Όπως έχουμε γράψει ξανά, η κλάση καταδρομικών Zumwalt ήταν ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ. Τα τρία σκάφη τα οποία έχουν κατασκευαστεί, τα Zumwalt, Monsoor και Johnson, θεωρούνται τα πιο προηγμένα πλοία στο Ναυτικό των ΗΠΑ, καθώς συνδυάζουν ικανότητα stealth, προηγμένους αισθητήρες, ηλεκτρικό σύστημα πρόωσης και ισχυρό πακέτο οπλισμού.
Ταυτόχρονα όμως η κλάση έχει αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα διαθεσιμότητας, καθώς πολλά συστήματα τους δεν είχαν την απαραίτητη τεχνολογική ωριμότητα, ενώ μερικά, όπως τα μεγάλα πυροβόλα αυξημένου βεληνεκούς δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Έτσι τα 3 αντιτορπιλικά και “ξέφυγαν” σε κόστος κατασκευής και πραραμένουν μέχρι σήμερα σε κενό, καθώς δεν είναι σαφές τι ρόλο θα αναλάβουν, έχοντας μετατραπεί μάλλον σε μια “πανάκριβη αποτυχία”.
Διερευνητικά λοιπόν, τo αμερικανικό Ναυτικό έστειλε το πρώτο πλοίο της κλάσης, σε αποστολή διάρκειας τριών μηνών στον δυτικό Ειρηνικό ωκεανό, προκειμένου να δοκιμαστεί σε πραγματικές συνθήκες. Έτσι το DDG-1000 Zumwalt αναχώρησε από το λιμάνι του στο Σαν Ντιέγκο την 1η Αυγούστου και επέστρεψε στις 10 Νοεμβρίου, όπως ανέφερε σε δημοσιογράφους την Τετάρτη η κυβερνήτης του πλοίου, Amy McInnis.
Το σκάφος επισκέφθηκε μεταξύ άλλων το Γκουάμ και στη συνέχεια την Ιαπωνία, πραγματοποιώντας σειρά ασκήσεων και εκπαιδεύσεων. Έτσι πραγματοποίησε προσομοίωση θαλάσσιων πυρών σε συνεργασία με βομβαρδιστικά B-1 της Αμερικανικής Αεροπορίας, το 613ο Κέντρο Αεροπορικών Επιχειρήσεων στη Χαβάη και ιαπωνικό αντιτορπιλικό.
Οι ασκήσεις αυτές έδωσαν τη δυνατότητα να δοκιμαστεί το σύστημα μάχης του σκάφους στην περιοχή ευθύνης του 7ου Στόλου των ΗΠΑ, το κύριο θέατρο επιχειρήσεων για αυτήν την κατηγορία πλοίων.
Η κλάση ίσως δει τη σημαντική αναβάθμιση της όταν εξοπλιστεί με τους πολυηχητικούς (hypersonic) πυραύλους του προγράμματος Conventional Prompt Global Strike, που υπόσχονται ταχύ πλήγμα σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Αξιωματούχοι του Ναυτικού υπολογίζουν ότι θα τοποθετηθούν στο Zumwalt στα τέλη του 2025 προκειμένου να υποβληθούν σε δοκιμές.