πλοία το 2025, ώστε να συμπληρωθεί ο αριθμός των 10 φρεγατών μαζί με το αρχικό «parent ship». Σε επόμενη φάση και για την εκπλήρωση της δυνητικής προοπτικής των 20 συνολικά FFG(X) αναμένεται να αποκτηθούν 10 επιπλέον πλοία, τα οποία όμως θα ανατεθούν κατόπιν νέου διαγωνισμού και είναι πιθανό τα συμβόλαια να υπογραφούν με δύο ναυπηγεία, για να επιταχυνθεί ο χρόνος ναυπήγησης.
H «ιταλική» FFG(X)
Το πλοίο είναι εκτοπίσματος (σε παρένθεση δίνονται τα στοιχεία για τη FREMM-IT) κατ’ εκτίμηση 7.500 τόνων (6.500), μήκους 151,1 m (144,6), με βύθισμα 19,8 m (ίδιο με της FREMM), θα μπορεί να αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα 26+ κόμβων (27+) με αυτονομία 6.000 ναυτικών μιλίων (ίδια με της FREMM) και με ταχύτητα 16 κόμβων κάνοντας χρήση των ηλεκτρικών κινητήρων. Η προδιαγραφή των FFG(X) προσδιόριζε ελάχιστη απαίτηση αυτονομίας 3.000 ναυτικών μιλίων με ταχύτητα 16 κόμβων. Σημειωτέον ότι το σύστημα πρόωσης είναι ίδιο με της FREMM-IT, μια διάταξη CODLAG (COmbined Diesel Electric And Gas turbine).
Αναφορικά με τη μέγιστη ταχύτητα, η προδιαγραφή είναι ενδεικτική της σύγχρονης τάσης που επικρατεί για επιδόσεις στο φάσμα των 25-30 κόμβων, αφού οι 32+ κόμβοι που απαιτούντο παλαιότερα θεωρούνται «αναχρονιστικοί» και απαντώνται πλέον μόνο σε ειδικές κατηγορίες πλοίων όπως οι ΤΠΚ. Στη διάταξη CODLAG ο αεροστρόβιλος χρησιμοποιείται για την πλεύση σε υψηλή ταχύτητα και για διαρκή πρόωση χρησιμοποιούνται δύο diesel με γεννήτριες και ηλεκτρικούς κινητήρες, που είναι συνδεδεμένοι με τις προπέλες.
Το υβριδικό αυτό σύστημα πρόωσης εξασφαλίζει μειωμένα κόστη υποστήριξης, συρρικνωμένες ανάγκες συντήρησης, χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου και -το σημαντικότερο- είναι σύστημα χαμηλού θορύβου, δηλαδή ιδανικό για πλοία που εκτελούν αποστολές ASW. Όπως προκύπτει από τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, η FFG(X) αναμένεται να διατηρήσει τους ίδιους κινητήρες με την κλάση FREMM-IT, στην οποία χρησιμοποιείται ο γνωστός μας αεροστρόβιλος LM-2500+G4 μέγιστης ισχύος 35,3 MW.
Η +G4 είναι η έκδοση μέγιστης ισχύος που υπάρχει τόσο στις FREMM όσο και στο νέο, πολύ μεγάλο OPV του Ιταλικού Ναυτικού, το PPA Pattugliatore Polivalente d’Altura). Οι κινητήρες Diesel είναι οι VL1716C2 ME, διάταξης 16V της Ιταλικής Isotta Fraschini, μέγιστης ισχύος 2.300 Kw που εξασφαλίζουν την πλεύση με χαμηλή κατανάλωση καυσίμου. Το πλοίο παρέχει ενδιαιτήσεις για 200 άτομα, αν και λόγω του υψηλού επιπέδου αυτοματισμών το πλήρωμα έχει κατά 50% μειωμένο φόρτο εργασίας.
Όπως προαναφέραμε, ο εξοπλισμός του πλοίου είχε προσδιοριστεί εκ των προτέρων από την έκδοση RfI και RfP. Ο κυριότερος αισθητήρας είναι το ραντάρ πολλαπλών ρόλων EASR ως «Ship Self-Defense», που θα δεσπόζει στην υπερ-κατασκευή, με την FFG(X) να φέρει τρεις σταθερές διατάξεις του ραντάρ AESA της Raytheon για την επίτευξη κάλυψης 360 μοιρών. Το Enterprise Air Surveillance Radar ή AN/SPY-6(V)3 (ή AN/SPY-6(V)2 στην εκδοχή με περιστρεφόμενη κεραία) είναι μια έκδοση υπό κλίμακα του AN/SPY-6(V)1 ή AMDR ήδη σε χρήση με το US Navy.
Πρόκειται για ένα ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης διάταξης φάσης που λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων «S» (όπως και το SPY-1) και χρησιμοποιεί στοιχεία εκπομπής-λήψης (T/R module) Νιτριδίου του Γαλλίου (GaN). Αποτελείται από block που ονομάζονται RMA (Radar Module Assemblies), τα οποία στην ουσία είναι αυτόνομες κεραίες ραντάρ και συνθέτουν τον συνολικό αισθητήρα ανάλογα με τις απαιτήσεις της εφαρμογής. Κάθε RMA χρησιμοποιεί 24 T/R Module και έχει διαστάσεις 61×61 cm. Η έκδοση AN/SPY-6(V)3 αποτελείται από 9 RMA διαστάσεων 1,82×1,82 m (χρησιμοποιούνται 216 module σε καθεμία από τις τρεις στοιχειοκεραίες και 648 συνολικά) έναντι 37 RMA του ΑΝ/SPY-6(V)1 διαστάσεων 4,26×4,26.
Παρέχει ευαισθησία ανάλογη με του AN-SPY-1D(V), αν και έχει το 20% του μεγέθους τού AN/SPS-48(!), ενώ στην έκδοση με τα 37 RMA αναφέρεται ότι η ισχύς του είναι 30 φορές μεγαλύτερη από του AN/SPY-1D. Η ευαισθησία του ραντάρ SPY-6(V)1 υπολογίζεται σε «SPY-1+16dB» και του SPY-6(V)4 σε «SPY-1+11dB». Η έκδοση (V)1 προορίζεται να αντικαταστήσει το AN/SPY-1D(V) στα πλοία νέων ναυπηγήσεων DDG-51 Flight III από το 2023 και στη συνέχεια, στα οποία θα συνδυαστεί με ραντάρ έρευνας ορίζοντα ζώνης συχνοτήτων «X», που παρέχει υψηλότερη ακρίβεια και δυνατότητα καταύγασης βλημάτων (συγκεκριμένα για την καθοδήγηση XB-MCG, δηλαδή X band MCG).
Για τον συγχρονισμό των δύο ραντάρ χρησιμοποιείται ένας ελεγκτής RSC (Radar Suite Controller). Για τα πρώτα δώδεκα DDG-51 Flight III το XB-MCG θα είναι προσωρινά το SPQ-9B με κεραία διάταξης φάσης, έως ότου αναπτυχθεί το αντίστοιχο τελικό ραντάρ. Μια «ελαφρύτερη» έκδοση του AN/SPY-6(V) που χρησιμοποιεί 24 RMA και κωδικοποιείται ως AN/SPY-6(V)4, θα χρησιμοποιηθεί στα πλοία κλάσης DDG-51 Flight IIA και θα αντικαταστήσει τα υπάρχοντα AN/SPY-1D, στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού τους. Η έκδοση AN/SPY-6(V)1, όπως και η (V)4, παρέχει πλήρεις δυνατότητες ATBM άμυνας και υποστήριξης SM-6 ERAM, και επιπλέον προσφέρει ταυτόχρονη εμπλοκή αεροδυναμικών στόχων και ΤΒM (Theater Ballistic Missile). Αντίθετα το AN/SPY-6(V)3 δεν παρέχει ανάλογη δυνατότητα, καθώς για το US Navy η FFG(X) είναι πλοίο με δυνατότητες LAD (Local Area Defense) και τα συστήματά του υποστηρίζουν ανάλογες αποστολές.
Το CMS (Combat Management System) είναι το COMBATSS-21 που χρησιμοποιείται στις LCS, ένα πλήρως σπονδυλωτό Σύστημα Διαχείρισης Μάχης που «κτίστηκε» πάνω στις «βιβλιοθήκες» λογισμικού του AEGIS, με την έκδοση που θα φέρουν οι FFG(X) να στηρίζεται στο AEGIS Baseline 10 και το 95% του software να αφορά επανάχρηση υφιστάμενων module. Προσφέρει δυνατότητα εύκολης ενσωμάτωσης αισθητήρων και όπλων στο πλαίσιο που είναι γνωστό στις τάξεις του US Navy ως «bring your own sensors and weapons». O πυρήνας C2 χρησιμοποιείται από έξι Ναυτικά ανά τον κόσμο και μπορεί να λειτουργήσει τόσο σε πραγματικό όσο και σε μη πραγματικό χρόνο. Το COMBATSS-21 είναι σύστημα χαμηλού κόστους, χρησιμοποιεί στοιχεία COTS με μικρό αριθμό CPU, αλλά παρέχει κατά 30% αυξημένες επιδόσεις σε αποστολές AAW και είναι διαλειτουργικό με τα πλοία που φέρουν το ίδιο σύστημα ή υποδομή AEGIS.
Ο εξοπλισμός, που περιλαμβάνει ζεύξεις δεδομένων Link-16 και Link-11/22, θα είναι συμβατός με τη δυνατότητα CEC (Cooperative Engagement Capability) που διαθέτουν όλες οι κύριες μονάδες μάχης του US Navy, ενταγμένες στο δίκτυο NIFC-CA (Navy’s Intergrade Fire Control-Counter Air), όπου ανταλλάσσονται δεδομένα στόχων με χρήση των ραντάρ των μονάδων επιφανείας. Η BΑΕ ανέλαβε τον Σεπτέμβριο του 2016 συμβόλαιο για τη δημιουργία ενός σπονδυλωτού δικτύου τακτικών ζεύξεων δεδομένων με χρήση των υφιστάμενων υποδομών για την εκπομπή και λήψη σε πραγματικό χρόνο ροής ISR, φωνής, δεδομένων, βίντεο και εικόνων.
Στον εξοπλισμό GFE της RfP περιλαμβάνεται σόναρ VDS ή εναλλακτικά σόναρ κύτους χαμηλών συχνοτήτων (σημείωση: τελικά θα πάρουν μόνο VDS κι όχι HMS). Οι ιταλικές FREMM χρησιμοποιούν σόναρ κύτους UMS-4110CL και σόναρ VDS, το γνωστό μας CAPTAS-4. Σύμφωνα με τις υφιστάμενες ενδείξεις στις FFG(X), σε πρώτη φάση θα εγκατασταθεί το σύγχρονο VDS σόναρ AN/SQS-62 της Raytheon, ένα σπονδυλωτό ενεργό/παθητικό σύστημα μικρού βάρους και περιορισμένου μεγέθους με δυνατότητες λειτουργίας σε παράκτια ύδατα. H προτίμηση στα σόναρ VDS έναντι του σόναρ κύτους (όταν δεν συνδυάζονται) ανάγεται στην εξοικονόμηση χώρου και προσωπικού, όπως και στην -κατά τεκμήριο- καλύτερη απόδοση των VDS σε διαφορετικές συνθήκες θάλασσας λόγω της δυνατότητας πόντισης της κεφαλής τους κάτω από τα θερμοκλινή.
Το σύστημα της Raytheon χρησιμοποιεί ένα ελαφρύ ρυμουλκούμενο όχημα (το CAPTAS-4 διαθέτει δύο) με δυνατότητα πόντισης σε υψηλότερες ταχύτητες. Το AN/SQS-62 ή DART-MS σχεδιάστηκε για να εξοπλίσει την κλάση LCS βάση συμβολαίου $28 εκατ. που σύναψε το Αμερικανικό Ναυτικό με την κατασκευάστρια εταιρεία Raytheon τον Μάιο του 2017. Στην περίπτωση της FFG(X) θα συνδυαστεί με το σύστημα διαχείρισης AN/SQQ-89(V)15, ενώ τα βασικά συστατικά του εξοπλισμού ASW της είναι τα ίδια με το ASW Module της LCS.
Αναφορικά με τον οπλισμό, η νέα φρεγάτα θα διαθέτει 32 (4×8) κελιά Mk41 για βλήματα ESSM Block 2 σε 4πλά κάνιστρα ή SM-2MR Block IIIC. O ESSM Block 2 χρησιμοποιεί διπλό αισθητήρα με ημι-ενεργό ερευνητή αλλά και ενεργό ερευνητή ζώνης συχνοτήτων «X». Δεν υπάρχουν απολύτως αξιόπιστες αναφορές για τη μέγιστη εμβέλεια του βλήματος, αφού σύμφωνα με την εταιρεία, αυτή υπερβαίνει τα 40 km (όσο δηλαδή η εμβέλεια του Block 1), αλλά εκτιμήσεις άλλων πηγών αναφέρουν ότι ίσως υπερβαίνει τα 80+ ή φτάνει και τα 100 km. Συνεπώς, πρόκειται για ένα όπλο «Άμυνας Περιοχής», που σε συνδυασμό με το 4πλό κάνιστρο η χρήση του προσδίδει σημαντικά πλεονεκτήματα.
Ο SM-2MR Block IIIC χρησιμοποιεί επίσης διπλό ερευνητή με συνδυασμό ενεργού μονάδας που προέρχεται από τον AIM-120C που υπάρχει και στον SM-6 ERAM .O ερευνητής παρέχει μεγαλύτερη δυνατότητα εμπλοκής στόχων που εκτελούν ελιγμούς υψηλής φόρτισης G και συμβάλλει στην αύξηση της εμβέλειας, η οποία εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 180 km! Η χρήση ενεργών ερευνητών απαλλάσσει το σκάφος-φορέα από την ανάγκη χρήσης ραντάρ για τη συνεχή καταύγαση του στόχου και αυξάνει κατακόρυφα τις δυνατότητες εμπλοκής πολλαπλών ιχνών.
Στον τομέα της ναυτικής κρούσης η FFG(X) θα διαθέτει 2×4 εκτοξευτές NSM της Kongsberg, βλήμα το οποίο έχει ήδη επιλεγεί από το US Navy για τον εξοπλισμό των LCS. Πρόκειται για ένα προηγμένο σύστημα μειωμένου βάρους (407 κιλών), μήκους 3,96 m και με κεφαλή 120 κιλών. Διαθέτει επιταχυντή στερεών καυσίμων, πριν αναλάβει ο στροβιλοκινητήρας Microturbo TRI-40 (μέγιστης ώσης 2,5-3,4 kN ή 560-760 lbf), που προσδίδει λόγο ώσης προς βάρος καλύτερο της μονάδας και επιτρέπει την επίτευξη ταχυτήτων 0,7-0,95 Mach με εμβέλεια μεγαλύτερη των 200 km.
Ο NSM μπορεί να πλήξει στόχους στη θάλασσα, σε επάκτιο περιβάλλον ή σε αμιγώς χερσαίο με υπερπτήση ξηράς. Χρησιμοποιεί παθητικό αισθητήρα IIR με αλγόριθμο ATR (Automatic Target Recognition), ο οποίος του προσφέρει ικανότητα αναγνώρισης/διάκρισης του πλοίου που στοχεύει ανάμεσα σε σχηματισμό άλλων ναυτικών μονάδων. Σύμφωνα με τη νορβηγική εταιρεία, η ικανότητα πτήσης περιλαμβάνει και προσέγγιση σε «εξαιρετικά» χαμηλό ύψος στη διαμόρφωση Sea Skimming.
Για εγγύς άμυνα η FFG(X) θα διαθέτει μία μονάδα SeaRAM Mk15 Mod31 για hard-kill τοποθετημένη πάνω από το υπόστεγο του Ε/Π και ολοκληρωμένο σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου AN/SLQ-32(V)6 για soft-kill που περιλαμβάνει και παρεμβολέα. Η έκδοση (V)6 αποτελεί αναβάθμιση του αρχικού συστήματος SLQ-32 με βάση το πρόγραμμα SEWIP (Surface Warfare Improvement Program) Block 2 και αφορά στην εγκατάσταση νέων ψηφιακών δεκτών και κεραιών (ενιαίων για τις λειτουργίες ESM και παρεμβολής), καινούριου λογισμικού και μονάδας διασύνδεσης με το σύστημα CMS. Η αναβαθμισμένη έκδοση εγκαθίσταται μεταξύ άλλων στα DDG-51, με πρώτο πλοίο το DDG-64. Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει επίσης σύστημα παραπλάνησης τορπιλών AN/SLQ-25 Nixie ή AN/SLQ-61.
Το ελικοδρόμιο και το υπόστεγο θα μπορούν να υποστηρίζουν έως και δύο Ε/Π MH-60R, αλλά οργανικά η φρεγάτα θα φέρει ένα MH-60R και ένα UAV MQ-8C Fire Scout. Η κύρια αποστολή τού τελευταίου είναι η ISTAR (Intelligence Surveillance Target Acquisition, Reconnaissance) και για τον σκοπό αυτό μπορεί να μεταφέρει ποικιλία εξοπλισμού όπως πυργίσκο Ε/Ο-IR-LRF, ραντάρ θαλάσσιας επιτήρησης κ.ά.
Μπορεί επίσης να αναλάβει αποστολές αναμετάδοσης επικοινωνιών (Communications Relay) μέσω συγκροτήματος VHF/UHF και υποδομής ζεύξης δεδομένων. Το MQ-8C στηρίζεται στο Bell 407, με μήκος 12,6 m, ύψος 3,3 m, διάμετρο στροφείου 10,7 m, βάρος 2.721 kg, τυπικό φορτίο 136 kg (μέγιστο 226 kg) και μέγιστο εξωτερικό φορτίο 1.202 kg. H μέγιστη διάρκεια περιπολίας φθάνει τις 12 ώρες, η μέγιστη εμβέλεια τα 2.200 km, η μέγιστη ταχύτητα τα 250 km/h και έχει οροφή τα 16.000 πόδια. Η φρεγάτα θα χρησιμοποιεί δύο RHIB των 7 μέτρων.