Αναδημοσίευση κατόπιν άδειας του συγγραφέα, πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ
Τα περιστατικά που περιγράφονται είναι κατά 100% αληθινά, ότι τουλάχιστον αφορά το πώς έγιναν αντιληπτά σε εμένα. Διατηρώ την επιφύλαξη ότι κάποιες λεπτομέρειες των υποθέσεων – λόγω χρόνου – ίσως να μην έχουν το ίδιο ποσοστό ακρίβειας.
Η ιστορία αρχίζει από το 1988 διότι μέχρι τότε η καριέρα μου στο Π.Ν. ήταν σε ένα τυπικό πλαίσιο που ακολουθεί ένας Μάχιμος Αξιωματικός. Συγκεκριμένα αποφοίτησα από την ΣΝΔ το 1972, μέχρι το 1974 υπηρέτησα στα Α/Τ και μέχρι το 1978 στα Υ/Β. Από τον Αύγουστο 1978 έως τον Μάρτιο 1981 φοίτησα στο Naval Postgraduate School Monterey και αμέσως μετά την αποφοίτησή μου μετατέθηκα σαν μέλος της ομάδας παραλαβής Φ/Γ Έλλη από τα Ναυπηγεία KMS στο Vlissingen Ολλανδίας. Στο διάστημα 1981 – 1987 υπηρέτησα διαδοχικά σαν Διευθυντής Οπλισμού στην Φ/Γ Έλλη και σαν Κυβερνήτης στο Α/Γ Σύρος. Το 1987μετατέθηκα στη ΓΕΝ/ΔΕΞ (Διεύθυνση Εξοπλισμών) σαν Υπεύθυνος Προγράμματος Εκσυγχρονισμού Α/Τ (Πρόγραμμα HENDER) στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Στο σημείο αυτό αρχίζει η ιστορία.
Το Πρόγραμμα Φ/Γ ΜΕΚΟ
Μετά την παραλαβή των φρεγατών Έλλη και Λήμνος το Π.Ν. εισήλθε σε μια νέα εποχή πολεμικών πλοίων και ως ήταν φυσιολογικό άρχισε να προετοιμάζεται για την επόμενη γενιά των φρεγατών. Έτσι από το 1982 είχε δημιουργηθεί στην ΓΕΝ/ΔΕΞ το Γραφείο Προγράμματος Φ/Γ στο οποίο τοποθετήθηκαν τότε αρκετοί αξιωματικοί, ικανότατοι, εξαιρετικοί γνώστες του αντικειμένου της ναυπήγησης και εξοπλισμού νέων πλοίων και γενικά καταξιωμένοι στους κύκλους του Π.Ν.
Έξη χρόνια αργότερα, στις αρχές του 1988, το ΓΕΝ εκλήθη από την Κυβέρνηση να υποβάλλει την εισήγησή του για την προμήθεια τεσσάρων (4) νέων Φ/Γ σε συμπαραγωγή με τα Ελληνικά Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Το Γραφείο Προγράμματος Φ/Γ το οποίο από το 1982 μέχρι το 1988 μελετούσε το θέμα και είχε κάνει ένα πλήθος αξιολογήσεων, μελετών και συγκρίσεων ετοίμασε μία εισήγηση προς τον ΥΕΘΑ η οποία σε γενικές γραμμές έλεγε:
α) Τις γερμανικές Φ/Γ τύπου ΜΕΚΟ με ένα ενδεικτικό Οπλικό Σύστημα
β) Τις ολλανδικές Φ/Γ τύπου «Μ» με το Οπλικό Σύστημα ως προσφέρθηκε.
Η απόφαση της Κυβέρνησης (ΚΥΣΕΑ) ήταν μία κακή μίξη των δύο προτάσεων, ήτοι:
Τις γερμανικές Φ/Γ τύπου ΜΕΚΟ με το Οπλικό Σύστημα ως προσφέρθηκε.
Κατ’ άλλους η απόφαση του ΚΥΣΕΑ ήταν: Τις γερμανικές Φ/Γ τύπου ΜΕΚΟ κατόπιν διαπραγματεύσεων (;).
Σε εφαρμογή τελικά υπερίσχυσε η πρώτη ερμηνεία διότι, απ’ ότι θυμάμαι, δεν είχαμε την ελευθερία να αλλάξουμε την σύνθεση του προσφερθέντος από το Γερμανικό Ναυπηγείο Οπλικού Συστήματος.
Η περίεργη αυτή απόφαση της Κυβέρνησης του 1988 οδήγησε το σύνολο των αξιωματικών του Γραφείου Προγράμματος Φ/Γ να παραιτηθούν με την αιτιολογία ότι οι Φ/Γ ΜΕΚΟ είχαν προσφερθεί με ένα ενδεικτικό και για λόγους αξιολογήσεως Οπλικό Σύστημα και κατά συνέπεια δεν ικανοποιούσαν τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του Π.Ν. Πιθανόν να υπήρχαν και άλλοι λόγοι της παραιτήσεως των παραπάνω αξιωματικών οι οποίοι όμως ουδέποτε έγιναν γνωστοί σε εμένα. Το αξιόμαχο ενός πολεμικού πλοίο ορίζεται κυρίως από το οπλικό σύστημα και τα όπλα που διαθέτει καθώς και από το πώς τα χρησιμοποιεί (τακτικό σύστημα). Η προσφορά ΜΕΚΟ δεν ήταν απολύτως σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Πράγματι η προσφορά της Blohm and Voss για τις Φ/Γ ΜΕΚΟ περιλάμβανε σαν οπλικό σύστημα ένα (1) συνονθύλευμα διαφόρων οπλικών συστημάτων της αγοράς των ΗΠΑ και της Αγγλίας, με αμφίβολες επιχειρησιακές ικανότητες και χωρίς ίχνος δυνατότητας ολοκλήρωσης (integration) μεταξύ των. Γενικά το προσφερθέν από την Blohm and Voss οπλικό σύστημα δεν «έπειθε» ότι ήταν ένα προϊόν μελέτης. Μάλλον ήταν μια συλλογή οπλικών συστημάτων την τελευταία στιγμή προκειμένου να συμμετέχει εσπευσμένα στον διαγωνισμό για να ανταγωνισθεί τις άρτιες ολλανδικές Φ/Γ «Μ».
Επιπλέον αυτού ένα άλλο πολύ σοβαρό πρόβλημα της αποφάσεως ΚΥΣΕΑ ήταν ότι τα συστήματα που προέβλεπε η προσφορά της ΜΕΚΟ – απλώς ονομαστικά και χωρίς προδιαγραφές – θα έπρεπε να τα αγοράσει το Π.Ν. και να τα παραδώσει, «εγκαίρως και με τις σωστές διασυνδέσεις (interfaces) σαν Υλικό Παραδιδόμενο από την Κυβέρνηση – Government Furnished Material (GFM) στο γερμανικό Ναυπηγείο Blohm and Voss προκειμένου να τα εγκαταστήσει και να τα ολοκληρώσει με το Τακτικό Σύστημα που θα παρέδιδε η ολλανδική εταιρεία Signaal».
Το ρίσκο για το Π.Ν. ήταν τεράστιο!
Το Π.Ν. κινδύνευε τότε να παραλάβει πλοία αντίστοιχα με το «ARADU» το οποίο είχε παραλάβει το Νιγηριανό Ναυτικό από την Blohm and Voss και ήταν γνωστό εκείνη την εποχή ως «non working ship». Η περίπτωση ARADU συνέβη διότι απλά η Blohm and Voss δεν γνώριζε από σύγχρονα πολεμικά πλοία. Ίσως να ήξερε πολύ καλά τα εμπορικά πλοία αλλά όχι και τα πολεμικά και αυτός ήταν ο λόγος που για το πρόγραμμα του Π.Ν. είχε επιλέξει σαν υπεργολάβο για το Οπλικό Σύστημα την Ολλανδική εταιρεία Signaal η οποία μέσω της ναυπήγησης των πλοίων του Ολλανδικού Ναυτικού ήταν άριστη στον τομέα αυτόν.
Τελικά αυτή η αίολη προσφορά ΜΕΚΟ με την αλλοπρόσαλλη απόφαση του ΚΥΣΕΑ έφτασε στην ΓΕΝ/ΔΕΞ/Γραφείο Προγράμματος Φ/Γ για υλοποίηση.
Ήταν όλα εκεί
Τότε στις αρχές του 1988 και μετά την προαναφερθείσα παραίτηση του συνόλου των αξιωματικών, μετατέθηκα εσπευσμένα από το πρόγραμμα HENDER στο Γραφείο Προγράμματος Φ/Γ υπό τις διαταγές του Αρχιπλοιάρχου Ε. Κυπραίου Π.Ν.(+) ο οποίος θα ήταν Υπεύθυνος για το Οπλικό Σύστημα των νέων Φ/Γ ΜΕΚΟ. Υπεύθυνος για όλο το πρόγραμμα αλλά και για υπόλοιπα θέματα της πλατφόρμας θα ήταν ο Διευθυντής της ΓΕΝ/ΔΕΞ Υποναύαρχος (Μ) ΆγγελοςΡουχωτάς Π.Ν. (+) με βοηθό του έναν επιτελή, τον Αντιπλοίαρχο (Μ) Σταμάτη Κλουδά Π.Ν. Αρχικά αυτοί οι τέσσερεις αξιωματικοί αποτελούσαν το επιτελείο του Γραφείου το οποίο καλείτο να φέρει εις πέρας το τεράστιο έργο του προγράμματος Φ/Γ ΜΕΚΟ. Αρκετούς μήνες αργότερα στο επιτελείο του Γραφείου προστέθηκε ο Αντιπλοίαρχος (Μ) Ε. Κολοκύθας Π.Ν. (+).
Η παράδοση – παραλαβή των θεμάτων του Οπλικού Συστήματος έγινε μέσα στον Φεβρουάριο 1988 από έναν από τους παραιτηθέντες αξιωματικούς του Γραφείου Προγράμματος Φ/Γ ο οποίος μου έδειξε 3-4 ντουλάπες και είπε απλά: «Εδώ σ’ αυτές τις ντουλάπες είναι όλα». «Ότι θέλεις πάρε με τηλέφωνο να σε βοηθήσω».
Τον ευχαρίστησα και τις επόμενες ημέρες άρχισα να ψάχνω τις ντουλάπες. Αρχεία, βιβλία, αξιολογήσεις, αλληλογραφία με εταιρείες, επιχειρησιακές απαιτήσεις, προσφορές, προδιαγραφές, μπροσούρες, κλπ. Είχε δίκιο: «Ήταν όλα εκεί»
Η επί 6 χρόνια τεράστια και σοβαρή εργασία των αξιωματικών του Γραφείου ήταν όλη εκεί και δεν ήταν δυνατόν να παραδοθεί μέσα σε λίγες ώρες. Ίσως και εγώ στην θέση του παραδίδοντος να έκανα το ίδιο. Παρά ταύτα θα έπρεπε να βρω από πού να αρχίσω και μάλιστα σύντομα. Δεν υπήρχε περίπτωση και χρόνος να τα διαβάσω όλα. Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το υλικό αυτό κατά περίπτωση, όποτε χρειαζόταν. Άλλωστε η απόφαση του ΚΥΣΕΑ ακύρωνε το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό το υλικό και σε λίγες ημέρες θα εμφανιζότανστο ΓΕΝ η Blohm and Voss και θα άρχιζαν οι διαπραγματεύσεις.
Οι τρεις προαναφερθέντες αξιωματικοί του γραφείου και ο υπογράφων πηγαίναμε στο ΓΕΝ το πρωί και φεύγαμε πολύ αργά το βράδυ. Σκυμμένος στα χαρτιά ένα βράδυ αντιλήφτηκα ακουμπισμένο στην πόρτα τον Διευθυντή μου Μανώλη Κυπραίο να με κοιτάζει. Δεν είχα καταλάβει πόση ώρα ήταν εκεί και με έβλεπε, αλλά θυμάμαι πολύ καλά αυτό που μου είπε: «Μου φαίνεται ότι κυνηγάμε μαύρες γάτες σε σκοτεινό δωμάτιο».
Κάπως έτσι αισθανόμασταν όλοι μας αλλά εγώ έβλεπα και κάποιο αμυδρό φως στο σκοτάδι. Δεν με τρόμαζε τόσο το τεχνικό μέρος όσο με τρόμαζε το γεγονός ότι δεν είχα καμμία εμπειρία σε θέματα διαπραγματεύσεων και συμβάσεων.
Αυτό που φοβόμουν άρχισε αμέσως…
Αμέσως μέσα στον Φεβρουάριο 1988 ήρθε μια μεγάλη αντιπροσωπεία από στελέχη της Blohm and Voss στην ΓΕΝ/ΔΕΞ για διαπραγματεύσεις οι οποίες θα οδηγούσαν στην υπογραφή συμβάσεως.
Για το Οπλικό Σύστημα οι διαπραγματευτές από την πλευρά της Blohm and Voss ήταν ο απόμακρος Otto Sadler o οποίος θεωρείτο από τους Γερμανούς ως Guru των οπλικών συστημάτων αλλά μάλλον λίγο παλιωμένος, ο Klaus Muller ο οποίος ήταν ο σκληρόςκαι άκαμπτος διαπραγματευτής με καθαρά γερμανική νοοτροπία και με μία αίσθηση υπεροχής της φυλής του που άφηνε επί τούτου να φανεί από το πρώτο λεπτό, ο Marc Ruddat ο οποίος ήταν ένας απλός πρώην αξιωματικός του εμπορικού ναυτικού επίσης με γερμανική νοοτροπία και τέλος ο συμπαθής, συνεργάσιμος και αρκετά καλός γνώστης του αντικειμένου Peter Russi.
Στην πρώτη κιόλας συνάντηση η Blohm and Voss μας έδωσε ένα πρωτόλειο κείμενο για το άρθρο 29 της συμβάσεως που αφορούσε τα Government Furnished Materials (GFM) και όπως μας είπε ορθά-κοφτά ο σκληρός κύριος Klaus Muller: «Η Blohm and Voss στο Οπλικό Σύστημα δεν έχει καμμία ευθύνη για τα GFM πλην της εγκατάστασης και ολοκλήρωσής τους στις Φ/Γ με βάση τα στοιχεία που θα της παρέδιδε το Π.Ν.», δηλαδή: «Αν τα στοιχεία που θα παρέδιδε το Π.Ν. ήταν σωστά, η Blohm and Voss θα μας παρέδιδε πλοίο, αν όχι θα μας παρέδιδε ένα… ARADU!». Το κείμενο του άρθρου 29 που μας παρέδωσαν οι Γερμανοί ήταν σ’ αυτό το μήκος κύματος.
Από την αρχή οι Γερμανοί της Blohm and Voss μάλλον προδικάζοντας το μέλλον, ότι δηλαδή το Π.Ν. θα αποτύγχανε να φέρει τα σωστά στοιχεία διασύνδεσης και ολοκλήρωσης των GFM, προετοίμαζε το έδαφος για την παράδοση ενός απλού πλοίου, ίσως λίγο καλλίτερου…από το Νιγηριανό ARADU! Τίποτε δεν ήταν τυχαίο. Οι Γερμανοί της Blohm and Voss γνώριζαν από την περίπτωση του ARADU ότι το USN δεν έδινε ποτέ στοιχεία για την διασύνδεση (interfaces) των συστημάτων GFM. Το USN έδινε μόνο στοιχεία φυσικής εγκατάστασης (installation) των συστημάτων GFM. Πιθανώς να περίμεναν το ίδιο και για την περίπτωση του Π.Ν. και προετοίμαζαν το έδαφος.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Απ’ όσα ήταν γνωστά εκείνη την εποχή το USN είχε δώσει κάποιες (?) διασυνδέσεις του ΚΒ Harpoon μόνον στο Ολλανδικό Ναυτικό το οποίο εν συνεχεία τις ολοκλήρωσε στο Τακτικό Σύστημα DAISY των Φ/Γ τύπου Έλλη – Λήμνος.
By the systems reality…
Η Blohm and Voss πίεζε το Π.Ν. να υπογραφεί η σύμβαση μέσα στον Μάιο 1988. Αυτό απεδείχθη εκ των πραγμάτων αδύνατο. Για την ιστορία η σύμβαση υπεγράφη ένα χρόνο αργότερα, στις 10 Φεβρουαρίου 1989. Υπήρχαν πολλά ανοικτά σημεία που έπρεπε να διευκρινισθούν πριν την υπογραφή.
Τον Μάρτιο 1988, παρά τον μεγάλο όγκο των στοιχείων που υπήρχαν στις 3-4 ντουλάπες, δεν είχαμε απολύτως τίποτε στα χέρια μας και δεν γνωρίζαμε τι ακριβώς ήταν τα GFM. Ούτε βεβαίως είχαμε πλήρη συμβατική εικόνα για το τι ακριβώς σημαίνει GFM. Επομένως τα GFM ήταν ένα μεγάλο ρίσκο για την επιτυχία του προγράμματος.
Την λύση μας την έδωσε ο τότε Πλοίαρχος (Ο) Κοκλάδης Π.Ν. (+) ο οποίος βρήκε στα αρχεία του Ε’ Κλάδου του ΓΕΝ ένα κείμενο του USN το οποίο μεταξύ των άλλων συμβατικών όρων είχε και την ανάλυση των GFM. Το USN είχε φτιάξει αυτή την έκδοση προκειμένου να βοηθήσει τα στελέχη του στην συγγραφή των υποχρεώσεων των διάφορων προμηθευτών και υποκατασκευαστών. Αυτό ήταν μία πολύ καλή αρχή! Τότε μάθαμε την έννοια των GFM, τις υπευθυνότητες και υποχρεώσεις μας καθώς και όλες τις λεπτομέρειες της εγκατάστασης και διασύνδεσης (installation and interfaces).
Mε οδηγό το κείμενο του USN, φτιάξαμε με τον Αντιπλοίαρχο (Μ) Στάθη Κολοκύθα, ένα κείμενο-απάντηση για το άρθρο 29 που έβαζε τα πράγματα σε κάποια σωστή βάση. Η Blohm and Vossδεν περίμενε κάτι τέτοιο, δεν περίμενε ότι το Π.Ν. θα μπορούσε να συντάξει ένα τέτοιο κείμενο για τα GFM. Αυτό όμως που έκανε τους Γερμανούς έξαλλους ήταν η έκφραση «…by the systems reality…» την οποία είχαμε συμπεριλάβει στο κείμενο για να μεταφέρουμε την ευθύνη στην Blohm and Voss ακόμη και στην περίπτωση που τα συστήματα που απλώς ονόμασε στην προσφορά της για να αγοράσουμε αποδεικνύονταν λάθος επιλογές της. Θεωρούσαμε τότε πολύ πιθανόν να μας είχε οδηγήσει η Blohm and Voss να αγοράσουμε ένα σύστημα μη κατάλληλο για το μέγεθος ή την αποστολή του πλοίου. Τελικά ο όρος αυτός μετά από έντονες διαμαρτυρίες της Blohm and Voss αφαιρέθηκε από το άρθρο 29. Όμως όλοι σχεδόν οι υπόλοιποι όροι που είχαμε συμπεριλάβει στο άρθρο 29 δεν μπορούσαν να αγνοηθούν από την Blohm and Voss και συμπεριλήφθηκαν. Απ’ ότι αποδείχθηκε ήταν πολύ σημαντικοί για την εξέλιξη του προγράμματος.
Ο ρόλος της Signaal
Μεγάλος και σημαντικός ήταν ο ρόλος της Signaal στο πρόγραμμα ΜΕΚΟ. Η Signaal γνώριζε από σύγχρονα πολεμικά πλοία σε αντίθεση με την Blohm and Voss η οποία είχε λιγοστές γνώσεις στο αντικείμενο, ιδιαίτερα στο σύστημα μάχης. Από τα αρχικά στάδια του προγράμματος φάνηκε καθαρά ότι η Blohm and Voss είχε ανάγκη την Signaal για το σύστημα μάχης των ΜΕΚΟ και ιδιαίτερα στον τομέα της διασύνδεσης (interfaces) και της ολοκλήρωσης (integration) των επιμέρους συστημάτων. Μόνο η Signaal είχε την σχετική εμπειρία που την είχε αποκτήσει από το ναυπηγικό πρόγραμμα των Φ/Γ τύπου «Μ» και «Kortenaer» του Ολλανδικού Ναυτικού.
Έτσι ο ρόλος της Signaal έγινε «εταιρικά εκβιαστικός» άμεσα προς την Blohm and Voss και έμμεσα προς το Π.Ν. με αντικειμενικό σκοπό να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο από τα οπλικά συστήματα, πράγμα το οποίο, όπως θα φανεί παρακάτω τελικά το πέτυχε.
It looks like a tip to a restaurant
Αρκετά πριν την απόφαση της Κυβέρνησης για την αγορά των Φ/Γ ΜΕΚΟ, το Π.Ν. με κάποιες διαδικασίες του Γ’ Κλάδου του ΓΕΝ είχε ήδη επιλέξει (!) και είχε υπογράψει (!) την σχετική σύμβαση για την αγορά του κυρίου 5’’πρωραίου πυροβόλου από την εταιρεία FMC των ΗΠΑ, έναντι 35 περίπου εκατομμυρίων USD για τα 4 πλοία. Κάποιοι γνώριζαν από πριν ότι το Π.Ν. θα αγόραζε Φ/Γ (!) και είχαν προδιαγράψει αλλά και αγοράσει από πριν το κύριο πυροβόλο. Αμέσως μετά την απόφαση της Κυβέρνησης για την αγορά των Φ/Γ ΜΕΚΟ στην οποία και προβλεπόταν φυσικά ονομαστικά και το νέο 5’’ πυροβόλο, προσκλήθηκε στην ΔΕΞ η κατασκευάστρια εταιρεία FMC προκειμένου να προσαρμοσθούν τα προβλεπόμενα στην σύμβαση της με το κατασκευαστικό πρόγραμμα των Φ/Γ ΜΕΚΟ.
Μεταξύ των σημείων που συζητήθηκαν {λεπτομερές scope of supply, interfaces με Οπλικό και Τακτικό σύστημα, παραδόσεις υλικού κλπ} ήταν βεβαίως και το οικονομικό θέμα {προκαταβολές, πληρωμές, εγγυήσεις, ρήτρες κλπ.}.
Στο σημείο αυτό προσωπικά εξέφρασα στην FMC την απλή απορία «πως ένα αμερικάνικο προϊόν είναι κατά πολύ ακριβότερο από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό ενώ συνήθως συμβαίνει το αντίθετο». Συγκεκριμένα τότε σύμφωνα με προσφορά της OTO-MELARA, η οποία βρέθηκε μέσα στα αρχεία του Γραφείου, το αντίστοιχο πυροβόλο 5’’ για 4 πλοία κόστιζε 22 εκατομμύρια USD, ήτοι ~13 εκατομμύρια USD λιγότερα. Η μέχρι τότε εμπειρία του Π.Ν. από τα πυροβόλα OTO MELARA ήταν εξαιρετική.
Τότε μεταξύ των δικαιολογιών που μας είπε η κατασκευάστρια FMC ήταν και το ότι το πυροβόλο της FMC είχε την επιπλέον εξαιρετική δυνατότητα βολής των Guided Laser Projectiles (βεληνεκές >70Km), η οποία όμως δεν περιλαμβανόταν στην σύμβαση του Π.Ν. Για τυπικούς λόγους ζήτησα να μπει η εν λόγω δυνατότητα σαν μελλοντική επιλογή (option) αλλά η αρμόδια αμερικανική υπηρεσία DSAA φρόντισε άμεσα να δηλώσει ότι «προς το παρόν τα Guided Laser Projectiles δεν είχαν Άδεια Εξαγωγής (Export License) για την Ελλάδα».
Μηδέν εις το πηλίκον
Παράλληλα, λόγω της σοβαρής οικονομικής στενότητας που αντιμετώπιζε το πρόγραμμα ΜΕΚΟ, η ΔΕΞ ζήτησε επισήμως και την πιθανότητα ανακοστολόγησης της σύμβασης. Όλα αυτά συμπεριλήφθηκαν σε ένα Εισηγητικό προς τον ΥΦΕΘΑ που είχε την οικονομική εξουσία. Όπως ήταν αναμενόμενο η FMC αρνήθηκε οιανδήποτε οικονομική διευθέτηση και ζήτησε να επισκεφθεί τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Αυτό έγινε και ο εκπρόσωπος της FMC είδε τον Υπουργό ιδιαιτέρως. Στην έξοδο του από το Γραφείο του Υπουργού ο εκπρόσωπος της FMC μου ανακοίνωσε ότι θα γίνει μείωση του συμβατικού τιμήματος των 35 περίπου εκατομμυρίων USD κατά 20 χιλιάδες USD. Με την απλή παρατήρησή μου: «It looks like a tip to a restaurant”, παρέλαβα την σύμβαση για τα περαιτέρω.
Τώρα τι κάνουμε;
Το ΥΕΘΑ αλλά και το ΓΕΕΘΑ είχαν ξεκαθαρίσει πως οι διαθέσιμες πιστώσεις για τα GFM του προγράμματος ΜΕΚΟ θα ήταν 293 εκατομμύρια USD από τα FMS Credits. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο εκτός από 7 δις δραχμές (~20 εκατομμύρια USD) που θα δινόταν μόνο σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης.
Από την απόφαση της Κυβέρνησης να αγορασθούν «οι γερμανικές Φ/Γ τύπου ΜΕΚΟ με το Οπλικό Σύστημα ως προσφέρθηκε», το Π.Ν. ήταν ουσιαστικά υποχρεωμένο να αποταθεί σε συγκεκριμένες εταιρείες και να ζητήσει τα συστήματα GFM, όσο και αν κόστιζαν!!! Επομένως το Π.Ν. ήταν στο έλεος (merci) των εταιρειών. Θυμήθηκα που μικρός πήγαινα στο περίπτερο με ένα πενηνταράκι και έλεγα στον περιπτερά: «όλα τα λεφτά καραμέλες».
Για να είναι το Π.Ν. 100% «εξαγνισμένο» από την απόφαση της Κυβέρνησης αποφασίστηκε να εφαρμοσθούν οι διαδικασίες διακρατικής αγοράς των συστημάτων μέσω των FMS Credits από τις ΗΠΑ. Έτσι στις 18 Μαΐου 1988 ο Αρχιπλοίαρχος Ε. Κυπραίος Π.Ν. και εγώ βρεθήκαμε στην Washington DC όπου επισκεφθήκαμε το USN/ NAVSEA προκειμένου να διερευνηθεί ο τρόπος αγοράς αλλά και το κόστος των δεκαπέντε (15) οπλικών συστημάτων καθώς και των αεροστροβίλων προώσεως των ΦΓ. Ήταν όλα αμερικανικής κατασκευής.
Σε μία πολύ μεγάλη συνάντηση, εκτός ημών των δύο, παρευρέθησαν εκπρόσωποι του USN/NAVSEA με επικεφαλής την φιλική προς την Ελλάδα Janet Mann, εκπρόσωποι της DSAA η οποία ήταν η αρχή διαθέσεως και διαχειρίσεως των FMS Credits, εκπρόσωποι του NAVILCO για την εφοδιαστική υποστήριξη και οι εκπρόσωποι όλων των κατασκευαστών των συστημάτων. Προσωπικά πρώτη φορά ευρισκόμουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον.
Πως μιλάνε και τι λένε σε ένα τέτοιο περιβάλλον;
Αφού τους παρουσιάσαμε τα συστήματα που ήθελε το Π.Ν., το USN/NAVSEA μας διευκρίνισε ότι θα υπήρχαν δύο ειδών συμβάσεις:
A. Μία ομάδα συστημάτων, τα οποία υπήρχαν ήδη αυτούσια στο οπλοστάσιο του USN, θα αγοράζονταν με τις γνωστές διαδικασίες των LOA με χρηματοδότηση από DSAA μέσω FMS Credits.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στις διαδικασίες αγοράς μέσω LOA δεν υπάρχουν πολλά πράγματα προς διαπραγμάτευση παρά μόνο το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων και ακροθιγώς να συζητηθούν τα interfaces. Το USN είναι πολύ διστακτικό έως αρνητικό να δίνει τα interfaces των συστημάτων του. Ουδέποτε μέχρι τότε το Π.Ν. είχε καταφέρει να πάρει πληροφορίες για τα interfaces συστημάτων που είχε αγοράσει.
Τα ακριβή οικονομικά στοιχεία της LOA είναι σχεδόν άγνωστα. Με την υπογραφή μιας LOA τα συστήματα που ζητά ένα Πολεμικό Ναυτικό συμπεριλαμβάνονται στο επόμενο συγκεντρωτικό συμβόλαιο του USN με τις επιμέρους κατασκευάστριες εταιρείες. Το ποσό της σύμβασης είναι κατ’ εκτίμηση και στο τέλος της υλοποίησης γίνεται λογαριασμός με βάση τον οποίο χρεώνονται ή πιστώνονται αντίστοιχα οι λογαριασμοί των Πολεμικών Ναυτικών. Επομένως ακριβή οικονομικά στοιχεία δεν μπορούσαν να δοθούν στην εν λόγω σύσκεψη και απλά αναφέρθηκαν τα ποσά που είχαν προκύψει από τις τελευταίες πρόσφατες συγκεντρωτικές αγορές που είχε κάνει το USN για το ίδιο αλλά και άλλους χρήστες των FMS. Οι επόμενες συμβάσεις του USN ίσως να ήταν ακριβότερες ή φθηνότερες αλλά μάλλον αμφίβολο να ήταν φθηνότερες.
B. Μία δεύτερη ομάδα συστημάτων, τα οποία δεν υπήρχαν στο οπλοστάσιο του USN, θα αγοραζόταν με διαδικασίες απ’ ευθείας συμβάσεων με τις κατασκευάστριες εταιρείες (Direct Contract Procurement) επίσης με χρηματοδότηση από DSAA. Για όλα αυτά τα συστήματα θα έπρεπε να γίνουν συμβάσεις οι οποίες εφ’ όσον εγκρίνονταν από το DSAA, θα χρηματοδοτούντο μέσω FMS Credits.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Το πρόγραμμα FMS Credits αφορά δάνεια αποκλειστικά για αγορά πολεμικού υλικού από τις Η.Π.Α με επιτόκιο ~13% και περίοδο χάριτος 1 χρόνου. Η Ελλάδα δανειζόταν με το σύστημα αυτό περί τα 350-450 εκατομμύρια USD ετησίως. Σημειώνεται ότι όλα τα διακινούμενα χρηματικά ποσά των FMS Credits είναι λογιστικά μεταξύ Πολεμικού Ναυτικού και DSAA και πραγματικά μεταξύ DSAA και κατασκευαστών.
Στην συνάντηση έγινε από μέρους μας ιδιαίτερη μνεία για την παράδοση των στοιχείων εγκατάστασης (installation) και διασύνδεσης (interfaces) των συστημάτων. Εξηγήθηκε στους παρισταμένους στην συνάντηση ότι το Π.Ν. πρέπει να παραλάβει αυτά τα στοιχεία και να τα παραδώσει εγκαίρως στην Γερμανική εταιρεία Blohm and Voss η οποία θα ήταν η κατασκευάστρια των Φ/Γ. Απ’ ότι θυμάμαι αρκετοί από τους χειριστές των θεμάτων των συστημάτων του USN αντέδρασαν και δυσανασχέτησαν. Έχοντες κατά νουν τις συνέπειες του άρθρου 29 της σύμβασης με την Blohm and Voss, διαμαρτυρηθήκαμε έντονα και ζητήσαμε επίμονα όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την εγκατάσταση και την διασύνδεση (installation & interfaces) των συστημάτων. Μετά το διάλλειμα της συσκέψεως η επέμβαση του επικεφαλής του USN/NAVSEA έβαλε τα πράγματα στην θέση τους:
Το USN θα έδινε τα στοιχεία εγκατάστασης και διασύνδεσης των οπλικών συστημάτων! Αυτό ήταν το μοναδικό θετικό στοιχείο που αποκομίσαμε από την συνάντηση. Σε πρώτη φάση είχαμε μάλλον ξεφύγει από την περίπτωση ARADU.
Μετά από την παρουσίαση όλων των συστημάτων που ζητούσε το Π.Ν. από το USN και τις κατασκευάστριες εταιρείες υπολογίσθηκε ένα πρώτο κατ’ εκτίμηση κόστος του προγράμματος το οποίο ανερχόταν περίπου στα 420 εκατομμύρια USD, δηλαδή περί τα 127 εκατομμύρια USD περισσότερα από τον προϋπολογισμό του Π.Ν. Αυτό και μόνον το γεγονός ίσως να ματαίωνε το πρόγραμμα MEKO.
Αυτό ήταν το μεγάλο αρνητικό σημείο και η πρώτη μεγάλη απογοήτευσή μας. Στην ουσία γυρίσαμε στην Ελλάδα με κατεβασμένα κεφάλια και το ερώτημα: Τώρα τι κάνουμε; Πως λύνεται το πρόβλημα αυτό;
Το πουλόβερ άρχισε να ξηλώνεται …
Περίσκεψη περισσή στη ΔΕΞ. Τι θα κάνουμε τώρα;
– Να ζητήσουμε νέες μειωμένες προσφορές από τους κατασκευαστές; Αυτοί ήταν σίγουροι ότι, λόγω της αποφάσεως του ΚΥΣΕΑ, δεν μπορούμε να τους βγάλουμε εκτός, και δεν θα άλλαζαν τις προσφορές τους.
– Να αποταθούμε στο ΥΕΘΑ και να ζητήσουμε επιπλέον πιστώσεις; Δεν υπήρχε καμμία περίπτωση να αυξηθεί ο προϋπολογισμός κατά 127 εκατομμύρια USD.
– Να ζητήσουμε από την Blohm and Voss ισοδύναμες εναλλακτικές λύσεις; Η Blohm and Voss δεν γνώριζε και δεν θα ήθελε να εμπλακεί σε μία τέτοια κατάσταση με εναλλακτικά συστήματα.
Αποφασίστηκε τότε στην ΔΕΞ να κάνουμε κάποια ενέργεια ώστε να δείξουμε στους κατασκευαστές ότι δεν είναι σίγουρη η ενσωμάτωση των συστημάτων τους στις Φ/Γ ΜΕΚΟ. Έγινε τότε μία εισήγηση προς το ΑΝΣ το οποίο στήριζε με σοβαρά επιχειρήματα την αλλαγή των πυξίδων της εταιρείας Litton (4,4 εκατομμύρια USD για 4 πλοία) με αντίστοιχες της εταιρείας Sperry (1,2εκατομμύρια USD για 4 πλοία).
Tα επιχειρήματα της ΔΕΞ ήταν ότι (1), από τεχνικής πλευράς οι πυξίδες των δύο εταιρειών ήταν πλήρως ισοδύναμες (2), η εξοικονόμηση χρημάτων από την επιλογή Sperry αλλά και (3), το γεγονός ότι όλα τα πλοία του Π.Ν. ήταν εφοδιασμένα με πυξίδες Sperry που σήμαινε commonality και ύπαρξη υποδομής υποστήριξης στον Ναύσταθμο.
Το ΑΝΣ δεν θα μπορούσε να αρνηθεί μία τέτοια εισήγηση και απάντησε θετικά. Αυτό ήταν μια μεγάλη και θαρραλέα απόφαση του ΑΝΣ η οποία στην ουσία «άνοιγε τον δρόμο για αλλαγές». Οι πυξίδες της Litton έφυγαν και στον εξοπλισμό των ΜΕΚΟ μπήκαν οι πυξίδες της Sperry μέσω της κυρίας σύμβασης του Π.Ν. με την Blohm and Voss.
Εντύπωση πάντως έκανε η μη διαμαρτυρία της Litton για αυτή την αντικατάσταση. Είτε γνώριζε ότι είχε κάνει υπέρ κοστολόγηση των πυξίδων ή αδιαφορούσε για τα 4,4 εκατομμύρια USD ή είχε φόρτο εργασίας από άλλα συμβόλαια.
Το γεγονός ήταν πάντως ότι το πουλόβερ άρχισε να ξηλώνεται… Ο δρόμος είχε ανοίξει.
Physics don’t change across the Atlantic…
Όταν η Signaal είδε το αποτέλεσμα του θέματος με τις πυξίδες, με την ορμητικότητα που την χαρακτήριζε τότε, όρμησε και άρχισε όπως φαίνεται να πιέζει την Blohm and Voss να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο από τα οπλικά συστήματα.
Το πρώτο σύστημα που είχε βάλει σαν στόχο η Signaal ήταν το ραντάρ αέρος SPS-49 της Raytheon το οποίο ήθελε να το αντικαταστήσει με το δικό της DA-08. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι το Π.Ν. πρώτο είχε αμφισβητήσει την εγκατάσταση αυτού του θηριώδους radar στις Φ/Γ ΜΕΚΟ. Το SPS-49 ήταν ένα πολύ καλό αλλά βαρύ ραντάρ αέρος που μέχρι τότε είχε εγκατασταθεί μόνο στα αεροπλανοφόρα και καταδρομικά 8.000 – 10.000 τόννων. Οι Φ/Γ ΜΕΚΟ ήταν σχετικά μικρά πλοία 3.500 τόννων και αυτό οδήγησε το Π.Ν. να εκφράσει την αμφιβολία του. Αυτή την πιθανή αλλαγή η Signaal είχε καταφέρει να την ενσωματώσει στην κυρία σύμβαση του Π.Ν. με την Blohm and Voss. Το άλλο σύστημα που είχε επίσης βάλει σαν στόχο ήταν ένα ραντάρ της αγγλικής Plessey (AWS-6) και στην θέση του ήθελε να βάλει το δικό της MW-08.
Έτσι από την Blohm and Voss προκλήθηκε μια συνάντηση μεταξύ της Blohm and Voss ως κατασκευάστριας των Φ/Γ, της Raytheon ως κατασκευάστριας του radar SPS-49 και της Signaal ως integrator του οπλικού συστήματος. Η ΓΕΝ/ΔΕΞ είχε προσκληθεί ως παρατηρητής. Η παρουσία η δική μας (Επιτροπή από Αρχιπλοίαρχο Ε. Κυπραίο Π.Ν., Αντιπλοίαρχο Κ. Νικητιάδη Π.Ν., Αντιπλοίαρχο (Μ) Ε. Κολοκύθα Π.Ν., Πλωτάρχη Γ. Λεούση Π.Ν. και τον υπογράφοντα) είχε δύο σκοπούς: Την μη αύξηση του κόστους από πιθανές αλλαγές και εάν ήταν δυνατόν την μείωση καθώς και την δυνατότητα εγκατάστασης και ολοκλήρωσης του radar που ήθελε επιλεγεί.
Στην συνάντηση αυτή τα χρήματα άλλαζαν χέρια ανά δευτερόλεπτο. Ήταν μία μονομαχία μεταξύ της Signaal (Van Der Wurff), της Raytheon (Markowitz) και της Blohm and Voss (Klaus Muller). Ο Ολλανδός Van Der Wurff, στην προσπάθειά του να βγάλει έξω το radar SPS-49 έλεγε αλλόκοτα, παράλογα πράγματα. Αυτό έκανε τον Αμερικάνο Markowitz να εκραγεί και να αναφωνήσει προς όλους: – Gentlemen, Physics don’t change across the Atlantic…
Γνωρίζοντας ότι η Signaal θα ήταν η εταιρεία που θα έκανε την ολοκλήρωση των οπλικών συστημάτων και θα μπορούσε ίσως από την θέση αυτή να προκαλέσει προβλήματα, βαθιά μέσα μας ίσως να υποστηρίζαμε τις αλλόκοτες θέσεις του Ολλανδού Van Der Wurff. Δεν εκφράσαμε όμως την γνώμη μας και αφήσαμε τα πράγματα να εξελιχθούν. Τελικά οι Ολλανδοί κέρδισαν, το SPS-49 έφυγε και το radar DA-08 της Signaal μπήκε και στον εξοπλισμό των ΜΕΚΟ.
Με μία παρόμοια συνάντηση, το radar της Plessey αντικαταστάθηκε με το radar MW-08 της Signaal με την δικαιολογία ότι το πρώτο δεν είχε την δυνατότητα διευθύνσεως βολής (Track While Scan). Αυτή την φορά η Signaal είχε δίκιο. Το AWS 6 της Plessey ήταν ένα πολύ καλό ναυτιλιακό ραντάρ.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το Π.Ν. είχε δίκιο που στο άρθρο 29 ήθελε να συμπεριλάβει τον όρο “…by the systems reality…”. Η Blohm and Voss είχε συμπεριλάβει ένα ραντάρ το οποίο δεν ήταν κατάλληλο για τις Φ/Γ που είχε προδιαγράψει το Π.Ν.
Τέλος απ’ ότι θυμάμαι υπήρχε και σημαντική μείωση κόστους για το Π.Ν. της τάξεως των 2.000.000 μάρκων και για τα δύο ραντάρ, το οποίο ενσωματώθηκε σαν μείωση στην κυρία σύμβαση του Π.Ν. με την Blohm and Voss.
You are comparing apples with oranges…
Μετά τις υποθέσεις Litton/Sperry, Raytheon/Signaal και Plessey Signaal έπρεπε ναασχοληθούμε με την ανθυποβρυχιακή συσκευή (sonar) την οποία η Blohm and Voss είχε απλά περιγράψει σαν «SQS-56 με VDS». Στην σύσκεψη του Μαΐου 1988 αποταθήκαμε στο USN για το εν λόγω σύστημα αλλά πήραμε την εξής απάντηση:
«Η συσκευή SQS-56 υπάρχει στο εφοδιαστικό σύστημα του USN και είναι δυνατόν να αγορασθεί μέσω LOA έναντι ~56 εκατομμυρίων USD. Το VDS δεν υπάρχει στο εφοδιαστικό σύστημα του USN και μπορείτε να το αγοράσετε από την εταιρεία Raytheon Submarine Signal Division, κατασκευάστρια της SQS-56, η οποία μπορεί να κάνει και την ολοκλήρωση των δύο συσκευών».
Η Raytheon SSD που ήταν παρούσα στην σύσκεψη, συμφώνησε ότι μπορεί να προσφέρει το VDS και την ολοκλήρωση με την SQS-56 έναντι περίπου 12 εκατομμυρίων USD, δηλαδή σύνολο περίπου 68 εκατομμύρια USD που αντιπροσώπευε περίπου το ¼ του συνολικού προϋπολογισμού. Το ποσόν αυτό ήταν εξωφρενικό για sonar και για άλλη μία φορά στην ΓΕΝ/ΔΕΞ έπεσε κατήφεια.
Στις 3-4 ντουλάπες του Γραφείου Προγράμματος Φ/Γ που μας παρέδωσαν οι παραιτηθέντες αξιωματικοί αναζητήσαμε την λύση και ευτυχώς την βρήκαμε. Ήταν μια προσφορά της αμερικανικής εταιρείας EDO για το sonar έναντι 12 εκατομμυρίων USD μόνον για τα 4 πλοία. Η συνέχεια ήταν σχετικά απλή. Αφήσαμε απλώς να εννοηθεί ότι εξετάζουμε θετικά και την περίπτωση της EDO για το sonar.
Λίγες ημέρες μετά δεχθήκαμε επίσκεψη του CEO της Raytheon SSD στην ΓΕΝ/ΔΕΞ. Μαζί του ήταν και ένα στέλεχος (project manager) της εταιρείας, ο William Kneller. Τότε μας ανακοινώθηκε ότι η Raytheon SSD είναι σε θέση να μας παραδώσει την συσκευή SQS-56 ολοκληρωμένη με το VDS με την ονομασία DE-1160 έναντι 58 εκατομμυρίων USD. Του απαντήσαμε ότι δυστυχώς η τιμή είναι ακόμη απαγορευτική για το πρόγραμμα και ίσως εξετάσουμε και άλλες λύσεις. Τότε ο CEO της Raytheon SSD θέλοντας να υπερασπισθεί το σύστημά του είπε: «Αν θέλετε να πάρετε το sonar της EDO να ξέρετε ότι συγκρίνεται μήλα με πορτοκάλια…»
Μία εβδομάδα αργότερα βρέθηκα στην Washington DC, στην Ελληνική Πρεσβεία στο Γραφείου του Ναυτικού Ακολούθου για κάποιες διαδικασίες με το USN και την DSAA όπου και έλαβα ένα τηλεφώνημα από την Raytheon SSD προκειμένου να συναντηθώ με κάποιο στέλεχος της εταιρείας ονόματι Brad Zell. Πράγματι η συνάντηση με τον Brad Zell έγινε στο Γραφείο του ΝΑΟ παρουσία του βοηθού ΝΑΟ Αντιπλοιάρχου (Μ) Αντώνη Συρίγου Π.Ν. (+). Τότε ο Brad Zell χωρίς περιστροφές μας είπε: «Κάναμε μία ανακοστολόγηση του συστήματος DE-1160 που στην ουσία είναι η SQS-56 με VDS και μπορούμε να το προσφέρουμε έναντι 38 εκατομμυρίων USD».
Μέσα μου αναπήδησα από χαρά. Γνωρίζοντας τα αρχικά 68 εκατομμύρια USD από την συνάντηση της 18ης Μαΐου στις εγκαταστάσεις USN/NAVSEA αλλά και τα 58 εκατομμύρια USD, με πολύ κόπο έκρυψα την ικανοποίησή μου και του απάντησα: «Ευχαριστούμε πολύ για την προσφορά σας, είναι πολύ καλή αλλά δυστυχώς, λόγω κόστους, δεν μπορούμε να την ακολουθήσουμε».
Ο Brad Zell μας ρώτησε αν μπορεί να κάνει ένα τηλέφωνο. Του απαντήσαμε θετικά, του δείξαμε το τηλέφωνο και αποχωρήσαμε από την αίθουσα. Ο Αντιπλοίαρχος (Μ) Αντώνης Συρίγος Π.Ν. όταν βγήκαμε έξω μου είπε με αγωνία: «Μα τι κάνεις;»
Σε λίγο ο Brad Zell βγήκε χαρούμενος και μας είπε: «Κάναμε μία νέα προσπάθεια ανακοστολόγησης του συστήματος και μπορούμε να σας το προσφέρουμε έναντι 32 εκατομμυρίων USD».
Πάλι με πολύ κόπο έκρυψα την ικανοποίησή μου και του απάντησα: «Σημαντική και εξαιρετική η προσπάθεια σας αλλά ακόμη πολύ μακριά από τον προϋπολογισμό μας».
Ο Brad Zell ζήτησε και πάλι να κάνει ένα τηλέφωνο. Ο Αντιπλοίαρχος (Μ) Αντώνης Συρίγος Π.Ν. συνέχιζε να μου λέει «Μα τι κάνεις; Θα το τινάξεις στον αέρα…»
Ο Brad Zell αυτή την φορά γύρισε χωρίς αποτέλεσμα. Είπε ότι η τιμή δεν μπορούσε να κατέβει και άλλο. Τον ευχαρίστησα για την προσπάθεια, του ζήτησα να στείλει στην ΓΕΝ/ΔΕΞ την επίσημη προσφορά για τα 32 εκατομμύρια USD αλλά του επανέλαβα ότι «ακόμη ήταν πολύ μακριά από τον προϋπολογισμό μας».
Δύο ημέρες μετά γύρισα στην Ελλάδα και τότε ήλθε στην ΓΕΝ/ΔΕΞ και η τελική επίσημη προσφορά της Raytheon η οποία ήταν 28 εκατομμύρια USD, δηλαδή 40 εκατομμύρια USD φτηνότερα από την αρχική τιμή του Μαΐου 1988. Μετά από διαπραγματεύσεις με τη Raytheon και την πρόσθεση κάποιων επιπλέον απαιτήσεων του Π.Ν., η τιμή για το sonar έκλεισε στα 29 εκατομμύρια USD. Ένα είναι βέβαιο. Δεν έχασε η Raytheon από την συναλλαγή. Απλά δεν κερδοσκόπησε εις βάρος του Π.Ν.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ήταν κοντά στα Χριστούγεννα 1988 και σε γιορτή που έγινε στην Raytheon SSD, υπό τύπο αστείου και πλάκας, τα άλλα στελέχη της εταιρείας έδωσαν στον William Kneller ένα Master of Greek Negotiations … for selling to the Greeks at cost… Φωτοτυπία αυτού του “master” μου το έδωσε ο ίδιος ο William Kneller κατά την τελετή παράδοσης της Φ/Γ Ύδρα.
Μετά την υπόθεση του ανθυποβρυχιακού συστήματος (sonar) η σημαντική εξέλιξη ήταν ότι, μετά από διαπραγματεύσεις που έγιναν στη ΔΕΞ, όλες σχεδόν οι εταιρείες GFM – υπό τον φόβο της αντικατάστασής των – έστειλαν στη ΔΕΞ νέες μειωμένες προσφορές.
Είχαμε και αποτυχίες
Η Blohm and Voss είχε επίσης ονομαστικά καθορίσει το σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου. Ήταν το σύστημα APECS II μιας άγνωστης μέχρι τότε εταιρείας, της Argosystems από την Καλιφόρνια. Παρ’ όλες τις προσπάθειές μας να το βγάλουμε έξω από τις Φ/Γ ΜΕΚΟ δεν τα καταφέραμε. Επιθυμούσαμε να το αντικαταστήσουμε είτε με την γνωστή και με αποδεδειγμένη απόδοση SLQ-32 του USN ή με ένα σύστημα της εταιρείας Condor η οποία ήταν η ηγέτιδα δύναμη στον ηλεκτρονικό πόλεμο.
Οι προδιαγραφές του APECS II είχαν ορισθεί για δοκιμές σε ιδανικό περιβάλλον (anechoic chamber) και σαν πρωτοεμφανιζόμενο στην αγορά δεν υπήρχαν σημεία συγκρίσεως σε πραγματικές συνθήκες. Σημειώνεται ότι ήταν το μοναδικό σύστημα GFM το οποίο στα Sea Trials υστέρησε (πολύ λίγο) των προδιαγραφών του και δημιούργησε προβλήματα αλληλο-παρεμβολών (blanking) με το ραντάρ αέρος και τους CW Illuminators.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μετά το πρόγραμμα του Π.Ν. η εταιρεία Argosystems πουλήθηκε σχεδόν αμέσως στην Boeing και στη συνέχεια περί το 2012 στην Condor.
H νέα digital εποχή
Ενώ το πρόγραμμα ήταν στο τελικό στάδιο δοκιμών για την ολοκλήρωση των οπλικών συστημάτων στην ξηρά, η Signaal αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με την ολοκλήρωση του συστήματος IFF το οποίο είχε αναλογικό video με το radar αέρος που είχε synthetic video. Η Blohm and Voss απούσα. Είχε αναθέσει την ολοκλήρωση στην Signaal.
Συγκεκριμένα λόγω διαφοράς στον χρόνο επεξεργασίας μεταξύ του αναλογικού IFF video με το synthetic (digital processed) video του ραντάρ αέρος προέκυπτε αδυναμία ταυτίσεως των δύο video σε αποστάσεις μεγαλύτερες από 50 Km. Σε συζήτηση με τους τεχνικούς της Signaal τους πρότεινα μία λύση. Δύο ημέρες μετά έλαβα ένα τηλεφώνημα από την Signaal η οποία ήθελε να με επισκεφτεί για να συζητήσει την λύση IFF που τους είχα προτείνει. Ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της Signaal με επισκέφτηκε στη ΓΕΝ/ΔΕΞ και με λίγα λόγια μου είπε: «Οι άνθρωποι της Signaal δεν κατάλαβαν τι τους είπες για την επίλυση του θέματος IFF. Σε παρακαλώ μου επαναλαμβάνεις τι τους είπες».
Όταν του επανέλαβα τον τρόπο επιλύσεως του θέματος, έπιασε το μέτωπό του και είπε: «Ω!!! Τόσο απλό και εύκολο…». Η συνάντηση τελείωσε σε 5-10 λεπτά. Η λύση αυτή έχει υλοποιηθεί στις Φ/Γ ΜΕΚΟ.
To OSLAB
Ένα σοβαρό πρόβλημα που δεν είχε αγγίξει μέχρι τότε κανείς ήταν η παρεμβολή μεταξύ του αντιβληματικού συστήματος Phalanx με το πρωραίο 5’’ πυροβόλο. Δηλαδή όταν το πυροβόλο θα ήταν ανυψωμένο υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να κοπεί η κάνη του από τα πυρά του Phalanx που ήταν εγκατεστημένο ακριβώς πίσω του. Όταν το θέμα αυτό ετέθη από το Π.Ν. έπεσε μια σχετική παγωμάρα για το ποιος ήταν υπεύθυνος για την επίλυση. Στις συμβάσεις GFM του πρωραίου πυροβόλου και του Phalanx δεν προβλεπόταν στις διασυνδέσεις τους κάποια λύση. Η Blohm and Voss είχε υπογράψει τις συμβάσεις GFM και τις είχε αποδεχθεί. Κατά συνέπεια, σε πρώτη θεώρηση, ήταν η κυρία υπεύθυνη για την επίλυση.
Μια λύση υπήρχε. Να ελέγχεται η θέση του πυροβόλου από το οπλικό σύστημα WM-25 της Signaal όταν υπήρχε εμπλοκή με το Phalanx, λύση την οποία υπέδειξε το Π.Ν. Η λύση αυτή ακολουθήθηκε, ονομάσθηκε OSLAB (άγνωστο γιατί ???) και μάλλον έγινε με κόστος της Signaal σαν αντιστάθμισμα ίσως των προαναφερθεισών περιπτώσεων αλλαγής του SPS-49 με το DA-08 και του AW6 με το MW-08. Τράμπα που λέμε στο Ναυτικό…
Οι ακριβοί εκτοξευτές…
Περί το 1990, ενώ το πρόγραμμα ήταν εν εξελίξει, είχε υπογραφεί η σύμβαση μεταξύ του Π.Ν. και της Blohm and Voss και είχε αρχίσει η ναυπήγηση της Φ/Γ Ύδρα, ξαφνικά εγέρθηκε θέμα αντικατάστασης του εκτοξευτή Sea-Sparrow ΜΚ-48 της Raytheon με τον εκτοξευτή ΜΚ-41 της Lockheed Martin.
Για το θέμα αυτό έφτασαν στην Washington DC, όπου πλέον υπηρετούσα στο Γραφείο του ΝΑΟ για την διαχείριση των συμβάσεων GFM, δύο αξιωματικοί του Π.Ν. με σκοπό να διερευνήσουν την δυνατότητα αλλαγής των εκτοξευτών.
Όλοι μαζί συναντήσαμε τότε κάποιους εκπροσώπους της Lockheed Martin οι οποίοι αφού μας έκαναν μία παρουσίαση του εκτοξευτή MK-41 μας είπαν και το εκτιμώμενο κόστος του «modified version» του εκτοξευτή, το οποίο ανερχόταν σε ~65 εκατομμύρια USD. Το «modified version» αναφερόταν σε μικρότερων διαστάσεων εκτοξευτή προκειμένου να είναι δυνατή η εγκατάστασή του στις Φ/Γ ΜΕΚΟ.
Έμεινα με την εντύπωση ότι αμφότεροι οι αξιωματικοί, χωρίς να έχουν εκφρασθεί ευθέως, ήταν υπέρ της αντικαταστάσεως του εκτοξευτή. Προσωπικά ήμουν αντίθετος τόσο για επιχειρησιακούς λόγους όσο και για οικονομικούς.
Συγκεκριμένα από επιχειρησιακής πλευράς:
α) Ο εκτοξευτής ΜΚ-48 είχε μόνον την δυνατότητα βολής Κ/Β Sea–Sparrow/ESSM.
β) Στην άλλη πλευρά το modified version του ΜΚ-41 είχε την δυνατότητα βολής Κ/Β Sea-Sparrow/ESSM και Standard Missile-2 το οποίο όμως δεν επρόκειτο να πάρει η Ελλάδα και δεν πήρε ποτέ μέχρι σήμερα. Ο ΜΚ-41 μπορούσε επίσης να βάλλει Κ/Β Harpoon που όμως στις Φ/Γ ΜΕΚΟ είχαν δικούς τους εκτοξευτές καθώς και τα πεπαλαιωμένακαι σε διαδικασία απόσυρσης ASROC. Λόγω του μικρότερου μεγέθους του modified version ΜΚ-41 τα Tomahawk ήταν εκτός συζητήσεως.
Από πλευράς κόστους ο εκτοξευτής ΜΚ-48 έκανε 22 εκατομμύρια USD για 4 πλοία και ο εκτοξευτής ΜΚ-41 έκανε 65 εκατομμύρια USD για 4 πλοία συν το ποσόν που θα ζητούσε η Blohm and Voss για την αλλαγή της σχεδιάσεως, συν τυχόν καθυστέρηση στο χρονοδιάγραμμα παραλαβής του πλοίου, συν τις ρήτρες ακυρώσεως της σύμβασης με το NATO Sea Sparrow Consortium. Την άποψη μου αυτή την εξέφρασα γραπτώς στην ΓΕΝ/ΔΕΞ.
Στην συνέχεια η ΔΕΞ ζήτησε από την Blohm and Voss να δώσει επίσημη προσφορά για την αλλαγή των εκτοξευτών και η απάντηση, απ’ ότι θυμάμαι, ήταν περί τα 10 εκατομμύρια USD.
Δηλαδή η αντικατάσταση των εκτοξευτών, που κάποιοι τότε υποστήριζαν, θα κόστιζε στο Π.Ν. (στην Ελλάδα) αρκετά περισσότερα από 53 εκατομμύρια USD με ελάχιστα έως μηδενικά επιχειρησιακά πλεονεκτήματα.
Το ΑΝΣ τελικά απέρριψε την πρόταση αλλαγής των εκτοξευτών. Κάποιοι τότε ναύαρχοι είπαν με σκωπτική… αλλά όχι εντελώς αθώα διάθεση: «Και τι τον νοιάζει τον Νικολάου; Από την τσέπη του θα τα δώσει…».
Half Price
Με την αμερικανική εταιρεία Magnavox, θυγατρική της Signaal, είχαμε υπογράψει σύμβαση για την προμήθεια του ραντάρ αέρος DA-08. Στη σύμβαση αυτή προβλεπόταν αποθήκευση και συντήρηση (storage κατά την αποθήκευση των τριών (3) ραντάρ των επόμενων Φ/Γ ΜΕΚΟ που θα κατασκευάζονταν στην Ελλάδα. Το κόστος αυτής της περίεργης υπηρεσίας ήταν 1,2 εκατομμύρια USD. Στην συντήρηση προβλεπόταν και η εκτέλεση «hardening των TWT» των ραντάρ, μία εργασία που δεν γνώριζα τι ακριβώς ήταν.
Ευρισκόμενος στο Crystal City (Washington DC) για την διαχείριση των συμβάσεων GFM, φρόντισα να μάθω και παράλληλα πήρα ανεπίσημες προσφορές για τις εν λόγω εργασίες. Οι τιμές στην «αγορά του Crystal City» ήταν περί τις 450 με 500 χιλιάδες USD. Αμέσως κάλεσα την Magnavox και αφού τους ανακοίνωσα το θέμα τους ζήτησα να δώσουν κάποια λύση για το θέμα. Σε λίγες ημέρες έλαβα μια προσφορά από την Magnavox η οποία μείωνε την τιμή της υπηρεσίας αυτής από τις 1.200.000 στις 600.000 USD.
Προσωπικά δεν επιθυμούσα να φύγει η υπηρεσία αυτή από την υπευθυνότητα της κατασκευάστριας εταιρείας και παράλληλα η Magnavox δεν επιθυμούσε προβλήματα, ιδιαίτερα με συμβάσεις μέσω FMS Credits. Οι αμερικανικές εταιρείες ήταν πολύ προσεκτικές με την DSAA. Αυτή την νέα προσφορά την έστειλα στην ΔΕΞ για τα περαιτέρω.
Ως εδώ καλά. Σε λίγες ημέρες όμως με πήρε τηλέφωνο ο Αντιπλοίαρχος (Μ) Στάθης Κολοκύθας Π.Ν. από την ΔΕΞ και μου είπε: «Τι να την κάνω αυτή την προσφορά. Ξέρεις ότι ήδη υπάρχει σύμβαση υπογεγραμμένη από τον Υπουργό που προβλέπει 1.200.000 USD. Νομίζω ότι δεν έχουμε δικαιοδοσία να κάνουμε διαπραγματεύσεις». Του απάντησα: «Δεν ξέρω πώς να το χειριστείτε αλλά είναι μια διαφορά 600.000 USD. Κάνε εισηγητικό στο ΑΝΣ να αποφασίσει η ηγεσία του Π.Ν.». Το εισηγητικό έγινε και η σύμβαση τροποποιήθηκε και έγινε τελικά 620.000 USD αντί του αρχικού 1.200.000 USD.
Το Κέντρο Πληροφοριών Μάχης
Όταν η Blohm and Voss μας παρέδωσε την διαρρύθμιση του Κέντρου Πληροφοριών Μάχης (CIC Arrangement) καταλάβαμε πλέον πολύ καλά ότι δεν είχε εμπειρία σε θέματα σύγχρονων πολεμικών πλοίων. Η διαρρύθμιση ήταν βασισμένη στην παλαιά λογική «των αυτόνομων ενεργειών ανά τομέα απειλών επιφανείας, αέρος και υποβρυχίων» και μάλιστα «ατάκτως ειρημένων». Δηλαδή ένα … ARADU με σύγχρονο εξοπλισμό.
Το Π.Ν. είχε την προηγούμενη εμπειρία των Φ/Γ Έλλη και είχε εισέλθει στην λογική της «συνδυασμένης τακτικής εικόνας και των συνδυασμένων ενεργειών». Πάνω στην λογική αυτή χτίστηκε τελικά από το Π.Ν. η διαρρύθμιση του Κέντρου Πληροφοριών Μάχης των Φ/Γ ΜΕΚΟ μετά από διαβούλευση με αρκετούς επιχειρησιακούς αξιωματικούς του Π.Ν.
Υπόθεση Software
Σε κάποια φάση της συγγραφής των άρθρων της συμβάσεως του Π.Ν. με την Blohm and Voss αναλάβαμε, εκτός των άλλων, να συντάξουμε και το άρθρο για το Λογισμικό (Software) τόσο των πλοίων όσο και του Λογισμικού Υποστηρίξεως που θα εγκαθίστατο στο ΚΑΣΜΝ. Όπως ήταν λογικό το άρθρο αυτό, που συντάχθηκε από τον υπογράφοντα και τον Στάθη Κολοκύθα, ήταν σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στις διάφορες στρατιωτικές προδιαγραφές και ιδιαίτερα σύμφωνα με την ισχύουσα τότε DOD Std -1679A, η οποία ανέλυε πλήρως όλα τα θέματα λογισμικού.
Όμως το 1991, λίγες ημέρες πριν την τελική υπογραφή του Π.Ν. για την αποδοχή της Φ/Γ Ύδρα, το θέμα του Λογισμικού δεν είχε τελειώσει. Η Blohm and Voss και η Signaal δεν είχαν καταφέρει ή δεν επιθυμούσαν να παραδώσουν το λογισμικό όπως προβλεπόταν στην σύμβαση. Λόγω αυτού του γεγονότος προσωπικά αρνήθηκα να υπογράψω το σχετικό πρωτόκολλο παραλαβής. Δέχθηκα τότε πιέσεις για να υπογράψω αλλά πρότεινα είτε να παραιτηθώ ή να μετατεθώ από την ΔΕΞ, οπότε θα άνοιγε βεβαίως ο δρόμος παραλαβής του λογισμικού και εν συνεχεία του πλοίου.
Τελικά η Blohm and Voss αναγκάσθηκε να μειώσει την αξία του Λογισμικού από 20.000.000 σε 10.000.000 μάρκα, οπότε δέχθηκα να υπογράψω το σχετικό πρωτόκολλο παραλαβής.
Δοκιμές του Sonar
Συνήθως όλα τα sonar ανά τον κόσμο δεν πωλούνται με εγγυημένη απόδοση. Οι βαθυθερμογραφικές συνθήκες των θαλασσών διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή και φυσικά αλλάζουν σημαντικά κατά την διάρκεια του έτους λόγω θερμοκρασίας της θάλασσας. Έτσι οι εταιρείες sonar μονίμως βρίσκουν δικαιολογίες για την απόδοση.
Με την Raytheon SSD τα πράγματα έγιναν διαφορετικά. Ζητήσαμε από την εταιρεία να γίνουν οι δοκιμές αποδοχής με δική της επιλογή συγκεκριμένης ελληνικής θάλασσας και με επιλογή του χρόνου. Η Raytheon SSD δεν μπορούσε να αποφύγει τις δοκιμές και επέλεξε αυτές να γίνουν σε ελληνική θάλασσα και απ’ ότι θυμάμαι, μάλλον, μήνα Απρίλιο. Για τον λόγο αυτό προετοίμασε μια θαυμάσια μελέτη για τις βαθυθερμογραφικές συνθήκες της περιοχής αλλά και μια επίσης εξαιρετική διαδικασία δοκιμών.
Όταν ήλθε ο χρόνος να γίνουν οι δοκιμές είχα τοποθετηθεί Κυβερνήτης στο Α/Τ Φορμίων και έτσι δεν μπόρεσα να παρευρεθώ και να τις παρακολουθήσω. Εντούτοις πληροφορήθηκα ότι τα αποτελέσματα των δοκιμών υπερέβησαν τις προδιαγραφές και αυτό ήταν μια μεγάλη ικανοποίηση. Όμως μετά από καιρό έμαθα το εξής:
«Η Raytheon SSD ήλθε με μια ομάδα τεχνικών της για την εκτέλεση των δοκιμών και την προετοιμασία ρυθμίσεων της συσκευής sonar. Φεύγοντας αυτή η ομάδα της Raytheon SSD, μετά τις επιτυχημένες δοκιμές, πήρε μαζί της ένα τυπωμένο κύκλωμα και στην θέση του τοποθέτησε ένα άλλο». Προφανώς το τυπωμένο κύκλωμα που αφαιρέθηκε την τελευταία στιγμή αφορούσε το λογισμικό εντοπισμού και παρακολούθησης των στόχων (detection and tracking filters). Η απόδοση της συσκευής sonar των Φ/Γ ΜΕΚΟ ουδέποτε πλέον πέτυχε τις εξαιρετικές αποδόσεις των δοκιμών…
Intercept and Miss Distance
Το παρακάτω περιστατικό που έγινε το 1992 δεν το θυμόμουν και μου το θύμισε πρόσφατα ο Αντιναύαρχος Σπύρος Κονιδάρης Π.Ν., τότε νεαρός Υποπλοίαρχος. Οι δοκιμές αποδοχής κάποιων οπλικών συστημάτων είχε συμφωνηθεί να γίνουν στην Ελλάδα κατά την περίοδο εγγυήσεως του πλοίου. Σύμφωνα με το άρθρο 30.5 της σύμβασης με το Π.Ν., η Blohm and Voss είχε υπογράψει όλες τις συμβάσεις προμήθειας των GFM και τις είχε κάνει αποδεκτές ότι πληρούν τις απαιτήσεις της προκειμένου να επιτευχθεί η απόδοση του πλοίου (που είχε περιγραφεί λεπτομερώς).
Την εποχή εκείνη είχα μετατεθεί σαν Κυβερνήτης στο Α/Τ Φορμίων και εκλήθην από την ΓΕΝ/ΔΕΞ για την δοκιμή βολής Sea Sparrow στο Πεδίο Βολής στην Κρήτη. Έφτασα στη Φ/Γ Ύδρα και στο καρέ αξιωματικών βρέθηκα αντιμέτωπος με μία φιλονικία, ένα καυγά. Μία ομάδα αξιωματικών του Π.Ν., μεταξύ των οποίων και ο Σπύρος Κονιδάρης, και μία ομάδα της Blohm and Voss με επικεφαλής τον κύριο Hildebrandt, συζητούσαν δυναμικά για το πώς θα θεωρείτο η βολή επιτυχημένη. Η συζήτηση-καυγάς περιστρεφόταν γύρω από το ποια ήταν η μεγαλύτερη απόσταση (miss distance) που θα μπορούσε να περάσει το Κ/Β από τον στόχο ώστε η βολή να θεωρηθεί επιτυχής.
Πριν φύγω από την ΓΕΝ/ΔΕΞ είχαμε συντάξει τα κριτήρια αποδοχής της βολής Sea Sparrow, όπως και τα κριτήρια αποδοχής όλων των άλλων οπλικών συστημάτων GFM, τα οποία είχε αποδεχθεί η Blohm and Voss.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για τα κριτήρια αποδοχής είχαμε επινοήσει τότε την έννοια της «function line», δηλαδή για παράδειγμα μια function line ήταν η γραμμή «ραντάρ αέρος – τακτικό σύστημα – οπλικό σύστημα – όπλο», και έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο ελέγχαμε πλήρως τα επιμέρους συστήματα αλλά και την μεταξύ τους ολοκλήρωση.
Ο Hildebrandt προφανώς προσποιείτο ότι δεν θυμόταν. Αποκλείεται να μην γνώριζε το Annex C (Ship’s Performance Data) της κυρίας σύμβασης με το Π.Ν. Απλώς προσπαθούσε να αποσείσει ευθύνες της Blohm and Voss από μια ενδεχόμενη αποτυχία της βολής. Ζήτησα και μου έφεραν το έγγραφο κριτηρίων αποδοχής όπου σαφώς αναφερόταν σ’ αυτό ότι επιτυχημένη βολή θεωρείτο «εάν το Κ/Β έκανε αναχαίτιση (intercept) στον στόχο».
Το διάβασα στους παρισταμένους και ο Hildebrandt αφού έγινε κατακόκκινος από τον θυμό του, μουρμούρισε κάτι στα γερμανικά και έφυγε αμέσως από το καρέ αξιωματικών. Για την ιστορία η βολή Sea Sparrow που ακολούθησε ήταν επιτυχημένη με intercept του στόχου (Direct hit).
262 αντί 293 εκατομμύρια USD
Τελικά το πρόγραμμα GFM των Φ/Γ ΜΕΚΟ του Π.Ν., σύμφωνα με αναφορά της ΔΕΞ (Μελέτη Υποναυάρχου ε.α. Δ. Ανδριτσόπουλου Π.Ν.) τον Ιούνιο 1993, ολοκληρώθηκε με ~262 έναντι 293 εκατομμυρίων USD που ήταν ο αρχικός προϋπολογισμός του Π.Ν., δηλαδή με περίσσευμα ~31 εκατομμύρια USD. Σε σχέση με τον αρχικό προϋπολογισμό των 420 εκατομμυρίων USD που μας είχε ανακοινωθεί τον Μάιο 1988 στη συνάντηση με το USN/NAVSEA, η διαφορά των 158 εκατομμυρίων USD μοιάζει εξωπραγματική. Είναι περίπου οι ετήσιες αμοιβές 500 αξιωματικών του Π.Ν. για 10 χρόνια. Δεν υπάρχουν πολλά προγράμματα στο Ελληνικό Δημόσιο που να κλείνουν με περίσσευμα και μάλιστα ένα τόσο μεγάλο περίσσευμα.
Επίλογος
Τα προαναφερθέντα ήταν μερικά – ίσως το πιο σημαντικά – περιστατικά που αφορούσαν τα GFM και το Οπλικό Σύστημα. Στα 3 χρόνια μέχρι την παραλαβή της Φ/Γ Ύδρα συνέβησαν πολλά άλλα περιστατικά τόσο στα GFM, όσο και στο Οπλικό Σύστημα αλλά και στο υπόλοιπο πρόγραμμα των Φ/Γ ΜΕΚΟ.
Δεν παραγνωρίζεται η συμβολή του μηχανισμού του Π.Ν. στο πρόγραμμα, ούτε η συμβολή κάποιων αξιωματικών, μήτε η συμβολή του πληρώματος παραλαβής και βεβαίως μήτε του Ναυτικού Κλιμακίου Αμβούργου.