10.8 C
Athens
Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΑΠΟΨΕΙΣΓιατί η αγορά των νέων φρεγατών του ΠΝ θα γίνει με πολιτικά...

Γιατί η αγορά των νέων φρεγατών του ΠΝ θα γίνει με πολιτικά κριτήρια

Η τεράστια συζήτηση που έχει ανοίξει για την αγορά νέων φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό επικεντρώνεται στα τεχνικά-επιχειρησιακά χαρακτηριστικά τους, στο κόστος τους, στην ικανότητα τους να ανταποκριθούν στις αμυντικές ανάγκες της χώρας μας. Η πραγματικότητα όμως είναι πως η τελική απόφαση δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τα παραπάνω κριτήρια. Όχι πως αυτά δεν θα μετρήσουν σημαντικά, αλλά το σημείο καμπής θα είναι η πολιτική ανάλυση της όλης προμήθειας. Το γιατί πρέπει να το εξηγήσουμε.

Καταρχήν η προμήθεια νέων φρεγατών, με επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης οργανώθηκε σε 3 άξονες. Ο κεντρικός είναι η προμήθεια 4 νέων σκαφών (χωρίς κανείς να εξηγεί γιατί όχι περισσοτέρων, μιας και οι ανάγκες του στόλου είναι πολλαπλάσιες με 9 φρεγάτες Kortenaer να είναι στο όριο ζωής τους). Στη συνέχεια εμφανίζεται η «Ενδιάμεση Λύση» παραχώρησης μεταχειρισμένων πλοίων από κάποιο κράτος-σύμμαχο, και τέλος έρχεται η αναβάθμιση των παλαιών φρεγατών ΜΕΚΟ. Το αποτέλεσμα είναι μια ιδιαίτερα σύνθετη απαίτηση που ξεφεύγει από τις επιχειρησιακές και μόνο παραμέτρους.

Ξεκινώντας από την αγορά νέων φρεγατών, αυτή θα μπορούσε να είναι μια εμπορική διαπραγμάτευση με πολλά ναυπηγεία σε όλο τον κόσμο. Όμως τα ναυπηγεία αυτά (μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, ιδιωτικοί ή ημικρατικοί) διατηρούν στιβαρές σχέσεις με τα κράτη-έδρες τους, τα οποία τους παρέχουν οδηγίες και παραμέτρους και τους θέτουν σαφή πολιτικά-επιχειρησιακά όρια σε ότι αφορά την εξαγωγή οπλικών συστημάτων. Όταν τα παραπάνω τα συνδέεις και με την «Ενδιάμεση Λύση», τότε έχεις μια καθαρά πολιτική πράξη που μεταφέρει το όλο ζήτημα στις διπλωματικές-στρατηγικές σχέσεις της χώρας μας. Μιας και η παραχώρηση σκαφών θα γίνει από άλλο κράτος προς την Ελλάδα και όχι από την εταιρεία ναυπήγησης, η όλη προμήθεια αλλάζει πορεία και γίνεται παράδοξος αγώνας. Πως ακριβώς π.χ. θα συγκρίνουμε τη γαλλική προσφορά που ακούγεται να προτείνει τις υπερμοντέρνες Belharra ως πακέτο με γερασμένες και ξεπερασμένες φρεγάτες Cassard ή με υποεξοπλισμένες φρεγάτες La Fayette, με την αμερικανική; Που φαίνεται να «πακετάρει» τις υποεξοπλισμένες MMSC με -γερασμένα και ακριβά στη συντήρηση- αλλά βαριά αντιτορπιλικά Ticonderoga 10.000 τόνων με 122 κελιά εκτόξευσης, όπου δηλαδή ένα και μόνο σκάφος έχει σχεδόν το 60% των ικανοτήτων βολής όλου του ελληνικού στόλου; (Άλλο βέβαια ότι αν μας παραχωρηθούν Ticonderoga, ποτέ δεν θα γεμίσουμε όλα τα κελιά εκτόξευσης, καθώς δεν έχουμε τα χρήματα…)

Η ανισότητα αυτή είναι ακόμη πιο μεγάλη αν σκεφθεί κανείς ότι κάποια χώρα μπορεί να μας παραχωρήσει άμεσα τα σκάφη της, άλλη να τα υποσχεθεί σε ένα χρονικό ορίζοντα 4-5 χρόνων μέχρι να τα αντικαταστήσει, άλλη να τα δώσει χωρίς οπλισμό ή με μέρος του. Με όλα τα παραπάνω να είναι δυναμικά και απόλυτα εξαρτώμενα από τις προθέσεις μιας ξένης κυβέρνησης (το τονίζουμε ξανά), το θέμα απομακρύνεται συνεχώς από την ανάλυση επιχειρησιακών δυνατοτήτων και τη σύγκριση «η μια φρεγάτα έχει αυτό το ραντάρ, η άλλη το άλλο».

Το τρίτο σκέλος, αυτό της αναβάθμισης των ΜΕΚΟ, έχει επίσης πολιτική παράμετρο, αλλά έμμεση. Καθώς η λογική επιβάλλει στο Πολεμικό Ναυτικό την ομοιοτυπία, ό,τι αγοράσουμε και μας παραχωρήσουν θα κρίνει και με ποια συστήματα θα αναβαθμιστούν οι ΜΕΚΟ. Αν π.χ. διαλέξουμε την Ισπανική πρόταση αγοράς νέων φρεγατών, τότε οι ΜΕΚΟ θα πάρουν αμερικανικά συστήματα. Αν διαλέξουμε τη Γαλλική πρόταση πάμε σε απάρτια της Thales κ.ο.κ. Οπότε επιστρέφουμε στις πολιτικές εξαρτήσεις.

Η χρηματοδότηση του όλου προγράμματος επίσης είναι πολιτική απόφαση που βέβαια αφορά κυρίως την αγορά των νέων φρεγατών καθώς εκεί θα πάνε τα περισσότερα χρήματα. Και εδώ είναι το κρισιμότερο στοιχείο της όλης προμήθειας. Για να το πούμε απλά: Η Ελλάδα δεν έχει 5-5,5 δισεκατομμύρια ευρώ να διαθέσει τα επόμενα 7-10 χρόνια (τουλάχιστον) για να κάνει αναβάθμιση του στόλου της. Δεν υπάρχουν πουθενά αυτά τα κονδύλια ως «περίσσευμα», ως «πλεόνασμα ισολογισμού», είτε ακόμη ως «εξτρά φορολόγηση», είτε ίσως ως «περικοπές από άλλες δαπάνες». Ο προϋπολογισμός της χώρας είναι δεδομένα οριακός για τα επόμενα χρόνια (ας διαβάσει κανείς τις προβλέψεις εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους μας, στις οποίες έχουμε συμφωνήσει και δεσμευτεί). Ακόμη, οι δαπάνες που εξυπηρετούνται είναι οι περισσότερες ανελαστικές, ενώ έχουν βγει τεράστια εξτρά κόστη με την πανδημία (στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας, παροχή πιστώσεων και επιδομάτων σε επιχειρήσεις, χρηματοδότηση μισθωτών σε αναστολή εργασίας) και έχουν εκτροχιαστεί εντελώς οι εισπράξεις. Τα τελευταία συμβαίνουν ήδη για 12 μήνες και θα συνεχίσουν να συμβαίνουν για πολλούς ακόμη, υπονομεύοντας τον οικονομικό μας σχεδιασμό σε βάθος δεκαετίας, με τον ιδιωτικό τομέα να αναμένει χιλιάδες χρεοκοπίες.

Που θα βρει λοιπόν η χώρα μας λεφτά για να αγοράσει φρεγάτες; Μέσω διεθνούς δανεισμού είναι η απάντηση. Και εδώ η πολιτική παράμετρος κυριαρχεί. Αν δανειστούμε ως κράτος στην αγορά κεφαλαίων (που ευτυχώς αυτή την εποχή προσφέρει πολύ χαμηλά επιτόκια) πρέπει να το κάνουμε με την ανοχή των μνημονιακών εταίρων μας καθώς αυτό θα αυξήσει το δημόσιο χρέος μας και θα επιβαρύνει την εξυπηρέτηση του. Οι εταίροι και πιστωτές μας όμως είναι όλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με διαφορετικές απόψεις στο θέμα, με διαφορετικές ατζέντες και με διαφορετική βαρύτητα στα κοινά κέντρα λήψης αποφάσεων. Και βέβαια η προσέγγιση τους θα αποτελέσει και μοχλό πίεσης προς μια ή άλλη προμήθεια, που θα εξυπηρετεί τα επί μέρους οικονομικά και διπλωματικά συμφέροντα. Από την άλλη, οι ΗΠΑ, που προσφέρουν χρηματοδότηση μέσω του σχήματος Foreign Military Sales (FMS), ενός δηλαδή κυβερνητικού συστήματος παροχής πιστώσεων σε φίλες χώρες, υπόσχονται πιο άμεσες διαδικασίες, ενώ υπάρχει σοβαρή πιθανότητα ο δανεισμός μέσω FMS, λογιστικά να μην προσμετρηθεί στο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, ως μια ειδικού σκοπού χρηματοδότηση. Η εύρεση κεφαλαίων λοιπόν εμφανίζεται ως καθοριστικό στοιχείο του τι αγοράζεις.

Τέταρτο πολιτικό στοιχείο της όλης αγοράς που έχει μπει στη συζήτηση τελευταία; Η εγχώρια ναυπήγηση. Και εδώ το πολιτικό παιχνίδι είναι έντονο. Έτσι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κρίνει αν θα ενισχύσει την ελληνική ναυπηγική βιομηχανία (που έχει εκφυλιστεί σε υποδομές ενώ και η εγχώρια τεχνογνωσία σταδιακά χάνεται λόγω αδράνειας), ρισκάροντας όμως η παράδοση των νέων φρεγατών να ξεπεράσει σημαντικά τον αρχικό προϋπολογισμό και χρονοδιάγραμμα. Το τελευταίο το αναφέρουμε καθώς -και δυστυχώς- έτσι έχει γίνει με κάθε άλλη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου στην Ελλάδα και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως δεν θα επαναληφθεί, ειδικά αν δούμε την σημερινή κατάσταση των ναυπηγείων σε Ελευσίνα και Σκαραμαγκά. Είναι λοιπόν πολιτική απόφαση να πούμε ότι θα κάνουμε (έστω στα βουβά) μια χρονο-οικονομική παραχώρηση στην ενίσχυση του Στόλου, εκτιμώντας ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας και η αύξηση της εγχώριας παραγωγής και η ενίσχυση της τεχνογνωσίας θα έχουν εθνικό όφελος σε βάθος χρόνου.

Εδώ θα ήταν χρήσιμο να δούμε ποιες προτάσεις νέων φρεγατών έρχονται με υπόσχεση εγχώριας ναυπήγησης αλλά ως «αναγκαίο κακό γιατί μας το ζητάνε οι Έλληνες», ποιες το αποκλείουν γιατί δεν συμφέρει κανένα (ούτε τον πωλητή ούτε τον αγοραστή) και ποιες προτάσεις έχουν χτίσει -εδώ και χρόνια- πολύμορφες συνεργασίες με εγχώριους επιχειρηματικούς ομίλους στο χώρο των ναυπηγείων, με την αντίστοιχη διεθνή υποστήριξη.

Ένα ακόμη στοιχείο ανάμιξης της πολιτικής στην όλη υπόθεση: Η γεωστρατηγική αναγκαιότητα της Ελλάδας στα επόμενα χρόνια. Με πιο απλά λόγια, η ανανέωση του στόλου μας εξαρτάται από το τι προβλέπει-ελπίζει-υποθέτει η Ελλάδα σχετικά με τις εξελίξεις στον γεωστρατηγικό της περίγυρο. Μερικά παραδείγματα για να γίνουμε πιο σαφείς: Άλλος είναι ο στόλος που χρειαζόμαστε ως Ελλάδα αν πρέπει να υπερασπίσουμε και την Κύπρο και μια τεράστια ΑΟΖ δεκάδων χιλιάδων τετραγωνικών μιλίων και άλλος ο στόλος αν εκτιμούμε ότι θα πολεμήσουμε στα στενά όρια του Αιγαίου. Άλλος είναι ο στόλος που χρειαζόμαστε αν πρέπει να αντιμετωπίσουμε μια Τουρκία που υπερεξοπλίζεται και άλλος ο στόλος αν υπάρχει εκτίμηση ότι σύντομα θα πάμε στη Χάγη μαζί με την Άγκυρα για να τακτοποιήσουμε τις διαφορές μας σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Άλλος είναι ο στόλος που θέλουμε, αν κληθούμε πιεστικά στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. να στηρίξουμε διεθνείς αποστολές σε μεγάλες αποστάσεις (όπως έγινε π.χ. προ ετών με την επιχείρηση «Σοφία», ή με την πολυεθνική δράση για την αντιμετώπιση των Σομαλών πειρατών) και άλλος, αν έχουμε διασφαλίσεις ότι η συμμετοχή θα είναι απλώς συμβολική. Και βέβαια άλλος ο στόλος που θα χρειαστούμε αν διαβλέπουμε μια συμμαχική συμπόρευση με Ισραήλ και Αίγυπτο, και άλλος αν φοβόμαστε πως αυτές, οι σήμερα καλές διμερείς σχέσεις, δεν θα έχουν διάρκεια.

Φυσικά σε όλα τα παραπάνω η ελληνική κυβέρνηση κάνει σχεδιασμούς υπολογίζοντας πάντα το χειρότερο. Αλλά και εδώ υπάρχουν όρια. Αν π.χ. το δυσμενέστερο σενάριο σου λέει πως πρέπει μέσα στην επόμενη δεκαετία να αγοράσεις τουλάχιστον 8 φρεγάτες και 10 κορβέτες και 4 υποβρύχια ώστε να αντιμετωπίσεις μια υπερεξοπλισμένη και επιθετική Τουρκία σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, απλά αυτό δεν γίνεται. Όχι γιατί είσαι ρίψασπις, όχι γιατί είσαι «προδότης». Αλλά γιατί όλα, ακόμη και η άμυνα, είναι ένας διαρκής συμβιβασμός αναγκών και δυνατοτήτων.

Τελειώσαμε τις πολιτικές παραμέτρους; Όχι. Καθώς κάθε κυβέρνηση, είτε ως κεντρική πολιτική είτε ως επιμέρους επιλογή, αναζητά βραχυπρόθεσμες εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις, συμφωνίες και διευθετήσεις. Με ξένες χώρες, με ξένους ηγέτες, διπλωμάτες και παράγοντες, με την εγχώρια επιχειρηματικότητα, με το εγχώριο εργατικό δυναμικό, με τοπικές συσπειρώσεις πίεσης και πολιτικής παρέμβασης, σε συνεννόηση (ή και όχι) με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αυτόν δηλαδή τον κυκεώνα που λέγεται «πολιτική καθημερινότητα». Που μπορεί σε μικρό αλλά ίσως κρίσιμο βαθμό να επηρεάσει μια απόφαση αγοράς οπλικών συστημάτων, να την εντάξει ίσως ως «εμβατήριο» σε ένα προεκλογικό σχεδιασμό, να την κάνει αντίβαρο σε μια αντιδημοφιλή πολιτική, να την υποσχεθεί αλλά να μην την υλοποιήσει πλήρως σε δεύτερο χρόνο.

Θα το επαναλάβουμε. Η συζήτηση για όπλα, κελιά εκτόξευσης, ραντάρ, σόναρ, εμβέλειες, ταχύτητες, εκτοπίσματα, βυθίσματα κ.λπ, είναι ενδιαφέρουσα, θίγει σημαντικά ζητήματα άμυνας και υψηλής τεχνολογίας, έχει πολλές πλευρές και μπορεί να γίνει αέναα. Επίσης στην καφενειακή εκδοχή της μας χωρίζει σε οπαδούς μιας ή άλλης πρότασης, με την ανάλογη ένταση. Η τελική απόφαση όμως ενίσχυσης του στόλου θα είναι, πέρα από αυτά, μια πολιτική στο επίκεντρο της επιλογή και με προεκτάσεις που δεν μπορούμε ούτε να τις δημοσιοποιήσουμε όλες ούτε να τις αναλύσουμε σε κάθε σταυροδρόμι τους. Μια επιλογή τελικά, που όπως κάθε ανάλογη θα φέρει ένα -καλά υπολογισμένο ελπίζουμε- ρίσκο για την άμυνα μας.

1 ΣΧΟΛΙΟ

Subscribe
Notify of
guest
1 Comment
Oldest
Newest Most Voted
Inline Feedbacks
View all comments
Θανασης
Θανασης
3 years ago

Εγω παλι πιστευω οτι τα περισσοτερα αρθρα γραφωνται τζαμπα γιατι αν ηθελαν θα το ειχαν κανει νωριτερα ολο το προγραμα εκσυχρονισμου των Ε.Δ.
Και οπως ολοι ξερουμε ταιλευταια ωρα δεν μπορεις να καταφερεις τιποτα σπουδαιο.

- Advertisment -

Το Σχόλιο της Ημέρας

Εκσυγχρονισμός MEKO200HN, πάμε σε λύση “αυτεπιστασίας” από ένα Ναυτικό που χάνει στελέχη;

Το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των φρεγατών κλάσης MEKO200HN του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) έχει υπάρξει αντικείμενο έντονων συζητήσεων και αλλαγών πορείας τα τελευταία χρόνια. Και...
- Advertisment -

Κύριο Άρθρο

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: Σχεδιάζεται να μείνει το Πολεμικό Ναυτικό με μόλις 8 φρεγάτες;

Πληροφορίες της σελίδας μας αναφέρουν πως ο νέος σχεδιασμός των Ενόπλων Δυνάμεων προβλέπει τη μείωση των "οροφών" της Δομής Δυνάμεων όχι μόνο στην Πολεμική...
- Advertisment -

Διάφορα

- Advertisment -