Ένα από τα πιο γνωστά προβλήματα, έστω ζητήματα, που αντιμετωπίζουν τα σύγχρονα πολεμικά πλοία είναι η εξάντληση των αποθεμάτων πυραύλων τους σε μια μάχη. Σε επίπεδο φρεγάτας, αυτή συνήθως φέρει 8 αντιπλοϊκά βλήματα και 16-32 αντιαεροπορικούς πυραύλους μέσου/μεγάλου βεληνεκούς. Οπότε είτε αμυνόμενη σε μια επίθεση κορεσμού, είτε εξαπολύοντας τα δικά της όπλα έναντι κάποιου εχθρικού στολίσκου, εφόσον επιβιώσει, θα πρέπει να επιστρέψει σε Ναύσταθμο για να ανεφοδιαστεί. Σε μια διαδικασία εκεί που θα κρατήσει πολλές ώρες ή και μια μέρα (σε πολεμικές συνθήκες).
Στο ενδιάμεσο, δηλαδή στην πορεία προς το Ναύσταθμο το σκάφος θα είναι άοπλο, ενώ -μιλώντας για το Ελληνικό ναυτικό περιβάλλον- τα διαθέσιμα σημεία είναι κυρίως Σαλαμίνα και Σούδα, δηλαδή ήδη στοχοποιημένα από τον αντίπαλο. Το ερώτημα λοιπόν είναι φανερό: Μπορεί μια φρεγάτα, ή πυραυλάκατος να ανεφοδιαστεί εν πλω, π.χ. από ένα σκάφος υποστήριξης;
Να διακρίνουμε εδώ τα οπλικά συστήματα. Ο φόρτος βλημάτων για το κύριο πυροβόλο, όσο και για τα περιφερειακά (δηλαδή για διαμετρήματα 127 και 76 χιλιοστών, ή 40, 30, 20 για τα μικρά ταχυβόλα) μεταφέρεται από σκάφη υποστήριξης και μπορεί να γίνει εν πλω ανεφοδιασμός. Επίσης, το ίδιο ισχύει για τα πυρομαχικά των συστημάτων Phalanx, όπως και για τα βλήματα των εκτοξευτών RAM. Οι τελευταίοι διαθέτουν και γερανάκι και το ίδιο το σκάφος μπορεί να φέρει εξτρά πυραύλους για να τους αναπληρώσει.
Το ζήτημα λοιπόν της αναπλήρωσης πυρομαχικών εντοπίζεται στους πιο ογκώδεις πυραύλους, δηλαδή τους αντιπλοϊκούς και τους αντιαεροπορικούς. Εδώ η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Η τοποθέτηση τέτοιων βλημάτων χρειάζεται ισχυρό γερανό για να σηκώσει το βάρος και με μεγάλο βραχιόνα (μιλάμε για βλήματα μήκους έως 6 μέτρων συν την ανύψωση πάνω από το κατάστρωμα) αλλά κυρίως σταθερότητα: καθώς τα βλήματα μέσα στο κάνιστρο τους είναι ευάλωτα σε χτυπήματα ενώ πιθανή είναι και η ζημιά στην υποδοχή. Είτε αυτή είναι το πλάγιο ικρίωμα ενός Exocet/Harpoon είτε κυρίως το κελί κάθετης φόρτωσης ενός εκτοξευτή MK48 μιας ΜΕΚΟ, ή μελλοντικά ενός Sylver A50 μιας FDI. Έτσι η εν πλω μεταφόρτωση από ένα καράβι υποστήριξης, σε συνθήκες ακόμη και μέτριου κυματισμού, είναι πάρα πολύ δύσκολη για λόγους ασφαλείας.
Παλαιότερα, το Αμερικανικό Ναυτικό είχε δοκιμάσει τη φόρτωση των κάθετων κελιών του εκτοξευτή ΜΚ41, με μια έξυπνη ιδέα. Έτσι στον τυπικό οκταπλό ΜΚ41, 3 θέσεις (κελιά) δεν είχαν βλήματα αλλά είχε εγκατασταθεί εκεί ένας πτυσσόμενος γερανός. Ο τελευταίος έβγαινε, αναπτυσσόταν και μπορούσε να σηκώσει σε όρθια θέση βλήματα ESSM, SM2 και ASROC (αλλά όχι Tomahawk που είναι πολύ πιο βαρύς) για να τα φορτώσει στα γειτονικά κελιά. Η λύση αυτή εφαρμόστηκε στα αρχικά καταδρομικά Τiconderoga και τα αντιτορπιλικά Arleigh Burke, αλλά έχει εγκαταλειφθεί καθώς οι ανοχές στην κάθετη φόρτωση είναι μικρές και υπάρχει κίνδυνος ζημιάς.
Το ζήτημα επαναφόρτωσης έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τα μεγάλα ναυτικά του πλανήτη που αναλαμβάνουν αποστολές σε μεγάλη απόσταση από τα κύρια αγκυροβόλια τους. Η λύση μέχρι τώρα ήταν η εύρεση περιφερειακών μικρών ναυτικών βάσεων, όπου το καταδρομικό ή το υποβρύχιο μπορεί να δέσει για να πάρει οπλικό φόρτο (ή ότι άλλο εξοπλισμό και εφόδια) για να αναχωρήσει και πάλι.
Σε ελληνικό τώρα επίπεδο το ζήτημα είναι κάπως διαφορετικό. Η χώρα μας όπως είπαμε έχει δύο μεγάλους ναυστάθμους και σε περίπτωση πολεμικής σύγκρουσης θα είναι επικίνδυνο κάθε σκάφος που χρειάζεται μεγάλο οπλικό φόρτο να κατευθυνθεί εκεί, σε μια πορεία δηλαδή προδιαγεγραμμένη. Ο εν πλω/εν κινήσει ανεφοδιασμός όπως είπαμε είναι έως αδύνατος οπότε η επίλυση είναι διαφορετική και μπορεί να γίνει “μεσοπέλαγα” ή πιο σωστά κάπου στο Αιγαίο μακριά από μεγάλα λιμάνια.
Η μια επιλογή είναι η πρόσδεση του πολεμικού πλοίου σε κάποιο μικρό όρμο με λιμενοβραχίονα, το ελάχιστο δηλαδή, ώστε με ένα κινητό γερανό, να μπορεί να γίνει μια όσο το δυνατόν πιο γρήγορη αναπλήρωση (έστω και μερική). Η λύση αυτή βέβαια προυποθέτει να υπάρχει απόθεμα πυραύλων και να έχει προβλεφθεί η διασπορά τους σε κάποια σημεία ανεφοδιασμού. Η δεύτερη επιλογή, είναι η πρόσδεση σε απάνεμο σημείο δίπλα ακριβώς σε ένα πλοίο υποστήριξης, το οποίο με τους γερανούς του θα μπορεί να κάνει την φόρτωση.
Εδώ πολύτιμη βοήθεια μπορεί να προσφέρουν τα πιο νέα σκάφη γενικής υποστήριξης, τα ΠΓΥ «Ηρακλής», «Άτλας» και «Αίας», τα οποία έχουν πολύ μεγάλο ανοιχτό κατάστρωμα για φόρτωση και προετοιμασία οποιουδήποτε υλικού. Οπότε με τους γερανούς, όσα διαθέτουν, να κάνουν και επανεξοπλισμό των πολεμικών σκαφών. Εκεί λοιπόν κρίνεται και αναγκαία η ενίσχυση-επέκταση των γερανών και των σχετικών υποδομών τους, ώστε να μπορούν να εξυπηρετήσουν οποιοδήποτε σκάφος και για οποιοδήποτε βλήμα/βάρος από αυτά που έχει σήμερα, ή προβλέπεται να παραλάβει το Πολεμικό Ναυτικό.
Οι δύο αυτές επιλύσεις μπορεί να προσφέρουν στο Πολεμικό Ναυτικό την μερική “απεξάρτηση” του σε συνθήκες κρίσης από τους ναυστάθμους και τη μεγαλύτερη επιχειρησιακή ευελιξία, με πλήρη εκμετάλλευση του “πυκνού” του Αιγαίου σε σημεία απόκρυψης.